Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ΗΠΑ (Fed) ανακοίνωσε ότι, βάσει των οικονομικών της μετρήσεων, η Τουρκία είναι σήμερα «η πιο ευάλωτη αναδυόμενη αγορά στο κόσμο», ακολουθούμενη από τη Βραζιλία και την Ινδία. Η ανάλυση της Fed συμπέρανε ότι οι πιο ευάλωτες οικονομικά αγορές είναι στις χώρες που έχουν προβεί στη μεγαλύτερη υποτίμηση του νομίσματός τους και σε εξίσου μεγάλες αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού.

Αυτή η κατάσταση «φωτογραφίζει» την περίπτωση της Τουρκίας, όπου η κεντρική της τράπεζα προχώρησε πριν μερικές ημέρες σε μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, από 4,5% σε 10% και από 7,75% σε 12%, προκειμένου να αποτρέψει την περαιτέρω υποτίμηση της τουρκικής λίρας, η οποία πέρυσι είχε υποχωρήσει κατά περίπου 30% έναντι του δολαρίου.

«Η λίρα έχει χάσει σχεδόν τη μισή της αξία σε σχέση με το δολάριο, από το 2008» τονίζει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, προσθέτοντας ότι πλέον έχει διαμορφωθεί μια ομάδα κρατών (Βραζιλία, Νότια Αφρική, Ινδία, Ινδονησία και Τουρκία), γνωστές και ως «Οι Εύθραυστες Πέντε» (Fragile Five) με εξαιρετικά ευάλωτες αγορές και αδύναμα νομίσματα.

«Οι αναδυόμενες αγορές έχουν πραγματικό πρόβλημα. Η λίστα περιλαμβάνει την Ινδία, την Ινδονησία, τη Βραζιλία, τη Τουρκία και τη Νότια Αφρική – γνωστές κι ως «Οι Εύθραυστες Πέντε», που χαρακτηρίζονται από δίδυμα δημοσιονομικά και τρεχουσών συναλλαγών ελλείμματα, χαμηλή ανάπτυξη, πληθωρισμό πάνω από τους στόχους και πολιτική αβεβαιότητα» σημειώνει, σε πρόσφατο άρθρο του, ο γνωστός καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, Νουριέλ Ρουμπινί, καταλήγοντας ότι «δυστυχώς, αυτή η μικρή “Τέλεια Καταιγίδα” στις αναδυόμενες αγορές γρήγορα εξαπλώθηκε στα χρηματιστήρια των ανεπτυγμένων οικονομιών».

Στην περίπτωση της Τουρκίας, οι αναλυτές ανησυχούν κι από το γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα της χώρας, σε μια προσπάθεια να απαλύνει τις πιέσεις της αγοράς που προκλήθηκαν από τις συνέπειες του σκανδάλου διαφθοράς που πλήττει την κυβέρνηση του πρωθυπουργού, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, από τις 24 Δεκεμβρίου 2013 μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2014 αναγκάστηκε να πουλήσει περίπου δυο δισεκατομμύρια ευρώ ξένου συναλλάγματος με αποτέλεσμα τα αποθεματικά της να μειωθούν σε 28 δισεκατομμύρια ευρώ.