Η εξάρτηση από την οθόνη σκοτώνει…
ΣΚΟΤΩΝΕΙ τη διάθεσή μας, υπονομεύει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το περιβάλλον και δολοφονεί τη δημιουργικότητα.
ΑΥΤΑ και πολλά άλλα υποστηρίζει μια ομάδα Αυστραλών επιστημόνων (δημοσιεύουμε τις απόψεις τους στη σελίδα 7) που ασχολούνται με την εξάρτηση που δημιουργεί στους ανθρώπους το internet και τα παράγωγα της ψηφιακής τεχνολογίας.
ΑΛΛΑ και χωρίς τις επιστημονικές έρευνες (και αναλύσεις) όλοι πια είμαστε υποψιασμένοι για το τι συμβαίνει.
ΑΚΟΜΑ και όσοι δεν ασχολούνται με τα τεχνολογικά καλούδια το διαπιστώνουν βλέποντας τα τελευταία χρόνια να αυξάνεται ο αριθμός των ανθρώπων που περπατούν στους δρόμους κοιτάζοντας στις οθόνες των «έξυπνων» κινητών τους.
ΠΡΙΝ λίγες βδομάδες μια νεαρή Ασιάτισσα που περπατούσε στην προβλήτα της St Kilda έπεσε στη… θάλασσα χαζεύοντας το κινητό της.
ΚΑΙ θα πνιγόταν (γιατί δεν ήξερε να κολυμπάει) αν δεν βουτούσαν να τη σώσουν δυο-τρεις περαστικοί.
ΟΤΑΝ μετά από ένα πεντάλεπτο συνήλθε, το πρώτο πράγμα που ρώτησε ήταν, «πού είναι το τηλέφωνό μου»!
ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ όσους περπατούν σαν υπνωτισμένοι στο δρόμο, χαζεύοντας τα κινητά τους, αναρωτιέμαι πόσο σημαντικό (και επείγον) είναι αυτό που βλέπουν και δεν μπορούν να περιμένουν δέκα λεπτά ή μισή ώρα.
ΕΠΕΙΔΗ οδηγώ καθημερινά με τη μοτοσυκλέτα στην πόλη και περνώ ανάμεσα στα αυτοκίνητα, βλέπω αρκετούς οδηγούς (γυναίκες στη πλειοψηφία τους) να έχουν στο κάθισμα δίπλα τους ή ανάμεσα στα πόδια τους τα κινητά τους με φωτισμένη την οθόνη που σημαίνει ότι τα χρησιμοποιούν.
ΑΣΕ που στους σηματοδότες πρέπει να κορνάρεις για να ξεκινήσουν ορισμένοι οδηγοί που έχουν ξεχαστεί στο… facebook ή στέλνουν μηνύματα.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τα δικά μου… στατιστικά στοιχεία, πιο εθισμένες είναι οι νεαρές κυρίες που οδηγούν (για να αισθάνονται πιο ασφαλείς!) Four Wheel Drives.
ΗΜΟΥΝ που ήμουν προκατειλημμένος με τα FWD, τώρα άρχισαν να μου προκαλούν και αλλεργία όταν τα βλέπω.
ΕΤΣΙ μάλιστα και τα οδηγούν ξανθιές, που η ζωή τους περιστρέφεται (δορυφορικά) γύρω από τα… social media, τις «δραστηριότητες» των celebrities και το facebook, ο θεός να μας φυλάει να μη βρεθούμε στο διάβα τους…
ΑΣ επιστρέψουμε, όμως, στον εθισμό της οθόνης, που καταδυναστεύει τη ζωή και την πνευματική υγεία πολλών εξ ημών.
ΑΝΤΙ να παραθέσω επιστημονικές έρευνες και παραδείγματα που δίνουν οι ειδικοί (για να γίνουν πιο πειστικοί) θα αναφερθώ στον δικό μου «οθονικό εθισμό» που άρχισε στα παιδικά μου χρόνια και με βασανίζει ακόμα.
ΝΑ προσθέσω εδώ, ότι επειδή δεν είμαι πειθαρχημένος, είμαι πολύ επιρρεπής στις εξαρτήσεις.
ΜΕ δυο κουβέντες δεν μπορώ να πω όχι στις «κακές συνήθειες». Δεν είμαι προικισμένος με μηχανισμούς «αντίστασης» και μου αρέσει να παρασύρομαι από τα πάθη μου.
Η ρίζα του κακού βρίσκεται στην κινηματογραφική οθόνη. Από τα μαθητικά μου χρόνια με γοήτευε ο κινηματογράφος και όταν μου δινόταν ευκαιρία πήγαινα στον κινηματογράφο τρεις-τέσσερις φορές την εβδομάδα.
ΟΠΩΣ έχω ξαναγράψει, είχα δει τόσες πολλές αμερικανικές ταινίες στα παιδικά μου χρόνια, που γνώριζα καλύτερα πού βρίσκονται οι διάφορες Πολιτείες της Αμερικής απ’ ό,τι οι Νομοί της Ελλάδας.
ΤΟ ίδιο έκανα όταν ήλθα και στην Αυστραλία. Αν δεν έβλεπα μια-δυο ταινίες την εβδομάδα κάτι μου έλειπε…
ΜΕ την τηλεόραση δεν τα πήγαινα ποτέ καλά, αλλά όταν πρόβαλε ντοκιμαντέρ και κινηματογραφικές ταινίες που μου άρεσαν, «κόλλαγα» και στην (παρακατιανή) μικρή οθόνη.
ΤΟ σερφάρισμα στο internet το άρχισα στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ήταν η εποχή που για να συνδεθείς με το διαδίκτυο, έπρεπε να κάνεις καμιά δεκαριά τηλεφωνήματα και να περιμένεις αρκετή ώρα.
ΑΣΕ που «μάλωνα» με την πρώην σύζυγό μου για το ποιος θα μπει πρώτος να δει τα… δικά του.
ΜΕΤΑ από μια δεκαετία, όταν πήραμε διαφορετικούς δρόμους και άλλαξα σπίτι δεν είχα internet και βρήκα -θα ’λεγα- την υγειά μου, επιστρέφοντας στο παλιό μεγάλο ερωτά μου: το διάβασμα.
ΑΡΧΙΣΑ πάλι να διαβάζω τα βιβλία που μου άρεσαν και στο διαδίκτυο σερφάριζα μόνο μέσω του υπολογιστή στο γραφείο της εφημερίδας.
ΕΙΧΑ πάρει απόφαση να μη βάλω πάλι internet στο σπίτι και το κράτησα για μια ολόκληρη δεκαετία, μέχρι που έτσι «το έφερε η ζωή» και συνδέθηκα πάλι με τον… πλανήτη.
ΣΙΓΑ–σιγά άρχισα πάλι να μη διαβάζω ή πιο συχνά να αφήνω στη μέση τα βιβλία που άρχιζα.
ΠΡΟΣΦΑΤΑ παρήγγειλα δύο βιβλία από την Ελλάδα που ήθελα πολλά χρονιά να διαβάσω και τα περίμενα όπως περιμένουν τα μικρά παιδιά το δώρο που τους έχουν υποσχεθεί να τους δώσουν.
ΧΑΡΗΚΑ όταν τα πήρα και άρχισα να διαβάζω «Το μοναστήρι της Πάρμας», που μαζί με «Το κόκκινο και το μαύρο», θεωρούνται τα καλύτερα μυθιστορήματα του Σταντάλ.
Ο Σταντάλ, που -κατά γενική ομολογία- είναι ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς του 19ου αιώνα, γεννήθηκε στη Γαλλία το 1783 και πέθανε το 1842 φτωχός και σχεδόν άγνωστος.
«ΤΟ μοναστήρι της Πάρμας», που έγραψε το 1830, αναφέρεται στις εμπειρίες του όταν υπηρετούσε στον στρατό και έλαβε μέρος στις εκστρατείες του Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
ΩΣ έφηβος είχε βιώσει τη Γαλλική Επανάσταση και κόντρα στην οικογένειά του, που ήταν υπέρ της μοναρχίας, έγινε φανατικός ιακωβίνος και καρμπονάρος.
ΤΟ πρώτο βράδυ που άνοιξα το βιβλίο (πριν δύο βδομάδες) διάβασα τον μεγάλο πρόλογο του μεταφραστή και 60 σελίδες από το βιβλίο που είναι αρκετά μεγάλο.
ΤΟ δεύτερο βράδυ συνέχισα με όρεξη το διάβασμα, αλλά σε κάποια στιγμή είπα να μπω στο internet προκειμένου να μάθω περισσότερα για ορισμένες αναφορές που έκανε ο συγγραφέας, σε πρόσωπα, κινήματα, μάχες, συμμαχίες και τόπους στους οποίους αναφερόταν ο Σταντάλ.
ΑΥΤΟ ήταν. Αρχίζοντας από τους καρμπονάρους και τα ονόματα δύο μαχών στις οποίες και αναφέρθηκε, προχώρησα για τη συλλογή περισσοτέρων πληροφοριών, στις επαναστάσεις του 1830 και 1848, που συγκλόνισαν την Ευρώπη, συνέχισα να διαβάζω για τον Κριμαϊκό Πόλεμο, τον Γαλλο-πρωσικό πόλεμο, την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία των Αψβούργων, τη δημιουργία του δεύτερου Ράιχ από τον Μπίσμαρκ και πολλά άλλα.
ΔΕΚΑ ολόκληρες μέρες κράτησε η περιπλάνησή μου στα μεγάλα γεγονότα του 19ου αιώνα και ακόμα δεν έχω τελειώσει, γιατί όσο περισσότερο ψάχνεις στο internet τόσο χάνεσαι και ξεχνιέσαι…
ΤΟ ένα φέρνει το άλλο, μέχρι που στο τέλος ξεχνάς για ποιο λόγο μπήκες και καταπιάνεσαι με άλλα εντελώς άσχετα θέματα.
ΑΝ κοντά στις πιο πάνω αναζητήσεις που κρατούσαν τρεις-τέσσερεις ώρες κάθε βράδυ, προσθέσετε και καμιά ώρα για την ανάγνωση της παγκόσμιας και ελληνικής επικαιρότητας, τις ώρες που περνώ κάθε μέρα στο γραφείο μπρος στον υπολογιστή και το χρόνο που βλέπω καμιά ταινία στην τηλεόραση, ξοδεύω πάνω από το μισό εικοσιτετράωρο καθημερινά μπρος σε μια οθόνη!
ΚΑΙ σκεφτείτε ότι δεν ασχολούμαι καθόλου με το κινητό και το… facebook, ούτε απαντώ στα email που λαβαίνω.
ΤΟ ποτήρι, όμως, όπου να ‘ναι ξεχειλίζει, γιατί εδώ δεν μιλάμε για εθισμό, αλλά για άγρια σκλαβιά και αμείλικτη καταπίεση.
ΚΑΙΡΟΣ μόνο για βιβλία και καμιά βόλτα στην έρημο για αποτοξίνωση. Γεια χαρά.