«ΞΕΥΡΕΤΕ ότι το όνειρο των γυναικών, αι οποίοι ζητούν την χειραφέτησιν του γυναικείου φύλου, έχει εκπληρωθεί πλέον εις την Αυστραλίαν»;
ΜΕ τα πιο πάνω λόγια (και στη γλώσσα της εποχής) άρχιζε στις 15 Απριλίου του 1900, ένα άρθρο που αφιέρωσε η κυπριακή εφημερίδα «Κύπρος» για τη ζωή στην Αυστραλία.
ΤΟ άρθρο είχε βασιστεί στις παρατηρήσεις του τότε Έλληνα προξένου, Αλέξανδρου Μανιάκη, που είχε εγκατασταθεί πριν λίγα χρόνια στη Μελβούρνη και αναφερόταν συγκεκριμένα στη ζωή των γυναικών και τις κοινωνικές και πολιτικές τους κατακτήσεις.
ΤΗΝ εποχή εκείνη, σε καμία άλλη χώρα του κόσμου δεν είχαν κατακτήσει ακόμα οι γυναίκες το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, οπότε και αντιλαμβάνεστε την εντύπωση που είχε προκαλέσει στον Μανιάκη (που είχε ήδη ζήσει και στη Μεγάλη Βρετανία) η πιο πάνω κατάκτηση.
ΠΡΙΝ αναφερθούμε στις σπαρταριστές λεπτομέρειες του άρθρου, να τονίσουμε εδώ ότι, η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που έδωσε ψήφο στις γυναίκες ήταν η Φινλανδία το 1907, ενώ στην Πολιτεία της Νότιας Αυστραλίας οι γυναίκες είχαν κατακτήσει το δικαίωμα να ψηφίζουν από το 1895!
Η πρώτη γυναίκα που εκλέχθηκε (τότε) στο Κοινοβούλιο της Νότιας Αυστραλίας ήταν η Κάθριν Χέλεν Σπενς.
Η Νότια Αυστραλία ήταν η πρώτη Πολιτεία της Αυστραλίας που νομοθέτησε το δικαίωμα των γυναικών να ψηφίζουν, ενώ το 1902 το μέτρο επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη χώρα η οποία από το 1901 αποτελούσε ομοσπονδιακό κράτος.
Ο Αλέξανδρος Μανιάκης δεν υπήρξε μόνο ο επίτιμος πρόξενος της Ελλάδας στη Μελβούρνη, αλλά και ένας από τους πιο εγγράμματους Έλληνες που είχαν μεταναστεύει τότε στην Αυστραλία.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, υπήρξε και ο άνθρωπος που πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και ο πρώτος της πρόεδρος.
Ο αδελφός του Μάρκος, ήταν την ίδια εποχή, ο επίτιμος πρόξενος της πατρίδας μας στο Σίδνεϊ.
ΟΙ αδελφοί Μανιάκη κατάγονταν από την Ζάκυνθο, αλλά έζησαν με τους γονείς τους πολλά χρόνια στην Αγγλία και μιλούσαν την αγγλική γλώσσα.
Ο Μάρκος εγκατέλειψε μετά από λίγα χρόνια την Αυστραλία και επέστρεψε στην Ελλάδα, ενώ ο Αλέξανδρος πέθανε στη Μελβούρνη το 1931.
ΑΠΟ το άρθρο που δημοσιεύει η κυπριακή εφημερίδα φαίνεται ότι, όχι μόνο το δικαίωμα των γυναικών να ψηφίζουν, αλλά και –γενικότερα- η συμπεριφορά τους είχαν ανατρέψει όλες τις παγιωμένες πεποιθήσεις του Αλέξανδρου Μανιάκη για τις γυναίκες, που μέχρι τότε έπαιζαν «διακοσμητικό» ρόλο στο κοινωνικό γίγνεσθαι και ασχολούνταν (πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων) με την ανατροφή των παιδιών και τις δουλειές του σπιτιού.
ΣΥΝΕΠΩΣ, όσα καταμαρτυρεί ο Μανιάκης, ήταν για τους Έλληνες (και όχι μόνο) πρωτάκουστα πράγματα, γι’ αυτό και συνοδεύονται και από σχετικό θαυμασμό. Να, όμως, πώς συνεχίζει:
«ΞΕΥΡΕΤΕ ότι οι γυναίκες (στη Νότια Αυστραλία) αναμιγνύονται με την πολιτική και ψηφίζουν και αυτές για την εκλογή των αρχόντων τους»; Και συνεχίζει:
«ΜΑΛΙΣΤΑ, η καθολική ψηφοφορία στας αποκίας της Νοτίου Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας έχει τόσο επεκταθεί ώστε και αυτές οι γυναίκες τας ημέρας των εκλογών θα πάρουν το μολύβδινον σφαιρίδιον να το ρίψουν εις την κάλπην επηρεάζοντας έτσι και τα αποτελέσματα των εκλογών».
ΠΕΡΑ, όμως, από τα πιο πάνω πρωτοφανή έκαναν και το εξής ανήκουστο που δεν ξέφυγε από την παρατηρητικότητα του Αλέξανδρου Μανιάκη:
«ΑΙ γυναίκαι αφήνουν τα σπίτια τους εις τας υπηρετρίας τας ημέρας των εκλογών και τρέχουν και ψηφοθηρούν υπέρ των προστατευόμενων τους υποψηφίων.
ΤΑ νοικοκυριά δε έχουν παραλύσει εις τοιούτον βαθμόν, ώστε πολλοί άνδρες αναγκάζονται να μένουν αυτοί στα σπίτια των και να φροντίζουν… για την κουζίναν και για τα παιδιά»!
ΝΑ, όμως, πώς ερμηνεύει για λογαριασμό των αναγνωστών της η κυπριακή εφημερίδα τα όσα (απ’ άλλη σκοπιά) καταμαρτυρεί ο Αλέξανδρος Μανιάκης:
«ΤΟ ωραιότερον όμως είναι ότι, δεν ήταν αι γυναίκες που εζήτησαν το δικαίωμα να ψηφίζουν. Η δημαγωγία είναι ανεπτυγμένη εις τόσον μεγάλο βαθμό εις την Αυστραλίαν, ώστε οι δημαγωγοί σκέφτηκαν να μεταχειριστούν ως όργανά τους και τας γυναίκας, αι οποίες τώρα, ολίγον αργά, – όπως μας πληροφορεί ο πρόξενος της Ελλάδας κ. Μανιάκης – ότι δεν τας ωφελεί να γυρίζουν σαν ξεμυαλισμένες στους δρόμους όταν είναι εκλογαί και να αφήνουν τα σπίτια των πίσω στο ρεμπελιό!
»ΤΟΣΟΝ μάλιστα άσχημα αποτελέσματα έδειξαν η ελευθερία της ψήφου, ώστε οι άλλαι πέντε αποικίες της Αυστραλίας, αι οποίαι ετοιμάζονταν να επιτρέψουν την ψήφον εις τας γυναίκας ανέκρουσαν πρύμναν και αποφάσισαν να διατηρήσουν το καθεστώς και… την οικογενειακήν των ειρήνην»!
ΚΑΙ συνεχίζει η εφημερίδα να ερμηνεύει τα πρωτοποριακά τεκταινόμενα στην απίθανη νέα χώρα που προκαλούσε την τότε κοινωνία:
«ΕΙΣ τας Αυστραλιανάς όμως πόλεις συμβαίνει ένα εντελώς παράδοξον το οποίον πουθενά αλλού δεν απαντάται. Την ημέρα αι πόλεις είναι γεμάται πληθυσμόν πολυάσχολον κινούμενον με την νευρική ταραχή της εργασίας, πολυθόρυβον.
ΕΡΧΕΤΑΙ όμως η νυξ, κλείνουν τα καταστήματα δυνάμει νόμου, από τας εξ η ώρα και μετ’ ολίγον ησυχία, νέκρα, σιγή τάφου. Τι έγινε όλος εκείνος ο πληθυσμός; Απεσύρθη εις τα σπίτια του»! Έφυγαν από την πόλιν, την εγκατέλειψαν έρημον πραγματικώς»!
ΤΩΡΑ θα μου πείτε ότι, οι δρόμοι των αυστραλών μεγαλουπόλεων ήταν έρημοι τα βράδια μέχρι και πριν 30 χρόνια. Σκεφτείτε πώς θα ήταν πριν 120 χρόνια; Στην κυριολεξία νεκροταφείο.
Η κυπριακή εφημερίδα εξηγεί στη συνέχεια ότι οι Αυστραλοί κατοικούν σε προάστια που βρίσκονταν έξω από την πόλη και το κέντρο των πολιτειών το χρησιμοποιούσαν μόνο για να εργάζονται. Και από την ερημιά των πόλεων περνά στην οικογενειακή ζωή:
«ΑΙ οικογένειαι των Αυστραλιανών διακρίνονται δια δύο κυρίως πράγματα: Δια την μεγάλη απλότητα την οποία ζουν και δια την μεγάλην φιλομουσίαν η οποία διακατέχει όλους.
Η απλότης οφείλεται κυρίως εις το ότι οι μεν άνδρες δεν προσέχουν και τόσο πολύ δια το σπίτι των απασχολούμενοι με τας εργασίας και τας επιχειρήσεις των, αι δε γυναίκες τρέχουσαι και αυταί έξω. Αφήνουν τα πάντα εις τας υπηρετρίας των, αι δε υπηρέτριαι τόσην προσοχή δίδουν δια τα σπίτια εις τα οποία εργάζονται όσην και οι κυρίαι των. Η αμέλεια λοιπόν αυτή (αποφαίνεται η εφημερίδα) επέφερε την απλότητα του βίου, η οποία απαιτεί ολιγώτερον απασχόλησιν!
»ΑΛΛΑ η φιλομουσία; Ω αυτή η φιλομουσία έχει καταντήσει πλέον βάρος εις την Αυστραλίαν!! Δεν υπάρχει σπίτι που να μην έχει πιάνο. Η κόρη άμα πρόκειται να νυμφευθεί θα ζητήσει πρώτα-πρώτα από τον μέλλοντα σύζυγόν της να της αγοράσει πιάνο.
Η μοδίστρα θα αφήσει αρκετάς ώρας την ημέραν την δουλειάν της στη μέση δια να παίξει πιάνο και αυταί δε αι πλύστραι ξεχνούν τον κάματο της ημέρας σύρουσαι τα ξυλιασμένα χέρια των εις τα πλήκτρα του πιάνου…».
ΚΑΙ ενώ η ψήφος, η μουσική και το πιάνο ήταν κτήμα του λαού και είχαν όλοι σχεδόν πρόσβαση, μεγάλες δυσκολίες αντιμετώπιζαν (οι Αυστραλοί) να βρουν μια υπηρέτρια της προκοπής που να μην ακολουθεί τις «μόδες» της εποχής.
«Ο μόνος καϋμός και ο μόνος πόθος των Αυστραλιανών, είναι πώς θα κατορθώσουν ν’ αποκτήσουν μια καλήν υπηρέτριαν. Ο πόθος όμως αυτός θα μένη πάντοτε ανεκπλήρωτος, θα μένη όνειρον, το οποίον είναι αδύνατον να καταστεί πραγματικότης!
ΑΛΛ’ ας αφήσωμεν καλλίτερον τον κ. Μανιάκην να μας αφηγηθεί μίαν από τα σκηνάς αι οποίαι είναι απαραίτητοι όταν πρόκειται να προσληφθεί ως υπηρέτρια σε ένα σπίτι:
ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ η υπηρέτρια εις την κυρία.
Ξέρετε όλας τας εργασίας τας οποίας θα πρέπει να κάνετε κόρη μου;
Ω, βέβαια κυρία.
Και υπό ποίους όρους δέχεσθαι;
Θα μου δίνετε τόσα φράγκα το μήνα.
Σύμφωνοι.
Θα με αφήνετε μια φορά την εβδομάδα να βγαίνω έξω…
Ολίγον βαρύ αυτό αλλά τι να γίνει; Σύμφωνοι και πάλιν.
Και θα μου αφίνετε δύο ώρας την ημέραν το πιάνο σας… να παίζω και εγώ!».
ΚΑΙ αφού ο Αλέξανδρος Μανιάκης τελειώνει την περιγραφή της πρόσληψης της υπηρέτριας, το λόγο παίρνει και πάλι η εφημερίδα ρωτώντας τους αναγνώστες της:
«ΔΕΝ σας φαίνεται σαν πολύ έξω φρενών (!) ο τελευταίος αυτός όρος; Αλλά δεν είναι και ο μόνος. Ακούστε και ένα ακόμη:
ΕΙΣ την Αυστραλίαν όλοι, άνδρες, γυναίκες, παιδία, νέοι, γέροντες ποδηλατούν με μανία.
»ΚΑΤΑΝΤΗΣΕ δε επιτέλους να ποδηλατούν και αι υπηρέτριαι, αι οποίαι έφθασαν στο σημείον να ζητούν επί μίαν ώρα την ημέραν το ποδήλατο της κυρίας των δια να βγαίνουν περίπατον!!».
ΑΥΤΑ για σήμερα και συγνώμη αν δυσκολευτήκατε να διαβάσετε το κείμενο, αλλά διατήρησα όσο μπορούσα το ύφος και τη γλώσσα που γράφτηκε πριν 114 χρόνια. Γεια χαρά.