Ο Νίκος Δήμου, εκτός από εξαίσιος διανοούμενος και συγγραφέας (55 βιβλίων) –από τους σοβαρότερους, πιο δημοφιλείς και πετυχημένους του τόπου μας– είναι αναμφίβολα ο οξυδερκέστερος μελετητής της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας. Μετά τον Εμμανουήλ Ροΐδη, εννοείται. Διότι με τρόπο μοναδικό διέγνωσε τις χρόνιες παθογένειες του Έλληνα και την κακοδαιμονία της φυλής του. Κι όλα αυτά συμπεριλαμβάνοντάς τα και αποδίδοντάς τα με μοναδικά μαστορικό κι επιγραμματικό τρόπο, σε αφοριστική μορφή, σ’ ένα ισχνό βιβλιαράκι μόλις 80 σελίδων που κυκλοφόρησε πριν 39 χρόνια (1975) με τον εύγλωττο τίτλο «Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας». Το τελευταίο υπήρξε βιβλίο-σταθμός και, λόγω συγκυρίας, παραμένει όσο ποτέ άλλοτε επίκαιρο και συζητείται ακόμη.
    Από καιρό σκόπευα να μιλήσω για τούτο το πόνημα. Διότι δεν πρόκειται απλώς για ένα «βιβλίο», αλλά για τη «Βίβλο» αυτογνωσίας του σύγχρονου Έλληνα. Την αφορμή μού την έδωσε, απροσδόκητα, ένα σύντομο πλην αξιοπρόσεκτο άρθρο του ίδιου του Δήμου υπό τον τίτλο «Πότε θα γίνουμε Έλληνες;» που πρωτοδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα protagon.gr και αναδημοσιεύτηκε στο «Ν.Κ.» πρόσφατα. Το παραπάνω κείμενο του Δήμου με εξέπληξε, ομολογώ. Όχι βέβαια εξαιτίας του περιεχομένου του (που και εύστοχο και αντικειμενικό και σωστό είναι), αλλά εξαιτίας των διαπιστώσεων κι ερωτημάτων που θέτει. Διότι σίγουρα ούτε πρωτάρης είναι σε όσα θίγει, ούτε και αφελής. Πολύ περισσότερο όταν όλες αυτές τις διαπιστώσεις και απορίες τις έχει απαντήσει ο ίδιος εδώ και δεκαετίες μέσα από αναρίθμητα άρθρα του μα, προπάντων, μέσα από το προαναφερθέν βιβλίο του, όπως αποκαλύπτει η ακόλουθη τεκμηρίωση του ισχυρισμού μου.
    Κατ’ αρχήν να υπενθυμίσω ότι αφορμή του εν λόγω άρθρου του Δήμου υπήρξε μια περιδιάβαση του τελευταίου στην ελληνική επικράτεια, απ’ την οποία προέκυψε και το συνακόλουθο σκεπτικό και οι συναφείς παρατηρήσεις του: «Το σκεπτόμουνα τις τελευταίες ηλιόλουστες Αλκυονίδες ημέρες, όπου διέσχισα τη χώρα, οδηγώντας. Σκουπίδια όπου και να κοιτάξεις, χωματερές, σπίτια-κύβοι από μπετόν με όρθιες τρίχες στην ταράτσα, βάρβαρες επιγραφές κι ακόμα πιο βάρβαρα γκράφιτι. Κάτω από κάθε πέτρα, μια απάτη. Χυδαία κείμενα κρέμονται στα περίπτερα. […] Χωρίς εθνικιστικές υπερβολές, αυτή η χώρα είναι πανέμορφη. Κι αν στα τοπία προσθέσει κανείς και τα μνημεία (κι αυτά πια μέρος του τοπίου αποτελούν) είναι πραγματικά ξεχωριστή. […] Εδώ έρχεται το ερώτημα: άραγε μας αξίζει να ζούμε σε ένα τέτοιο τόπο και να μιλάμε μία τέτοια γλώσσα;»
    Προς τι όμως εξανίσταται ο αγαπητός κύριος Δήμου; Πάντα η καταστροφή του περιβάλλοντος (μεταξύ πολλών άλλων «καταστροφών») δεν αποτελούσε αγαπημένο «χόμπι» των Νεοελλήνων; Και προς επίρρωσιν αυτού, ιδού τι ακριβώς έγραφε ο ίδιος πριν σχεδόν τέσσερις δεκαετίες: «Όλη τη μεθοδικότητα και το σύστημα που μας λείπουν από την καθημερινή μας ζωή και εργασία, τις συγκεντρώνουμε στη μυστική αποστολή μας: να καταστρέφουμε όσο γίνεται πιο αποτελεσματικά αυτόν τον ωραίο τόπο που μας έταξεν η μοίρα». Και οι εξηγήσεις του γι’ αυτή την καταστροφική μανία: «Η αλήθεια είναι πως ο τόπος τούτος είναι τόσο όμορφος, που ώρες-ώρες η ομορφιά του βαραίνει την ψυχή μας, σαν τη σκιά των προγόνων μας. Άλλο ένα νεο-ελληνικό πλέγμα». Όσο για το ερώτημα αν «μας αξίζει να ζούμε σε ένα τέτοιο τόπο», η θέση του είναι σαφής: «Κάπου μέσα μας πιστεύουμε πως δεν είμαστε άξιοι να ζήσουμε σ’ έναν τόσο ωραίο τόπο. Και προσπαθούμε να τον φέρουμε “στα μέτρα μας”. Στο επίπεδό μας. Έτσι τον χτίζουμε στο τσιμέντο και στο σκουπίδι».
    Ποια, λοιπόν, είναι η θέση του ‘Έλληνα μέσα σ’ όλο αυτό το σκηνικό; Η απάντηση του Δήμου: «Ό,τι έφτιαξαν η φύση κι οι Αρχαίοι… (Αυτά, τώρα, έχουν γίνει ένα). Κι εμείς, θίασος ποικιλιών, πλανιόμαστε μέσα σε μεγαλόπρεπα σκηνικά τραγωδίας. / Αναζητώντας στα παρασκήνια, πίσω απ’ τα σκηνικά να βρεις την αληθινή μορφή του τόπου σου – ανακαλύπτεις με τρόμο πως δεν είναι σκηνικά, παρά αληθινή πέτρα και βράχος. Μόνο εσύ είσαι ψεύτικος. Ηθοποιός. Καμποτίνος!»
    Δεν είναι διόλου τυχαίο που αφετηρία του εν λόγω άρθρου του Δήμου είναι η διαπίστωση: «Όσο πιο ερωτευμένος είσαι με αυτή τη χώρα – τόσο πιο εύκολα γίνεσαι ανθέλληνας». Κάτι αντίστοιχο δηλαδή που είχε παρατηρήσει και ο Αυστραλός νομπελίστας και φιλέλληνας Πάτρικ Γουάιτ: «Η Ελλάδα είναι μια μεγάλη απελπιστική φρενίτιδα γι’ αυτούς που την κατανοούν».

(Σημ.: Όλα τα παραπάνω αποσπάσματα-αφορισμοί προέρχονται από το βιβλίο του Νίκου Δήμου «Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας», εκδ. Ερμειάς, 9η έκδ., Αθήνα 1978.

*«Ψεγάδια στον καθρέφτη», μτφ. Γιάννης Βασιλακάκος, εκδ. Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 2008).