Την έκρυθμη κατάσταση της Qantas όπου απειλούνται να χάσουν τη θέση τους 5.000 εργαζόμενοι, εκ των οποίων οι 1.000 είναι από τη Βικτώρια, πυροδοτεί και η επέμβαση των εργατικών συνδικάτων που ορκίζονται να πολεμήσουν για κάθε θέση που απειλείται.
Ο διευθύνων σύμβουλος του αερομεταφορέα, Άλαν Τζόις, εντούτοις, προειδοποιεί ότι «κινητοποιήσεις των συνδικάτων δεν θα έχουν άλλο αποτέλεσμα από το να προσθέσουν λάδι στη φωτιά».
Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός Τόνι Άμποτ, αρνείται κατηγορηματικά ότι δεν διευκρινίζει τη θέση του όσον αφορά την κυβερνητική εγγύηση, τονίζοντας ότι «θα ήταν άδικο για την Virgin, τη Rex και άλλες μικρότερες εταιρίες (να δοθεί εγγύηση στην Qantas).
«Ό,τι κάνεις για μια επιχείρηση, οφείλεις να κάνεις το ίδιο και για μια άλλη συναφή. Και αυτό ακριβώς το πρόβλημα αντιμετωπίζουμε αυτή τη στιγμή με την αίτηση της Qantas για κυβερνητική εγγύηση. Εκείνο, όμως, το οποίο θα ήθελα να τονίσω είναι ότι αν πραγματικά είμαστε σοβαροί στην πρόθεσή μας να βοηθήσουμε τον εν λόγω αερομεταφορέα -και πρέπει να πω ότι όντως είμαστε-, θα πρέπει να απαλλαγούμε από τον φόρο του άνθρακα και μετά να προχωρήσουμε προσεκτικά αναφορικά με τους περιορισμούς που επιβάλλει στην Qantas to Sale Act».
Σκληρή κριτική δέχεται η ηγεσία του αερομεταφορέα για τις αυξήσεις μέχρι και 82% στις αποδοχές τους, από το 2010, παρά την κρίση που αντιμετωπίζει.
«Πίνουν το αίμα της εταιρίας χωρίς καμία στρατηγική που θα την οδηγούσε σε βελτίωση της κατάστασης» θα πει ο γενικός γραμματέας του Εθνικού Συνδικάτου Εργαζομένων στα Μεταφορικά Μέσα, Τόνι Σέλντον.
Ο γενικός διευθυντής της Virgin Australia, Tζον Μποργκέτι, θα πει ότι «ο εναέριος πόλεμος έχει αφήσει και τους δύο αερομεταφορείς να αιμορραγούν» προσθέτοντας ότι οι ανταγωνιστές τους «δεν αξίζουν κυβερνητικής βοήθειας».
«Η εποχή του ποιος δικαιούται στήριξη, πρέπει να εκλείψει. Η καλύτερη βοήθεια που θα μπορούσε να προσφέρει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι η κατάργηση του φόρου του άνθρακα που απορροφά από τη βιομηχανία εκατομμύρια δολάρια».