ΚΑΙ ξαφνικά η Μελβούρνη, από καλύτερη πόλη του κόσμου να ζει κάποιος, μεταβλήθηκε στο χειρότερο καμίνι του πλανήτη.
ΑΥΤΟ που ζήσαμε όλοι τις τελευταίες μέρες (και, ενδεχομένως, ξαναζήσουμε σε κάνα-δυό βδομάδες) ήταν μια πραγματική δοκιμασία…
ΜΙΑ δοκιμασία των (ανθρώπινων) ορίων μας. Έτσι και οι απίστευτα υψηλές θερμοκρασίες συνεχίζονταν για μια ακόμα εβδομάδα καληνύχτα…
ΣΤΗΝ κυριολεξία θα παθαίναμε τραλαλά. Ήδη, μετά από τέσσερες μέρες καύσωνα που οι θερμοκρασίες ξεπέρασαν τους 43 βαθμούς Κελσίου, έχουμε γίνει… ζόμπι.
ΟΙ συνδεσμολογίες των νευρώνων του εγκεφάλου μας έχουν αρχίσει να μη λειτουργούν κανονικά και γι’ αυτό οι κινήσεις μας γίνονται πια σε slow motion.
ΚΑΙ όσο αναρριχάται κατακόρυφα ο υδράργυρος του θερμομέτρου τόσο εμείς καθηλωνόμαστε στην ακινησία.
ΤΟ ίδιο συμβαίνει και το μυαλό μας, έχει και αυτό… υγροποιηθεί. Τα κύτταρα του εγκεφάλου μας έχουν λιώσει.
ΑΡΧΙΣΑΜΕ ήδη να υπολειτουργούμε αγαπητοί αναγνώστες και να καταρρέουμε όπως οι υποδομές και το κλιματιστικά που αγκομαχούν να σταθούν και αυτά στη «ζωή» και να μας δροσίσουν.
ΤΟ μόνο θετικό (αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτή η λέξη) είναι ότι έπαθαν χοντρή πλάκα και οι αρνητές των κλιματολογικών αλλαγών.
ΟΙ ειδικοί προβλέπουν ότι με την πάροδο του χρόνου τα καιρικά φαινόμενα θα γίνονται πιο έντονα. Πιο ακραία…
ΟΙ καύσωνες πιο συχνοί και παρατεταμένοι, όπως βέβαια και οι παγετώνες. Και ενώ φέτος το θερμόμετρο σε πολλές περιοχές της Αυστραλίας ξεπέρασε τους 48 βαθμούς Κελσίου στις βορειοανατολικές Πολιτείες της Αμερικής η θερμοκρασία έφτασε στους 57 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν.
Η Μελβούρνη την τελευταία βδομάδα είχε πιο υψηλές θερμοκρασίες απ’ ό,τι η έρημος της Κεντρικής Αυστραλίας.
ΚΑΙ αν κοντά σε αυτό προσθέσει κανείς και την υγρασία έχει το παραλυτικό κοκτέιλ που όλοι γευτήκαμε.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, διαπιστώσαμε πόσο ευαίσθητους οργανισμούς έχουμε και ποσό «στενά» είναι τα όριά μας.
ΕΤΣΙ και η θερμοκρασία ανεβεί καμιά δεκαριά βαθμούς πάνω από το συνηθισμένο τη βάψαμε.
ΑΝ λάβει κανείς υπόψη του το αχανές και χαοτικό σύμπαν, η Γη μοιάζει σαν μια μικροσκοπική εύθραυστη γυάλα.
ΣΑΝ ένα μικρό και σφαιρικό ενυδρείο μέσα στο οποίο ζουν χρυσόψαρα μοιάζει. Μόνο αν τη δει κανείς από τα διάστημα αντιλαμβάνεται πόσο εύθραυστη είναι η μπλε «γυάλα». Η (πραγματική) πατρίδα όλων μας.
ΑΥΤΑ τα λίγα γύρω από την «κολασμένη» επικαιρότητα των τελευταίων ημερών και ας ελπίσουμε ότι τέτοιο κακό να μη ξαναζήσουμε γιατί δεν θα το αντέξουμε. Πάμε πιο κάτω:
ΤΗΝ περασμένη βδομάδα σας είχα υποσχεθεί να γράψω δυο κουβέντες για τη μεγάλη «ιδέα» της ανέγερσης του δικού μας «Παρθενώνα» στο οικόπεδο του Μπουλίν.
ΜΕΤΑ, όμως, την παρατεταμένη αγρύπνια των τελευταίων ημερών πού να βρω τη δύναμη να συγκεντρωθώ και να ανακαλέσω («αναλύοντας») μνήμες 40 ετών που έχουν στοιχειώσει.
ΕΝΤΕΛΩΣ κουρκούτι έχει γίνει το μυαλό μου. Νυστάζω σε μόνιμη βάση και δεν μπορώ ναι κοιμηθώ συνεχόμενα πάνω από 20 λεπτά.
ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά, θα γράψω πέντε κουβέντες για να περισώσω ό,τι έχει απομείνει από τη συνέπειά μου.
ΕΙΝΑΙ αλήθεια ότι από την πρώτη στιγμή ήμουν αντίθετος τόσο με την αγορά του οικοπέδου στο Ντονκάστερ (το οποίο στη συνέχεια πουλήθηκε) όσο και με την αγορά του οικοπέδου στο Μπουλίν.
ΚΑΙ τάχθηκα εναντίων των μεγάλων αυτών «οραμάτων» για δύο κύριους λόγους και πολλούς, βέβαια, δευτερεύοντες.
Ο πρώτος λόγος (με δυο λόγια) είναι ότι δεν πίστευα (και συνεχίζω να μην πιστεύω) ότι η παροικία μας χρειάζεται έναν τέτοιο πανάκριβο και για να χτιστεί και πολύ περισσότερο να συντηρηθεί «πολιτιστικό ελέφαντα».
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι πίστευα (και συνεχίζω να πιστεύω περισσότερο) ότι η βάση της Κεντρικής Κοινότητας, της Κοινότητας που για 120 χρόνια αντιπροσώπευε (και συνεχίζει να αντιπροσωπεύει) τον ελληνισμό ολόκληρης της Μελβούρνης έπρεπε να είναι στο κέντρο της πόλης.
ΟΛΟΙ οι μεγάλοι οργανισμοί και ακόμα οι ιδιωτικές εταιρίες που σέβονται τον εαυτό τους, έχουν την έδρα τους στο κέντρο της πόλης.
ΔΕΝ είναι καθόλου τυχαίο ότι η ΒΗΡ, η μεγαλύτερη εξορυκτική εταιρία της Αυστραλίας και μια από τις τρεις πρώτες του πλανήτη, επέλεξε να χτίσει τον ουρανοξύστη της στο κέντρο της πόλης μας.
ΚΑΙ ακριβώς δίπλα από το κτίριο της ΒΗΡ, στο Lonsdale Street, θα βρίσκεται πλέον το 15όροφο κτίριο της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης.
ΟΙ χιλιάδες συμπολίτες μας, αλλά και πολλοί επισκέπτες, που περνούν καθημερινά από εκεί, θα βλέπουν το όνομα της Ελληνικής Κοινότητας.
ΚΑΜΙΑ άλλη παροικία -τουλάχιστον απ’ ό,τι ξέρω- δεν διαθέτει κάτι παρόμοιο. Άσε που η επιβλητική παρουσία του κτιρίου και μόνο θα προσθέτει κύρος στον μεγαλύτερο και αρχαιότερο οργανισμό μας και, κατ’ επέκταση, στην παροικία μας.
ΕΤΣΙ και στεγαστούν εκεί και άλλοι παροικιακοί φορείς, τότε θα γίνει και πρακτικά το Κέντρο του Ελληνισμού.
ΑΝ είχε χτιστεί στο Ντονκάστερ ή το Μπουλίν την ύπαρξή του θα την γνώριζαν μόνο τα… πτηνά του ουρανού.
ΑΣΕ που ο κόσμος που θα το επισκεπτόταν θα ήταν πάρα πολύ λιγότερος. Ό,τι και να λέμε το κέντρο της πόλης είναι η καρδιά της πόλης, που δεν το επισκέπτονται μόνο οι κάτοικοί της, αλλά και όλοι οι τουρίστες, αφού στο κέντρο (κάθε πόλης) υπάρχουν όλα τα αξιοθέατα που διαθέτει και για τα οποία είναι περήφανη.
ΑΝ επικρατούσε ο μεγαλοϊδεατισμός για την ανέγερση Παρθενώνων και Αρχαίων Αγορών με κίονες δωρικού ρυθμού και η έδρα του οργανισμού μεταφερόταν στο Μπουλίν, η Κοινότητα θα περιθωριοποιείτο εκ των πραγμάτων και θα γινόταν ένας οργανισμός όπως και οι υπόλοιποι περιφερειακοί κοινοτικοί οργανισμοί της Μελβούρνης.
ΤΕΛΟΣ, είναι αλήθεια ότι όταν το σημερινό Διοικητικό Συμβούλιο ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει στην ανέγερση του κτιρίου στο Lonsdale Street, ήμουν ο πρώτος που χλεύασα την ιδέα.
ΚΑΙ αυτό το έκανα γιατί «ούτε με σφαίρες» δεν πίστευα ότι θα γίνονταν κάτι τέτοιο.
ΣΑΡΑΝΤΑ ολόκληρα χρόνια ακούγαμε όλοι παραμύθια για την ανέγερση Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου που θα μας έκανε περήφανους και Κέντρο δεν βλέπαμε, οπότε οι επιφυλάξεις μου (και οι αμφιβολίες μου για τη σοβαρότητα του νέου συμβουλίου) ήταν δικαιολογημένες.
ΔΙΑΨΕΥΣΤΗΚΑ πέρα για πέρα, αλλά ήταν μια γλυκιά και καλοδεχούμενη διάψευση που με χαροποίησε ιδιαίτερα.
ΝΑ προσθέσω εδώ, για να βάλω τα πράγματα στην πρέπουσα θέση τους, ότι η πραγματοποίηση της σαραντάχρονης υπόσχεσης οφείλεται στον σημερινό πρόεδρο της Κοινότητας, Βασίλη Παπαστεργιάδη.
ΚΑΙ αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά τα σημερινά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και άλλοι συνεργάτες του.
ΣΤΙΣ δικές του γνώσεις στον οικοδομικό τομέα και τις γνωριμίες (λόγω της δουλειάς του) στον κατασκευαστικό κόσμο οφείλεται η ανέγερση του Πολιτιστικού Κέντρου.
ΚΑΙ είμαι πλέον βέβαιος ότι, υπάρχουν και άλλοι συμπάροικοι δεύτερης και τρίτης γενιάς με εξειδικευμένες γνώσεις (και γνωριμίες) που μπορούν να βοηθήσουν την Κοινότητα και την παροικία να ξεπεράσει τις χρόνιες αγκυλώσεις της και να ξανοιχτεί σε νέους ορίζοντες.
ΠΡΟΣ τα εκεί πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας. Να αναζητήσουμε τους άξιους ανθρώπους που βρίσκονται δίπλα μας και ας αφήσουμε τους μικρόψυχους να ασκούν «κριτική» και να ονειρεύονται Παρθενώνες.
ΓΙ’ αυτούς, όταν έλθει η ώρα, θα αποφανθεί (με σιγουριά) η ιστορία, η οποία και δεν θα είναι καθόλου επιεικής μαζί τους.
ΤΟ οικόπεδο του Μπουλίν -η αξία του οποίου είναι άγνωστη λόγω των ιδιαιτεροτήτων που παρουσιάζει- πρέπει να πουληθεί (όπως πολλές φορές έχω ξαναγράψει, και τα χρήματα να επενδυθούν αλλού ώστε να έχει έσοδα η Κοινότητα.
ΤΟ οικόπεδο παραμένει αναξιοποίητο επί 28 ολόκληρα χρόνια. Κανένας Οργανισμός ή ιδιώτης δεν θα το κρατούσε τόσα χρόνια χωρίς να του προσφέρει τίποτα.
ΓΙΑ την έκταση που έχει το αγόρασε το 1986 η Κοινότητα φτηνά (μόνο $510.000) λόγω των ιδιαιτεροτήτων του.
ΕΥΧΟΜΑΙ να μην επαληθευθεί ο παππούς μου που έλεγε ότι «το φτηνό το κρέας στο τέλος τα σκυλιά το τρώνε». Στο θέμα θα επανέλθω…
ΑΥΤΑ για σήμερα, καλή δροσιά να ‘έχουμε και να είστε όλοι καλά. Γεια χαρά.