ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ σας λέω (αν και, κατά βάθος, είμαι βέβαιος ότι έχετε κάθε λόγο να μη με πιστέψετε) σήμερα δεν έχω πρόθεση να συγχύσω κανέναν.
ΤΩΡΑ θα μου πείτε ότι και η Μαρία Ρεπούση δεν είχε πρόθεση να εξοργίσει τους «εθνικά σκεπτόμενους» (και χουλιγκάνικα συμπεριφερόμενους) Έλληνες, αλλά δεν τα κατάφερε.
ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΗ στις αιτίες της Μικρασιατικής Καταστροφής με μια (άστοχη) λέξη της κατάφερε να προκαλέσει (άτακτο) «συνωστισμό» στο… εθνικόφρον στρατόπεδο, που δεν ανέχεται μύγα στη κόψη του τρομερού σπαθιού του.
ΑΝ και έχουν περάσει σχεδόν δέκα χρόνια, από τότε οι χρυσαυγίτες κάθε απόχρωσης (συμπεριλαμβανομένων και αρκετών γαλάζιων) τη θυμούνται και την… τιμούν σε κάθε ευκαιρία και Εθνική Εορτή.
ΓΙΑ καλό και για κακό, όμως, σήμερα, θα παρακαλούσα τους… φλογερούς πατριώτες «να δώσουν τόπο στην οργή» και να μη συνεχίσουν την ανάγνωση της στήλης.
ΑΝ με αγνοήσουν, θα πρέπει να έχουν κατά νου ότι παίρνουν την τύχη της διάθεσής τους στα χέρια τους. Όσοι τολμήσουν ας συνεχίσουν…
ΛΟΙΠΟΝ, φέτος για πρώτη φορά (θα τολμήσω να ομολογήσω) ο εορτασμός της εθνικής μας επετείου στην πατρίδα ήταν ανάλογος του κλίματος (και του πνεύματος) που επικρατούσε κατά την διάρκεια του Αγώνα.
ΕΤΣΙ και οι αντιμαχόμενοι για την «αληθινή ιστορία», δεν είχαν ξεχάσει τα… καριοφίλια στα σπίτια τους, θα είχαμε ζήσει μια ακόμα ένδοξη (και πραγματική) σελίδα του 1821.
ΤΗΝ «εθνική παράσταση» αυτή τη φορά δεν την έκλεψε ο… συνήθης ύποπτος (και πάντα παρελαύνων) επίσημος εορτασμός, τον οποίο παρακολούθησαν στην (σημαιοστολισμένη) πλατεία της «οργής» μόνο οι μπάτσοι, αλλά ο εμφύλιος που ξέσπασε…
ΕΝΑΣ εμφύλιος, που αυτή τη φορά δεν διεξήχθη στις βουνοκορφές του (κοτζαμπάσικου) Μοριά και της (αρματολής) Ρούμελης, αλλά στα τηλεοπτικά στούντιο των καναλιών, στις σελίδες των εφημερίδων και, (βεβαίως) στα… social media.
ΣΤΑ τελευταία και αν έγινε «το έλα δεις» αφού πλέον, «όπου γάμος και χαρά και τα… social media μπροστά».
ΔΕΝ έχει σημασία αν οι περισσότεροι χρήστες του facebookl και του twitter είναι (ντιπ!) ανιστόρητοι. Σημασία έχει ότι είναι… τεχνολογικά ενήμεροι και έχουν για τα πάντα άποψη.
ΤΟΝ νέο… εμφύλιο, που δεν διέφερε σε πείσμα (και ξεροκεφαλιά) από αυτόν που διεξήχθη από την πρώτη ως την τελευταία μέρα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, την πρώτη καριοφιλιά, που ανάγκασε τους αντιπάλους του να τραβήξουν τα… γιαταγάνια τους, την έριξε ο «δυστυχής» (που η μοίρα του επιφύλαξε να… γεννηθεί Έλληνας), Νίκος Δήμου.
ΒΕΒΑΙΑ, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο συγγραφέας του «Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας», διατύπωσε τις απόψεις του για το (πραγματικό 1821), αλλά, ενδεχομένως, είναι η πρώτη φορά που το διάβασαν ορισμένοι από αυτούς που αντέδρασαν και ζήτησαν να τον κρεμάσουν στο Σύνταγμα.
ΤΟ τι έγραψε ο Νίκος Δήμου και, τι του απάντησε η Ιερά Σύνοδος, τα δημοσιεύουμε σήμερα στη σελίδα 10 και, ως εκ τούτου, βγάλτε τα συμπεράσματά σας.
ΤΟ τι άκουσε ο Δήμου, κυρίως από τους χρυσαυγίτες και λοιπούς δεξιόστροφους χρήστες των social media (αρκετοί από τους οποίους προέρχονται από το στενό περιβάλλον του… νεορθόδοξου Αντώνη Σαμαρά) δεν είναι τίποτα μπρος στο τι έσυραν (και πάλι) στη Μαρία Ρεπούση.
ΕΠΕΙΔΗ, όμως, η επικαιρότητα τρέχει και έχουμε και άλλα θέματα που πρέπει να καταπιαστούμε, θα αφήσω το θέμα εδώ, συμπυκνώνοντας αφαιρετικά (σε δυο-τρεις παραγράφους αν τα καταφέρω) παλαιότερες απόψεις μου.
ΟΛΟΙ οι λαοί του πλανήτη, στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν το ζωτικό γεωγραφικό χώρο που θα τους επιτρέψει να ζήσουν μαζί, επικαλέσθηκαν μύθους, θρύλους και (ανύπαρκτα) ηρωικά κατορθώματα, προκειμένου να δημιουργήσουν την απαραίτητη εθνική συνείδηση.
ΜΕ δυο κουβέντες, δεν είμαστε οι μόνοι, αφού την ίδια συνταγή ακολούθησαν και άλλοι λαοί. Με τη διαφορά ότι οι άλλοι λαοί έχουν φροντίσει να ξεχωρίσουν τη λαϊκή μυθολογία από την πραγματική ιστορία που είναι ένας «ζωντανός οργανισμός» εν εξελίξει. Κάτι που ακόμα (επίσημα τουλάχιστον) δεν έχουμε κάνει εμείς.
ΚΑΙ δεν πρόκειται να κάνουμε ποτέ το απαραίτητο βήμα, που οφείλουμε στην ιστορία (και τις μελλοντικές γενιές), αν δεν προχωρήσουμε, χωρίς μυθολογικές προκαταλήψεις, στο «γνώθι εαυτόν».
ΑΝ δεν δεχθούμε ότι το να είσαι Έλληνας δεν διαφέρει σε τίποτα από το να είσαι Γερμανός, Ιάπωνας, Αμερικανός ή Κολομβιανός. Και οι υπόλοιποι είναι το ίδιο περήφανοι για την καταγωγή τους και τους προγόνους τους όπως και εμείς.
ΜΙΑ ματιά (χωρίς εθνικιστικές παρωπίδες) να ρίξει κανείς στην ιστορία του Ελληνικού Έθνους θα αντιληφθεί ότι δεν συνάδει καθόλου με όσα (μεγαλειώδη και λαμπρά) αποδίδουμε στους εαυτούς μας.
ΜΕ δυο κουβέντες: μια πτωχή βαλκανική (και χρεοκοπημένη) χώρα είμαστε 10 εκατομμυρίων ψυχών, που με τα καμώματά μας φροντίζουμε συστηματικά (χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε) να πείσουμε, ακόμα και τους πιο δύσπιστους, ότι ουδεμία σχέση έχουμε με τους αρχαίους Έλληνες, την παιδεία τους και τον πολιτισμό τους.
ΚΑΙ αν, βέβαια, απουσίαζε ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός και, στη συνέχεια, ο γερμανικός ρομαντισμός, θα είμαστε ακόμα… Ρωμιοί και δεν θα γνωρίζαμε ότι στον ίδιο τόπο έζησαν άνθρωποι που προσπάθησαν να αιτιολογήσουν την ύπαρξή τους και να βάλουν με τα πνευματικά τους έργα (και όχι με τα όπλα) τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού. Αυτά τα λίγα (πατριωτικά) και πάμε πιο κάτω.
ΕΝΑΣ μικρός… εμφύλιος, για εντελώς διαφορετικούς λόγους, αλλά και πάλι με την ευκαιρία της Εθνικής μας Επετείου, έλαβε χώρα και στην παροικία μας, που το περασμένο Σαββατοκύριακο τίμησε το ‘21, χωρίς να λάβει μέρος στον… εθνικό καυγά.
ΕΔΩ ο… εμφύλιος δεν ξέσπασε για την «παρουσία» του Παλαιών Πατρών Γερμανού στην Επανάσταση, αλλά για την «απουσία» της προξένου Χριστίνας Σημαντηράκη, από ορισμένες εκδηλώσεις για την Επέτειο.
ΜΕΝΕΑ έπνεαν ορισμένοι φορείς της παροικίας γιατί η πρόξενος δεν παραβρέθηκε, για να τιμήσει με τη θαλπωρή της επίσημης κρατικής εξουσίας, τις εκδηλώσεις που έκαναν για την 25η Μαρτίου.
«ΓΙΑΤΙ επήγε σε αυτούς και όχι σε εμάς;» ήταν το κορυφαίο επιχείρημά τους και ο εθνικός (αγιάτρευτος) πόνος τους. Μη λαμβάνοντας υπόψη τους ότι η πρόξενος πήγε σε όσες εκδηλώσεις της επέτρεψε ο αμείλικτος χρόνος να πάει.
ΕΧΟΥΝ διαχρονικά τέτοιο «κόλλημα» με την προξενική παρουσία, που παίρνουν ψυχοφάρμακα για να καλμάρουν μετά από κάθε προξενική απουσία.
ΠΑΡΟΜΟΙΑ εξάρτηση έχουν αρχίσει να αποκτούν τελευταία και με τον πρόεδρο της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, τον οποίο και καλούν σε όλες τις εκδηλώσεις.
ΚΑΙ αφού έτσι έχουν τα πράγματα, προτείνω στον πρόεδρο της Κοινότητας και στην κ. Σημαντηράκη να έλθουν σε κάποια (προφορική έστω…) συμφωνία, ώστε όπου πηγαίνει ο ένας να εκπροσωπεί (ΕΠΙΣΗΜΑ!) και τον άλλο, για να μην απουσιάζουν (μαζί) και οι δύο… Θεσμοί.
ΠΡΙΝ λίγες μόλις βδομάδες έγραφα ότι η κυρία Σημαντηράκη, είναι χαμηλών τόνων και ουδεμία σχέση έχει με την… ωραία Ελένη που αντικατέστησε.
ΑΣΕ που έχει και ένα μικρό παιδάκι και πρέπει (πού και πού) να περνά κανένα Σαββατοκύριακο και με τον… άνδρα της.
ΚΑΙ ερωτώ: αν είσαστε στη θέση της θα πηγαίνατε κάθε Σαββατοκύριακο (ακόμα και αν σας πλήρωναν) στις βαρετές και μελαγχολικά επαναλαμβανόμενες παροικιακές εκδηλώσεις, να ακούσετε και να πείτε τα ίδια και τα ίδια, τρώγοντας κατεψυγμένο κοτόπουλο και (προμαγειρεμένα) μπιζέλια;
ΟΧΙ βέβαια και με το δίκιο σας. Κανείς δεν θα άντεχε να κάνει κάτι τέτοιο. Αφήστε την, λοιπόν, ήσυχη τη χριστιανή, να δει τα αξιοθέατα της πόλης και να κάνει και τίποτα άλλο.
ΕΠ’ ευκαιρία, να προσθέσω εδώ ότι, η απουσία του Βασίλη Παπαστεργιάδη από τις εκδηλώσεις της Εθνικής μας Επετείου το περασμένο Σαββατοκύριακο δεν οφείλεται στις δικές μου παροτρύνσεις, που παθαίνω αλλεργία με τις εκδηλώσεις εθνικού περιεχομένου.
Ο πρόεδρος της Κοινότητας, τραυματίστηκε την περασμένη Παρασκευή (σοβαρά) σε ποδοσφαιρικό αγώνα προετοιμασίας προκειμένου να μεταγραφεί από την Κοινότητα (μετά την αποπεράτωση του Πολιτιστικού Κέντρου) στην Μπαρτσελόνα, γιατί εδώ και χρόνια ονειρεύεται να γίνει συμπαίκτης του Λιονέλ Μέσι.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τους θεράποντες ιατρούς, θα μείνει εκτός γηπέδων τουλάχιστον 8 μήνες και εκτός Κοινότητας -για να χαρούν και οι άσπονδοι φίλοι του- πέντε-έξι εβδομάδες.
ΕΚΤΟΣ από τις πατριωτικές εορταστικές επιστολές για την 25η Μαρτίου, ο προχθεσινός «Νέος Κόσμος» δημοσίευσε και δύο συγκλονιστικές και ολιγόλογες επιστολές δύο ηλικιωμένων συμπαροίκων, του Γιάννη Αλεξίου και του Νίκου Ιωαννίδη.
ΑΞΙΖΕΙ να τις διαβάσατε όσοι δεν τις έχετε διαβάσει και να τις ξαναδιαβάσετε όσοι ήδη το κάνατε. Ο πρώτος, γράφοντας στον υφυπουργό Γεροντόπουλο, για λογαριασμό όσων ακόμα περιμένουν να λάβουν σύνταξη από την πατρίδα, λέει τα εξής φοβερά λόγια: «Είμαστε όλοι ηλικιωμένοι και οι περισσότεροι ογδοντάρηδες και άρρωστοι. Γιατί μας ταλαιπωρείτε;».
ΤΟ μόνο, δε, που ζητά από τους αρμόδιους της πατρίδας είναι «να πουν σε όλους όσους περιμένουν να πάρουν σύνταξη την αλήθεια και να πάψουν να τους κοροϊδεύουν»!
ΑΚΟΜΑ πιο ωμό και, γι’ αυτό πιο συγκλονιστικό ήταν το γράμμα του Νίκου Ιωαννίδη, που συμπυκνώνει το δράμα των ατόμων της ηλικίας του σε τρεις αράδες: «Οι γέροι κλαίνε γιατί τα παιδιά τους, τους βάζουν στα γηροκομεία τη στιγμή που γνωρίζουν ότι είναι μια χαρά στην υγεία τους…».
Ο Αλέξης Ντουντουλάκης, η διαχρονικά πιο γνώριμη (και οικεία) φωνή του ελληνικού ραδιοφωνικού προγράμματος της SBS, εγκαταλείπει τα χαρακώματα της ενημέρωσης.
ΜΑΖΙ με τη Ρένα Φραγκιουδάκη, τους δικούς μας Κώστα Νικολόπουλο και Σωτήρη Χατζημανώλη, το Χάρη Σιαμαρή, την Αγγελική Πύρδα, την Κούλα Μπίτση, την Ευγενία Γιοκαρίνη και πολλούς άλλους που ξεχνώ, ο Αλέξης ήταν από τους πρωτεργάτες των παροικιακών ραδιοφωνικών προγραμμάτων.
ΕΓΩ και οι υπόλοιποι συνάδελφοι από την εφημερίδα, τους ευχόμαστε να περάσει καλά τα χρόνια που θα ακολουθήσουν. Γεια χαρά.