Χαίρομαι ειλικρινά κάθε φορά που συναντώ κάποιοn φίλο ή γνωστό, συνομήλικο, της σειράς μου που λέγαμε στο στρατό, που βρίσκεται και αυτός στο άνθος της τρίτης ηλικίας. Στους χιλιάδες αναγνώστες μας που επιμένουν να με ρωτούν σε ποio έτος θα πρέπει να τοποθετηθεί το… άνθος της τρίτης ηλικίας, επί τέλους και μετά από πολύμηνη μελέτη, θα μπορέσω να τοποθετήσω και με απλά μαθηματικά να τους εξηγήσω.

Αν λοιπόν τοποθετήσουμε την έναρξη της τρίτης ηλικίας στα εξήντα, πολλαπλασιάζουμε την ηλικία μας επί δύο, αυτό που θα βρούμε το διαιρούμε διά 17 και αφού βρούμε την τετραγωνική ρίζα του πηλίκου, την πολλαπλασιάζουμε με το έτος γεννήσεώς μας και το διαιρούμε διά τρία. Αυτό που θα βρούμε είναι το κέντρο του άνθους της δικής μας τρίτης ηλικίας, με συν ή πλην 5% πάνω–κάτω.

Τον παλιόφιλο τον Τάκη τον συνάντησα προχθές. Επιτρέψτε μου να σας τον «συστήσω», περιγράφοντάς τον. Περασμένα τα 70 και δεν θέλω αδιάκριτες ερωτήσεις. Καλοβαλμένος, άνετος, αρκετά ευκατάστατος, ανάποδος και εξακολουθεί να του λείπει πολύ η σύζυγος, που την έχασε εδώ και τρία χρόνια. Καλή γυναίκα η μακαρίτισσα που σίγουρα έχει καταταγεί μετά των… αγγέλων.
Με πήρε στο μονοκόμματο που λέμε:

«Απ’ ό,τι έμαθα δουλεύεις ακόμη… Κωστάκη. Εγώ δεν δουλεύω, όπως ξέρεις, αλλά μη με λυπάσαι γιατί δεν πλήττω, δεν πηγαίνω στο σύλλογο των ηλικιωμένων για να σκοτώσω την ώρα μου και σε λίγο θα σταματήσω να διαβάζω την εφημερίδα σας, γιατί ενημερώνομαι από πρώτο χέρι για τα νέα της παροικίας μας.
Δύο-τρεις κηδείες την εβδομάδα και ένα μνημόσυνο την Κυριακή και έχω παραγεμίσει την εβδομάδα μου. Σε κάθε κηδεία οι μισοί είναι φίλοι και γνωστοί. Μετά το «ζωή σε σας» και να «ζήσετε να την ή να τον θυμόσαστε» αρχίζει η σοβαρή συζήτηση. Μετά που «η… οικογένεια θα δεχθεί συλλυπητήρια στο Χωλ της εκκλησίας», θα τσιμπήσουμε κάτι και αρχίζει πλέον η σοβαρή συζήτηση. Ξέρεις ότι εγώ δεν πάω για να φάω. Δεν έχω ανάγκη. Σε συμβουλεύω να το δοκιμάσεις και να δεις ότι και στη δουλειά σου θα σε ωφελήσει.

Όλοι οι επιχειρηματίες, οι μεγάλοι και οι σοβαροί της παροικίας μας, τώρα που έχουν τα χρονάκια τους και δεν πολυδουλεύουν, στις εκκλησιές στριφογυρίζουν. Σε κηδεία και σε μνημόσυνα θα τους βρεις. Δοκίμασέ το Κωστάκη. Φεύγω γιατί θέλω να προλάβω την κηδεία του Θανάση».
Άλλη ιστορία ο φιλαράκος ο Βαγγέλης. Και αυτός στο… άνθος της τρίτης ηλικίας, σηκώθηκε κι  έφυγε από την Αυστραλία πριν δέκα χρόνια. Τον είχα συναντήσει, τυχαία, στην Αθήνα και ξαναθυμήθηκε την… πονεμένη ιστορία του:
«Εγώ τής το είπα της συζύγου, Κωστάκη. Τα παιδιά μας τα μεγαλώσαμε κυρά μου. Τα αποκαταστήσαμε, περιουσία φτιάξαμε, μια χαρά είναι και εμείς το κουμάντο μας το κάναμε για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο, μέχρι να τα τινάξουμε. Πάμε να ζήσουμε τα υπόλοιπά μας, τα λίγα μας τα χρόνια ή τα πολλά μας, στην Ελλάδα.
Ας έρχονται να μας βλέπουν και κάπου-κάπου, όσο αντέχουμε, θα πηγαίνουμε στην Αυστραλία, για να δούμε παιδιά κι εγγόνια. Δέκα μήνες στο νησί μου, που είναι και από τα πιο όμορφα της Ελλάδας και.. του κόσμου, ένα μήνα στο ορεινό κατσικοχώρι που γεννήθηκες και ένα μήνα στας Ευρώπας.
Τίποτα αυτή, Κωστάκη. «Εγώ θα μείνω με τα παιδιά μου και με τα εγγόνια μου». Τι της λες; Το είπα και το έκανα. Δεν ήλθε. Εγώ συνέχισα τη ζωή μου. Μένω στο νησί, έχω και μια καλή κοπέλα από τις… Φιλιππίνες και με φροντίζει και σήμερα, έτσι για να κάνω κάτι κι εγώ γι’ αυτήν, θα την πάω στις Φιλιππίνες να δει την μανούλα της και τις εννέα αδελφούλες της».

Τον συνάντησα, πέρσι, πάλι στην Αθήνα έξω από το «Υγεία», το Νοσοκομείο.
«Θα γυρίσω στην πατρίδα, Κωνσταντή. Θα γυρίσω να πεθάνω στη φωλιά που νόμισα ότι γκρέμισα. Θα γυρίσω να τελειώσω κοντά στα παιδιά, στα εγγόνια που μεγάλωσαν και στη σύντροφο που με περίμενε τόσο καιρό, βρίζοντας. Με πούλησε το θηλυκό. Μόλις κατάλαβε ότι δεν είμαι και πολύ μεγάλο κορόιδο, άρπαξε τα ρουχαλάκια της και την… έκανε με κάποιον λαδέμπορο. Παλιόγερος, μεγαλύτερος από μας, μετά συγχωρήσεως και σακάτης, κούφια η ώρα. Νόμισε ότι με τα λάδια του βρήκε γυναίκα να τον βοηθάει να περπατάει, να τραγουδάει και να… πηδάει. Κούνια που σε κούναγε λαδέμπορε. Μόλις την καταλάβει τι κουμάσι είναι, θα του έχει φάει το σπίτι, τα λάδια και τη μαγκούρα και θα έχει πετάξει σε άλλη αγκαλιά.

Επειδή και συ είσαι μιας κάποιας ηλικίας, καλοδιατηρημένος ευτυχώς, μακριά από σκούρες γυναίκες των Φιλιππίνων και άλλων τροπικών νήσων. Φεύγω για να προλάβω να δω τον εγγονό μου, που έχει και τα’ όνομά μου».

Δεν είναι πολύς καιρός που πολλοί φίλοι και γνωστοί, οι πιο πολλοί στο άνθος της τρίτης ηλικίας, συνοδεύσαμε τον Βαγγέλη στην… τελευταία του κατοικία.