Την περασμένη εβδομάδα ανέφερα ότι σήμερα θα κλείσω τη σειρά αυτή, για τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, με την Επανάσταση του 1843 για την καθιέρωση Συντάγματος.
Επειδή ένα από τα αίτια που οδήγησαν στην Επανάσταση του 1843 ήταν η οικτρή οικονομική κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα, θα χρειασθεί να κάνω μια σύντομη αναδρομή στα προηγούμενα χρόνια.
Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, και συγκεκριμένα το 1824 και το 1825, η Ελλάδα πήρε δύο δάνεια από την Μεγάλη Βρετανία, συνολικού ύψους 2.800.000 λιρών.
Το 1827 η Ελλάδα ζήτησε καινούριο δάνειο από την Ευρώπη, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στην αποπληρωμή μέρους των δύο προηγούμενων δανείων, και για να βοηθήσει την ανόρθωση της οικονομίας – ότι με άλλα λόγια γίνεται τα τελευταία χρόνια.
Το αίτημα για νέο δάνειο δεν είχε γίνει αποδεκτό από τους Ευρωπαίους, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να αναγκαστεί να κηρύξει πτώχευση το 1827, πριν ακόμη σχηματισθεί το ανεξάρτητο κράτος.
Οι οικονομικές δυσπραγίες της Ελλάδας συνεχίστηκαν και κατά την περίοδο που Κυβερνήτης ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας (1828-1831), και επιδεινώθηκαν με την έλευση στην Αθήνα του Όθωνα και των Βαυαρών συνοδών του, με αποτέλεσμα την κήρυξη νέας πτώχευσης το 1843.
Ο Νίκος Γ. Σβορώνος, στο βιβλίο του «Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας», Θεμέλιο, Αθήνα 1976, γράφει τα ακόλουθα για την περίοδο εκείνη:
«Το 1843 η Ελληνική Κυβέρνηση κήρυξε επίσημα πτώχευση κάνοντας έκκληση για πίστωση εκ μέρους των προστάτιδων δυνάμεων (Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας). Η υπόθεση ήρθε στη συνεδρίαση του Λονδίνου, που έθεσε αυστηρούς όρους για να βοηθήσει την Ελλάδα. Η εξέγερση (εννοεί την Επανάσταση του 1843) ξέσπασε στην Αθήνα την ίδια μέρα της επικύρωσης της οικονομικής σύμβασης του Λονδίνου, που εκχωρούσε όλους τους πόρους της Ελλάδας στην εξυπηρέτηση του δανείου», σελ. 83.
Προσέξτε τον όρο που έθεσαν οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις για το νέο δάνειο: όλοι οι πόροι του ελληνικού κράτους θα πήγαιναν στην εξυπηρέτηση του χρέους! Και αυτό μια εποχή που τα έσοδα του ελληνικού κράτους ήταν πενιχρά, η χώρα ρημαγμένη, τα έργα υποδομής ανύπαρκτα, και ο δημόσιος τομέας βρισκόταν σε υποτυπώδη κατάσταση.
Με άλλα λόγια, διαπιστώνουμε πως οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις – η Τρόικα της εποχής εκείνης – δεν διέφερε και πολύ από την Τρόικα των ημερών μας, αλλά και πως η Ελλάδα δεν διδάχθηκε από τα σφάλματα του παρελθόντος, και εξακολουθεί να είναι επιρρεπής στη δανειοληψία, με αποτέλεσμα να είναι εκτεθειμένη στα συμφέροντα και στις βουλές των δανειστών της.
Ένας, λοιπόν, από τους λόγους της Επανάστασης του 1843 ήταν οικονομικός. Υπήρξαν όμως και πολιτικοί και κοινωνικοί λόγοι, με αποτέλεσμα την λαϊκή εξέγερση, με τη συμμετοχή του στρατού, για να τεθεί τέρμα στην απολυταρχία και στην ξενοκρατία.
Να σημειώσω εδώ πως το 1835 ο Όθων είχε ενηλικιωθεί, και ως εκ τούτου από τότε είχε αναλάβει ο ίδιος τη διακυβέρνηση της χώρας ως βασιλιάς, την οποία από το 1833 μέχρι το 1835 ασκούσε η τριανδρία Άρμανσμπέργκ, Μάουερ και Έιντεκ.
Παρόλο που μετά την ενηλικίωσή του ο Όθων άρχισε να διορίζει και Έλληνες σε κάποιες κυβερνητικές θέσεις, οι τρεις πρώην αντιβασιλείς συνέχισαν να καθορίζουν την πολιτική της χώρας από τα παρασκήνια, με αποτέλεσμα η ξενοκρατία να είναι εμφανής σε όλους τους τομείς του ελληνικού κράτους.
ΑΠΟ ΛΑΟΦΙΛΗΣ, ΛΑΟΜΙΣΗΤΟΣ Ο ΟΘΩΝ
Στα Απομνημονεύματά του ο Μακρυγιάννης αναφέρει και έναν άλλο λόγο που συνέβαλε στην αλλαγή των αισθημάτων του ιδίου προς τον Όθωνα.
Με την ανάληψη της εξουσίας από τους Βαυαρούς, αγνοήθηκαν εντελώς οι αγωνιστές της Επανάστασης του 1821. Παράλληλα, κατά τα πρώτα χρόνια της αντιβασιλείας διαλύθηκε ο ελληνικός στρατός, και αντικαταστάθηκε από βαυαρικά μισθοφορικά σώματα, τα οποία συμπεριφέρονταν ως δυνάμεις κατοχής, ενισχύοντας το λαϊκό αίσθημα πως στην Ελλάδα είχε επιβληθεί καθεστώς ξενοκρατίας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες η λαϊκή οργή συνεχώς διογκωνόταν, μέχρι που αποκρυσταλλώθηκε η άποψη πως οι Έλληνες, μετά την αποτίναξη της τουρκοκρατίας, έπρεπε να αναδυθούν σε έναν νέο αγώνα για να απαλλαχθούν από την βαυαροκρατία και την βασιλική απολυταρχία.
Αγωνιστής από τη φύση του, αγνός πατριώτης, αλλά και προικισμένος με ασυνήθιστη διαίσθηση, ο Μακρυγιάννης διέγνωσε έγκαιρα την ανάγκη για ανάληψη ηγετικού ρόλου σε ένα κίνημα, στόχος του οποίου ήταν η επίτευξη των σκοπών της Επανάστασης του 1821, με άλλα λόγια η δημιουργία ενός ελληνικού κράτους, με Έλληνες ηγέτες, στο οποίο οι πολίτες θα απολάμβαναν τα αγαθά της ελευθερίας, με γνώμονα την αξιοπρέπεια και αξιοκρατία.
Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, στην Εισαγωγή του στα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, κάνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις, τις οποίες μεταφέρω μεταγλωττισμένες στη δημοτική, καθότι είναι διατυπωμένες σε άκρα καθαρεύουσα:
«Ολόκληρη η βασιλεία του Όθωνα, από το 1833 μέχρι το 1848, δεν είναι τίποτε άλλο από μια σειρά συνωμοσιών, στάσεων, ανταρσιών, κτλ., λόγω της δυσαρέσκειας κατά του στρατιωτικού κατεστημένου. Όλα τα επαναστατικά κινήματα που είχαν εκραγεί στην Πελοπόννησο και στην Στερεά Ελλάδα κατά το διάστημα εκείνο, καθώς και το Σύνταγμα του 1843, ήταν έργα των παλαιών αγωνιστών της Μεγάλης Επανάστασης.
{…}Παράλληλα, η συμπεριφορά του Μακρυγιάννη από την άφιξη του Όθωνα δεν ήταν τίποτε άλλο από τη στάση ενός αγωνιστή, ο οποίος είχε συνείδηση της μεγάλης προσφοράς του στην πατρίδα, αλλά αισθανόταν ότι είχε αδικηθεί όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και όλοι οι συναγωνιστές του, οι οποίοι όχι μόνο λιμοκτονούσαν, αλλά αισθάνονταν και παραμελημένοι, και πολλοί είχαν ελεεινό τέλος», σελ. 52.
Ο απολυταρχικός τρόπος της διακυβέρνησης της Ελλάδας, παράλληλα με την οικονομική καχεξία της χώρας, διόγκωνε την λαϊκή οργή εναντίον του βασιλιά.
ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1843
Για τους παραπάνω λόγους, αγωνιστές του 1821, όπως ο Μακρυγιάννης, ο Ανδρέας Μεταξάς και ο Ανδρέας Λόντος, ανέλαβαν την πρωτοβουλία για ένα κίνημα που θα έθετε πίεση στον βασιλιά Όθωνα να αναγνωρίσει πως η ξενοκρατία και η απολυταρχία έπρεπε να αντικατασταθούν από ένα σύστημα, το οποίο θα έδινε στο λαό τη δυνατότητα να εκφράζει τις απόψεις του για τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας. Ο Μακρυγιάννης μύησε στο κίνημα και τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη.
Δεδομένου ότι στα δημοκρατικά καθεστώτα της Ευρώπης το Σύνταγμα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για έναν ομαλό τρόπο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, το κύριο αίτημα του κινήματος της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 ήταν να συγκατανεύσει ο βασιλιάς στη θέσπιση Συντάγματος στην Ελλάδα.
Το κίνημα προγραμματιζόταν για την 25η Μαρτίου 1844, επειδή όμως οι διοργανωτές του διαπίστωσαν πως κάποιες πληροφορίες διέρρεαν στην αστυνομία, αποφάσισαν να το επισπεύσουν, και έτσι έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου 1843.
Πλήθος λαού, με τη συμπαράσταση του στρατού υπό την αρχηγία του Ι. Καλλέργη, συγκεντρώθηκε στην πλατεία μπροστά στα ανάκτορα (γνωστή τώρα ως πλατεία Συντάγματος), και υποχρέωσε τον βασιλιά Όθωνα να συγκατανεύσει στο λαϊκό αίτημα, και να δεχθεί την πρόταση του Μακρυγιάννη για τη σύγκληση Εθνικής Συνέλευσης για την εκπόνηση Συντάγματος.
Η Εθνική Συνέλευση άρχισε τις εργασίες της τον Νοέμβριο του 1843 και το Σύνταγμα ψηφίσθηκε τον Μάρτιο του 1844. Αυτό ήταν ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη.
Η ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ
Το ακόλουθο απόσπασμα από τον Επίλογο των Απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη αποτελεί, κατά την άποψή μου, τον καλύτερο ύμνο για τον πατριωτισμό:
«Γράφουν σοφοί άντρες πολλοί, γράφουν τυπογράφοι ντόπιοι και ξένοι διαβασμένοι για την Ελλάδα – ένα πράμα μόνον με παρακίνησε κ’ εμένα να γράψω, ότι τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμεν κι όλοι μαζί και να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει εγώ. Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομεν χωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί…», σελ. 517-518.
Λόγια ανεπανάληπτα, από έναν μεγάλο αγωνιστή, και ένθερμο πατριώτη, που πρέπει να αποτελούν εθνική παρακαταθήκη. Σύμβολο του Νέου Ελληνισμού αποτελεί ο Στρατηγός Μακρυγιάννης, και παράδειγμα ήθους και αγωνιστικότητας για το κοινό καλό.