Μια νέα τροπή πήρε πρόσφατα η συζήτηση για το χρέος της Ελλάδας. Ενώ μέχρι τώρα η συζήτηση επικεντρωνόταν στο απόλυτο μέγεθος του χρέους, και κατά πόσο αυτό είναι βιώσιμο, ο Γιώργος Σταθάκης, κοινοβουλευτικό μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, πρόσφατα παρατήρησε ότι μόνο 5% του ελληνικού χρέους είναι «επαχθές» και, άρα, μπορεί να διαγραφεί με νόμιμες διαδικασίες.
Στην παρατήρηση αυτή δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα, καθότι ο Γιώργος Σταθάκης δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο, αφού είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Από ό,τι γνωρίζω, αυτή είναι η πρώτη φορά που ένα μικρό ποσοστό (5%) του ελληνικού χρέους χαρακτηρίσθηκε «επαχθές», γι’ αυτό κρίνω ότι μια εννοιολογική διευκρίνιση θα βοηθήσει στην κατανόηση της άποψης του κ. Σταθάκη.
Η έννοια του τριτόκλιτου επιθέτου «ο επαχθής, η επαχθής, το επαχθές» που δίνουν τα λεξικά είναι «βαρύς, καταθλιπτικός, δυσβάσταχτος», όπως στη φράση «επαχθής φόρος», με την έννοια ότι πρόκειται για φόρο που με δυσκολία μπορεί να πληρώσει κάποιος.
Όμως η φράση «επαχθές χρέος» που χρησιμοποίησε ο Γ. Σταθάκης αποτελεί συγκεκριμένη ορολογία στις οικονομικές επιστήμες, και η έννοια του επιθέτου «επαχθές» στο πλαίσιο αυτό είναι εντελώς διαφορετική.
Σε άρθρο της αθηναϊκής εφημερίδας Τα Νέα (21/1/14) γίνεται η ακόλουθη αναφορά στην άποψη που διατύπωσε ο κ. Γ. Σταθάκης:
«Όπως εξήγησε ο Γιώργος Σταθάκης σε συνέντευξή του στον επίσημο κομματικό ραδιοσταθμό Στο Κόκκινο 105,5, το επαχθές χρέος στην περίπτωση της Ελλάδας είναι περιορισμένο: «Είναι τα εξοπλιστικά προγράμματα και ο εξηλεκτρισμός του ΟΣΕ (Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος», που δεν έγινε ποτέ. Είναι περίπου στο 5%. Η μεγάλη πλειοψηφία του χρέους, πάνω από το 90%, είναι παραδοσιακό, δημόσιο χρέος των αγορών, δηλαδή των ομολόγων. Εκεί δεν υπάρχει νομική διαδικασία για να αμφισβητηθεί».
Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, «επαχθές χρέος» (odious debt στα αγγλικά) είναι εκείνο το χρέος που δεν χρησιμοποιήθηκε για τους δηλωμένους σκοπούς του και τελικά έχει αποβεί εις βάρος του λαού μιας χώρας, γεγονός που έπρεπε να γνωρίζουν από την αρχή οι πιστωτές.
Όμως, ακόμα και αν οι δανειστές της Ελλάδας συμφωνούσαν να διαγράψουν το 5% του ελληνικού χρέους, αν το αναγνωρίσουν ως «επαχθές», μιλάμε για ένα σχετικά μικρό ποσό, δεδομένου ότι το χρέος ανέρχεται σε 317 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 5% των 317 δισεκατομμυρίων ευρώ αντιστοιχεί με 16 δισεκατομμύρια ευρώ.
Τα σχόλια του Γ. Σταθάκη προκάλεσαν αναταραχές στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ, καθότι ο πρόεδρός του, Αλέξης Τσίπρας, επανειλημμένα έχει κάνει λόγο για μονομερή διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού χρέους, το οποίο όμως δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «επαχθές». Όπως θα περίμενε κανείς, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε τα σχόλια του Γ. Σταθάκη για να δείξει πως στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν διιστάμενες απόψεις ως προς το χειρισμό του ελληνικού χρέους και ως εκ τούτου δεν πρέπει να παίρνονται στα σοβαρά.
Σημειωτέον πως δεν υπάρχει κάποιος διεθνής ανεξάρτητος οργανισμός, στον οποίο να καταφεύγουν οι χώρες με υψηλά χρέη για να απαλλαγούν νόμιμα από το μέρος του χρέους τους που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «επαχθές».
ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΑΝ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΡΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟ
Πρόσφατα δημοσιοποιήθηκε νέα Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, με τίτλο «Η νέα οικονομική διακυβέρνηση στην ζώνη του ευρώ και η Ελλάδα».
Μεταξύ των άλλων πορισμάτων, στα οποία καταλήγει η εν λόγω έκθεση, είναι και το ακόλουθο:
«Στο μέλλον κάθε ελληνική κυβέρνηση, ανεξάρτητα αν υπογραφεί νέο μνημόνιο, θα πρέπει να κινείται εντός των νέων κανόνων οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Επίσης πρέπει να υπογράψει μαζί με άλλα κράτη- μέλη πάσης φύσης «συμβατικές διευθετήσεις» οι οποίες θα θέτουν τους όρους υπό τους οποίους θα χορηγείται βοήθεια μέσω των διαφόρων μηχανισμών. Από το 2014 βρισκόμαστε σε μια διαφορετική ΕΕ και Ευρωζώνη, δηλαδή σε μια νέα κατάσταση συλλογικής εποπτείας για τη δημοσιονομική της πολιτική και στενότερης συνεργασίας για τη γενικότερη οικονομική της πολιτική».
Οι συντάκτες της Έκθεσης εκφράζουν την άποψη ότι το υψηλό δημόσιο χρέος αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει σε υψηλότερη φορολογία, η οποία θα επιβραδύνει τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης. Στην άποψη αυτή κατέληξαν από το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια σε κράτη-μέλη της Ε.Ε. τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόσθηκαν συνέβαλαν στην πτώση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) και στην αύξηση της ανεργίας.
Οι συντάκτες της Έκθεσης συμπεραίνουν ότι κάτω από τις υφιστάμενες συνθήκες το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, το οποίο στο τέλος του 2013 ήταν 317 δισεκατομμύρια ευρώ, και αποτελούσε 170% του ΑΕΠ, στα επόμενα χρόνια θα συνεχίσει να παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Οι προβλέψεις αυτές του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή έρχονται σε αντίφαση με τις δηλώσεις του πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ότι από τα μέσα του 2014 η Ελλάδα δεν θα έχει ανάγκη περαιτέρω δανείων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί τις δανειακές της ανάγκες θα μπορεί να τις καλύπτει από τις χρηματαγορές.
Οι συντάκτες της Έκθεσης δικαιολογούν τις απόψεις τους παραπέμποντας στους νέους κοινοτικούς κανόνες οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής που θεσπίστηκαν πρόσφατα, και είναι δεσμευτικοί για τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Ένας από τους όρους αυτούς είναι οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, με άλλα λόγια τα δημόσια έξοδα να μην υπερβαίνουν τα δημόσια έσοδα. Αυτός ο όρος εν μέρει έχει ικανοποιηθεί στην Ελλάδα, δεδομένου ότι για το 2013 παρατηρήθηκε πρωτογενές πλεόνασμα του Προϋπολογισμού. Λέω εν μέρει, γιατί το πρωτογενές πλεόνασμα των 700 εκατομμυρίων ευρώ δεν περιλαμβάνει την πληρωμή των τόκων για το υφιστάμενο χρέος, ο οποίος τόκος ανέρχεται σε 9 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο.
Με άλλα λόγια, για να μπορέσει η Ελλάδα να ανταποκριθεί στους κοινοτικούς κανόνες, θα πρέπει να επιτύχει δύο πράγματα: την απαλλαγή από την πληρωμή των ετήσιων τόκων για μια σειρά ετών, και τη μείωση των επιτοκίων. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ένδειξη από την Ε.Ε. πως θα γίνουν αυτές οι παραχωρήσεις.
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Πάλι σύμφωνα με τους συντάκτες της υπό συζήτηση Έκθεσης, δυσοίωνο προβλέπεται το άμεσο μέλλον της Ελλάδας, δεδομένου ότι με πρόσφατη απόφαση της Ε.Ε. η κάθε χώρα-μέλος που λαμβάνει βοήθεια από την Ε.Ε. θα παραμένει σε κατάσταση αυστηρής επιτήρησης μέχρις ότου αποπληρώσει το 75% του χρέους.
Όταν λάβουμε υπόψη ότι το ελληνικό χρέος ανέρχεται στα 317 δισεκατομμύρια ευρώ, το 75% του χρέους αυτού αντιστοιχεί με 240 δισεκατομμύρια ευρώ, και ως εκ τούτου, η Ελλάδα θα είναι υπό επιτήρηση μέχρι να μειώσει το χρέος της κατά 240 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αυτό σημαίνει επιτήρηση για δεκαετίες, με άλλα λόγια συνέχεια των προγραμμάτων λιτότητας, αν στο εντωμεταξύ δεν γίνει καινούριο κούρεμα του χρέους.
Το ερώτημα που τίθεται είναι ποιες θα είναι οι κοινωνικές επιπτώσεις στην Ελλάδα από μια τόσο παρατεταμένη κατάσταση οικονομικής καχεξίας.
Δυστυχώς, οι φιλότιμες προσπάθειες της Ελληνικής Κυβέρνησης να οδηγήσει τη χώρα σε οικονομική ανάκαμψη, να πατάξει τη φοροδιαφυγή, και να αναδιοργανώσει τις δημόσιες υπηρεσίες, θα πάρουν χρόνια να αλλάξουν την επικρατούσα κατάσταση προς το καλύτερο.
Συγκεκριμένα, Ευρωπαίοι οικονομολόγοι υπολογίζουν πως θα χρειασθεί τουλάχιστον μια δεκαετία για να μπει η οικονομία της Ελλάδας σε τροχιά ανάκαμψης, πράγμα που σημαίνει πως για τη μείωση του χρέους κατά 75%, δηλαδή κατά 240 δισεκατομμύρια ευρώ, θα χρειασθεί τουλάχιστον το χρονικό διάστημα μιας ολόκληρης γενιάς.
Βέβαια είναι αμφίβολο πως οι δανειστές θα περιμένουν τόσα χρόνια για να πάρουν πίσω τα κεφάλαιά τους, και απεύχονται την χρεοκοπία του ελληνικού κράτους, πράγμα που θα σήμαινε την απώλεια του συνόλου των δανείων τους. Ως εκ τούτου, ενδέχεται να συγκατανεύσουν σε ένα έμμεσο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους.
Έμμεσο κούρεμα σημαίνει επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους, και παράλληλη μείωση του επιτοκίου, για να είναι σε θέση η Ελλάδα να πληρώνει τους τόκους, και παράλληλα να προβαίνει σε σταδιακή απόσβεση του χρέους.
Τώρα που η Ελλάδα έχει αναλάβει την Προεδρία της Ε.Ε., θα εξαρτηθεί από τις διαπραγματευτικές ικανότητες του Αντώνη Σαμαρά κατά πόσο η Ελλάδα θα εξασφαλίσει μια συμφωνία με την Ε.Ε., με τις λιγότερο αρνητικές επιπτώσεις για τη χώρα.