Στην έκδοση του Σαββάτου, 4 Ιανουαρίου 2014, η αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα δημοσίευσε μια σειρά άρθρων από διακεκριμένους πανεπιστημιακούς οικονομολόγους, πολιτικούς, και σχολιαστές, Έλληνες και ξένους, για τις προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) στο άμεσο και στο απώτερο μέλλον.
Μεταξύ των αρθρογράφων είναι ο Κώστας Σημίτης, πρώην Πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο Γιώργος Προβόπουλος, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, και ο Μάριο Ντράγκι, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Ενόψει του γεγονότος ότι πρόσφατα η Ελλάδα έχει αναλάβει την Προεδρία της Ε.Ε., σκέφτηκα να συνοψίσω κάποιες από τις απόψεις των προαναφερθέντων σχολιαστών για το κατά πόσο η δομή και η ισχύουσα πολιτική της Ε.Ε. ανταποκρίνονται στις σημερινές ανάγκες των 28 κρατών-μελών της.

Εισαγωγικά σημειώνω πως ο αρχικός στόχος των έξι κρατών, που κατά τη δεκαετία του 1950 αποφάσισαν να σχηματίσουν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), ήταν πρωτίστως πολιτικός. Βασικός στόχος τους ήταν να μην επαναληφθούν στο μέλλον οι αιτίες που οδήγησαν στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους. Με την πάροδο του χρόνου η ΕΟΚ, και η Ευρωπαϊκή Ένωση που την διαδέχθηκε, διεύρυναν τον στόχο τους, με προοπτική τη βαθμιαία επίτευξη μιας ευρωπαϊκής πολιτικής ομοσπονδίας.
Το ότι τα τελευταία χρόνια η οικονομική κρίση έχει πλήξει κάποια κράτη-μέλη στην νοτιοδυτική περιφέρεια της Ε.Ε. οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην μη επίτευξη του βασικού της στόχου. Έτσι έχουμε τις πλούσιες χώρες του Βορρά και τις φτωχές του Νότου. Ενδιάμεσα βρίσκονται οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, μέλη της πάλαι ποτέ κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης.

ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ Ε.Ε. Ο ΚΩΣΤΑΣ ΣΗΜΙΤΗΣ

Τις αμφιβολίες του για το μέλλον της Ε.Ε., με τη σημερινή της δομή, εκφράζει ο Κώστας Σημίτης στο άρθρο του με τίτλο «Περισσότερη Ευρώπη και σχέδιο για ανάπτυξη».
Γράφει σχετικά για το μέλλον της Ε.Ε.:

«Η αφετηρία του προβλήματος είναι ότι η ευρωζώνη είναι μια ατελής οικονομική και νομισματική ένωση χωρών-μελών με διαφορετικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά. Όταν ιδρύθηκε, δεν υπήρχε σχέδιο οικονομικής διακυβέρνησης που θα αντιμετώπιζε τις ανισότητες μεταξύ του αναπτυγμένου πυρήνα και των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών της περιφέρειας. Οι δημιουργοί της θεωρούσαν ότι οι αυτοματισμοί της αγοράς θα εξαλείψουν βαθμιαία τις ανισορροπίες. Οι εξελίξεις τους διέψευσαν. Οι διαφορές εντάθηκαν. Έλειψαν τραγικά οι διαδικασίες για τη συστηματική προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης. Οι ωφέλειες δεν κατανεμήθηκαν ισόρροπα σε όλα τα μέλη».
Επιπλέον, ο Κ. Σημίτης εκφράζει την άποψη πως εκείνο που προέχει είναι η Ε.Ε. να καταστεί δύναμη προόδου για όλα τα κράτη-μέλη της, και όχι απλώς μηχανισμός για τη διαχείριση των οικονομικών προβλημάτων τους, όπως συμβαίνει στα τελευταία χρόνια. Γράφει σχετικά: «Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη. Όχι λιγότερη Ευρώπη».

Παρόμοια είναι και η τοποθέτηση του Γιώργου Προβόπουλου, Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εκφράζει την άποψη πως η δημιουργία της τραπεζικής ένωσης των κρατών-μελών της Ευρωζώνης (δηλαδή των 18 χωρών που έχουν ως κοινό νόμισμα το ευρώ) θα αποκαταστήσει τις συνθήκες ομαλότητας, οι οποίες είναι απαραίτητες για την οικονομική ανάπτυξη.

Αναφερόμενος συγκεκριμένα στην Ελλάδα, ο κ. Προβόπουλος είναι της γνώμης πως:
«Η τραπεζική ένωση αναμένεται να ενισχύσει την εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, να συμβάλει στη βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων, και να μειώσει μακροπρόθεσμα το κόστος χρηματοδότησης επιχειρήσεων και νοικοκυριών».

ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΖΗΣΕΙ Η Ε.Ε. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΕΙ ΕΝΑ ΥΠΕΡ-ΚΡΑΤΟΣ

Ένα βήμα πιο πέρα από τον Γ. Προβόπουλο προχωράει ο Μάριο Ντράγκι, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Στο άρθρο του με τίτλο «Λιγότερη εθνική κυριαρχία για πιο αποτελεσματική Ένωση» ο Μάριο Ντράγκι κάνει προτάσεις για μια εκ βάθρων ανασύσταση της Ε.Ε., και εκφράζει την άποψη ότι η Ε.Ε. θα καταστεί ένα αποτελεσματικό, και λειτουργικό, πολιτικό μόρφωμα αν, αντί να γίνεται λόγος για «όλο και στενότερη ένωση», υιοθετήσει το καλούπι των ΗΠΑ.

Κατά τον Μάριο Ντράγκι οι αναφορές διάφορων σχολιαστών για την ανάγκη στενότερης ένωσης των κρατών-μελών της Ε.Ε. δεν είναι επαρκείς για την αποτελεσματική αναδόμησή της. Ο ίδιος εκφράζει την άποψη πως οι ιθύνοντες της Ε.Ε. θα χρειαστεί να καταφύγουν στο Σύνταγμα των ΗΠΑ, στο οποίο γίνεται λόγος για την εγκαθίδρυση μιας «τελειότερης ένωσης».

Παράλληλα, ο Μ. Ντράγκι κάνει τη διαφοροποίηση μεταξύ των όρων «ελεύθερο εμπόριο» και «κοινή αγορά» αναφορικά με την Ε.Ε. Μια ζώνη «ελεύθερου εμπορίου», γράφει, είναι μερική και αναστρέψιμη διευθέτηση, ενώ η «κοινή αγορά» προϋποθέτει μια συνολική και μόνιμη ένωση, κάτι που δεν είναι, μέχρι τώρα, η Ε.Ε.
Επιπλέον, ο Μ. Ντράγκι είναι της άποψης πως απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματικά λειτουργία μιας κοινής αγοράς μεταξύ κρατών είναι μια υπερεθνική οργάνωση, κατά κάποιον τρόπο ένα ομόσπονδο κράτος, ας πούμε όπως είναι η Αυστραλία, με τις Πολιτειακές Κυβερνήσεις, αλλά και την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, η οποία καθορίζει την πολιτική της Ομοσπονδίας.
Στην Ε.Ε. υπάρχει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χωρίς όμως δικαιοδοσία για τη χάραξη μιας κοινής πολιτικής σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων που να δεσμεύει τα κράτη-μέλη.

Βέβαια η αναλογία μεταξύ της Αυστραλιανής Ομοσπονδίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι απόλυτη, καθότι η Αυστραλία, παρά την ύπαρξη έξι Πολιτειών και δύο Περιφερειών, με δικές τους κυβερνήσεις, είναι ένα έθνος, ενώ η Ε.Ε. απαρτίζεται από 28 διαφορετικά έθνη, με γλώσσες, θρησκείες και πολιτισμικά υπόβαθρα που σε πολλές περιπτώσεις διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους.

Δεδομένης αυτής της σύστασης της Ε.Ε., για να καταστεί ένα υπέρ-κράτος, θα πρέπει να εκχωρηθούν σε αυτό από τα κράτη-μέλη εξουσίες που μέχρι τώρα ασκούνται σε εθνικό επίπεδο.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΕΝΑΝ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟ

Ενδιαφέρουσες είναι οι απόψεις που εξέφρασε ο Ούλριχ Μπεκ, Ομότιμος Καθηγητής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου του Μονάχου, σε συνέντευξη που έδωσε στον Νίκο Χειλά, αρθρογράφο της αθηναϊκής εφημερίδας Το Βήμα, 4/1/2014.
Σύμφωνα με τον Ούλριχ Μπεκ, οι ευρωεκλογές που θα διεξαχθούν τον ερχόμενο Μάιο, κατά τη διάρκεια της ελληνικής Προεδρίας, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο για την περαιτέρω εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο κ. Μπεκ πιστεύει πως η στροφή για μια κοινωνικότερη Ε.Ε. θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο μετά τις ευρωεκλογές θα περιοριστεί ο ηγεμονικός ρόλος της Γερμανίας, και θα τεθεί τέρμα στην πολιτική της λιτότητας που επιδείνωσε τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας και άλλων χωρών της νότιας Ευρώπης.
Στην ερώτηση του Νίκου Χειλά αν το ευρωπαϊκό πείραμα μπορεί να συνεχιστεί επιτυχώς χωρίς ποιοτική αναβάθμιση της κοινωνικής του διάστασης, ο Ο. Μπεκ απάντησε πως η αναβάθμιση της κοινωνικής του διάστασης αποτελεί την προϋπόθεση της επιτυχίας. Εκείνο, που σύμφωνα με τον Ο. Μπεκ επείγει στην Ε.Ε., είναι η επίτευξη μιας υπερεθνικής κυριαρχίας μέσω της συμπύκνωσης των επιμέρους εθνικών κυριαρχιών.

Ο Ούλριχ Μπεκ δεν είναι της άποψης πως εκείνο που χρειάζεται η Ε.Ε. είναι η δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, δεδομένου ότι η Ε.Ε. απαρτίζεται από κράτη-μέλη με διαφορετικές γλωσσικές, πολιτισμικές και θρησκευτικές παραδόσεις.

Αυτή όμως η ιδιαιτερότητα των κρατών-μελών της Ε.Ε. δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο για την καλλιέργεια ενός κοσμοπολίτικου και υπερεθνικού πατριωτισμού, ο οποίος είναι δυνατόν να επιτευχθεί χωρίς την απεμπόληση των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών-μελών, και της εθνικής ταυτότητας των πολιτών τους.
Από τα παραπάνω προκύπτει πως είναι ενδιαφέρουσα η συζήτηση που έχει ξεκινήσει για τις προοπτικές, και τις προϋποθέσεις, για τη δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής συνείδησης, χωρίς αυτό να σημαίνει την αλλοίωση της εθνικής ταυτότητας των πολιτών των κρατών-μελών.

Το ότι η συζήτηση αυτή παίρνει νέες διαστάσεις κατά την περίοδο που την Προεδρία της Ε.Ε. έχει αναλάβει η Ελλάδα, ανοίγει νέες προοπτικές για τη συμβολή της Ελληνικής Κυβέρνησης στη δημιουργία μιας πιο λειτουργικής, καινοτόμου και αποτελεσματικής Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μόνο όταν οι στόχοι αυτοί επιτευχθούν, η Ε.Ε. θα είναι σε θέση να ανταγωνισθεί τις αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις της Κίνας και της Ινδίας, και παράλληλα με τις ΗΠΑ να συμβάλει στη διασφάλιση των επιτευγμάτων του Δυτικού Πολιτισμού, ένα μεγάλο μέρος του οποίου έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα.
Αυτή είναι μια ευκαιρία, και πρόκληση, για τον Αντώνη Σαμαρά, τώρα που η Ελλάδα έχει την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.