Ρεκόρ ανυποληψίας έχει καταρρίψει η νέα κοινοπολιτειακή βουλή –μετά από εννιά εβδομάδες λειτουργίας– με την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση να αλληλοσπαράζονται καθημερινά, χωρίς αποτρεπτική διαιτησία. Οι εικόνες του σώματος, που περνούν στο αυστραλιανό κοινό και τη διεθνή κοινότητα μέσω της κρατικής τηλεόρασης, είναι μελανότερες και από εκείνες που βλέπαμε στους ασπρόμαυρους δέκτες μας την τραγική, για την πολιτική ζωή της Αυστραλίας περίοδο 1972-1975, που κατέληξε με την ανατροπή της λαοφιλούς κυβέρνησης Whitlam.

Εικόνες ανεξέλεγκτου όχλου βγαίνουν προς τα έξω, απαξιώνοντας περισσότερο την πολιτική, τους πολιτικούς, τη δημοκρατία, τη δυνατότητα της βουλής να υπηρετήσει τα συμφέροντα του κράτους και του λαού. Εάν περιγράψουμε τις εικόνες με ποδοσφαιρικούς όρους, η βουλή ομοιάζει συχνά με ποδοσφαιρικούς αγώνες που ενώ οι ποδοσφαιριστές αλληλοδέρνονται στη σέντρα του γηπέδου, ο διαιτητής μοιράζει κίτρινες κάρτες στους ποδοσφαιριστές μίας ομάδας μόνο, εντείνοντας τη σύγκρουση.
Κατά τη γνώμη μας η πρόεδρος της βουλής κ. Bronwyn Bishop (βετεράνος βουλευτής του Λίμπεραλ Πάρτι), φέρει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την ανυποληψία και τη δυσλειτουργία της βουλής, ιδιαίτερα την ώρα των επίκαιρων ερωτήσεων που ο έλεγχος των αντιπαρατιθέμενων κυβερνώντων με την αντιπολίτευση απαιτεί από την έδρα δυναμισμό, αντικειμενικότητα, ευελιξία, πραγματισμό. Η συγκρουσιακή, συχνά προσβλητική, υποτιμητική, προκλητική συμπεριφορά της έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης προδιαθέτει αρνητικά τα μέλη της, αμβλύνει το σεβασμό τους προς την έδρα και οδηγεί, αναπόφευκτα, σε συγκρούσεις που ζημιώνουν το κύρος της έδρας, περιορίζουν τον αριθμό των ερωτήσεων και απαντήσεων και υποβαθμίζουν την ποιότητα της συζήτησης.

Συχνά οι αντιδράσεις της προέδρου στις υποδείξεις του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου Christopher Pyne ενισχύουν την υποψία, ότι η πρόεδρος της βουλής «κατευθύνεται» από τα κυβερνητικά έδρανα. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και υπουργός Παιδείας Christopher Pyne, γνωστός και ως «αφρίζων Pyne» ή «πρωτοπαλίκαρο» του Tony Abbott, είναι ο μεγαλύτερος νάρκισσος του κοινοβουλίου. Ηδονίζεται να ακούει τον εαυτό του να αγορεύει. Δυστυχώς, η επιρροή του επί της προέδρου του σώματος δυσχεραίνει το έργο της, περισσότερο από τις παρεμβάσεις ή τις προκλήσεις του Εργατικού Κόμματος.

Οι πρόεδροι της κοινοπολιτειακής βουλής είναι υποχρεωμένοι, εκ καθήκοντος, να είναι αντικειμενικοί. Ιστορικά, όμως, πρόεδροι του σώματος, (Φιλελεύθεροι, Εργατικοί, Νάσιοναλς) έχουν κατηγορηθεί για μεροληψία υπέρ της κυβέρνησης που τους ανέδειξε στο υψηλότερο αξίωμα της «κάτω βουλής», με γνωμοδοσίες υπέρ της κυβέρνησης σε αμφίρροπες αναμετρήσεις με την αντιπολίτευση ή σε «σημεία τάξης» που εγείρει η μία πτέρυγα της βουλής εναντίον της άλλης. Η «αδικούμενη» πτέρυγα της βουλής προσπαθεί να «επανορθώσει» την αδικία καταθέτοντας ψήφο «μη εμπιστοσύνης» στην έδρα, όπως έκανε το Εργατικό Κόμμα την Πέμπτη το απόγευμα.

H κ. Bishop επέζησε της προχθεσινής ψήφου «μη εμπιστοσύνης», που κατέθεσε εναντίον της η αξιωματική αντιπολίτευση, διότι η κυβέρνηση έχει τους αριθμούς στη βουλή. Παρέμεινε, όμως, το ιστορικό ρεκόρ της: 99 αποβολές μελών της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε 36 συνεδριάσεις της κοινοπολιτειακής βουλής, αριθμός που εγείρει ερωτηματικά για την αντικειμενικότητα της κ. προέδρου, τις ικανότητές της ή την ύπαρξη ατζέντας δεδομένου ότι συμμετέχει στις συνεδριάσεις στρατηγικού σχεδιασμού του Λίμπεραλ Πάρτι.

Οι δύο τελευταίες αποβολές αγγίζουν, πραγματικά, τα όρια του γελοίου. Την Τετάρτη η πρόεδρος της βουλής απέβαλε την Εργατική βουλευτή Jullie Collins, διότι γέλασε κατά τη διάρκεια απάντησης μέλους της κυβέρνησης σε ερώτηση της αντιπολίτευσης. Προχθές Πέμπτη απέβαλε τον σκιώδη Γενικό Εισαγγελέα, Mark Dreyfus, διότι την προσφώνησε «Madam speaker”.

Τρία γεγονότα, που προηγήθηκαν της αποβολής του κ. Dreyfus, αξίζουν ιδιαίτερης ανάλυσης.
Ο αποβληθείς σκιώδης υπουργός προσφώνησε την πρόεδρο «Madam speaker”, δηλαδή με τον τίτλο που η ίδια απαίτησε από τα μέλη της βουλής την ημέρα της ενθρόνισής της, σε αντιδιαστολή με την απλή, ταπεινή προσφώνηση «Speaker», που είχε επιβάλει η προκάτοχός της Anna Burke. Απαίτησε η ίδια, την προσφώνηση αυτή προκειμένου να «ευπρεπίσει» περισσότερο τη βουλή. Ιδού η σχετική δήλωσή της την ημέρα της ενθρόνισής της: «Όταν μιλάμε για ανάγκη περισσότερης ευπρέπειας (σ.σ απαιτώ τον τίτλο «Madam speaker») για να δείξουμε στον αυστραλιανό λαό, ότι υπηρετούμε τα συμφέροντά του με διαφορετικό τρόπο».
Πριν την αποβολή του η κ. πρόεδρος προσέβαλε τον Mark Dreyfus (QC) -από τους κορυφαίους νομομαθείς της Αυστραλίας- υποδεικνύοντάς του «να ψάξει να βρει» τη σημασία του ρήματος “desist” (υποχωρώ), με άλλα λόγια αποκαλώντας τον αγράμματο.

Τρίτο και σημαντικότερο γεγονός είναι, ότι η αποβολή του κ. Dreyfus έγινε καθ’ υπόδειξη του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της κυβέρνησης, υπουργό Παιδείας κ. Christopher Pyne. O κ. Pyne παρότρυνε την πρόεδρο να αποβάλει τον σκιώδη Γενικό Εισαγγελέα και ακολούθως κατέθεσε πρόταση αποβολής του, η οποία υπερψηφίστηκε από την κυβέρνηση. Βγάλτε τα συμπεράσματά σας.

Επειδή κατά το κοινώς λεγόμενο, «ταγκό χορεύουν δύο», ευθύνη φέρει και η αξιωματική αντιπολίτευση για την υποβάθμιση της βουλής σε πεζοδρόμιο. Δεν συμφωνώ με την εκτίμηση του πρωθυπουργού, ότι «οι Εργατικοί βγάζουν στην πρόεδρο της βουλής την οργή και την αγανάκτησή τους για την ήττα τους στις εκλογές του παρελθόντος Σεπτεμβρίου» μήτε με την καταγγελία του πολυλογά της βουλής Christopher Pyne –chatter box τον λένε στη γλώσσα τους- ότι οι Εργατικοί «πουλάνε νταηλίκι» στην πρόεδρο της βουλής, «επειδή είναι γυναίκα».

Γελοιότητες κ. Pyne. Γελοιότητες που υποτιμούν τη νοημοσύνη του λαού. Να σας θυμίσουμε, ότι οι Εργατικοί επέλεξαν την πρώτη γυναίκα πρόεδρο της κοινοπολιτειακής βουλής, την Joan Child (1986-1989) και πιο πρόσφατα την Anna Burke (2011-2012), άρα ξέρουν να σέβονται και να συνεργάζονται με γυναίκες προέδρους. Η συμπεριφορά στελεχών της κυβέρνησης έναντι της κ. Bishop –πατρονάρισμα, καθοδήγηση, προτροπές– δημιουργούν την εντύπωση, ότι η συντηρητική παράταξη δεν εμπιστεύεται την πρόεδρο που επέλεξε.

Οι Εργατικοί αντιδρούν, συχνά οργισμένα, σε αποφάσεις της προέδρου, σε σαρκαστικά σχόλιά της, στην ανοχή της στη σκόπιμη «εκτροπή» της συζήτησης από την κυβέρνηση, διότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει ακόμη ότι είναι αντιπολίτευση, ότι δεν έχουν «το αντίδοτο» στην αδικία, τους αριθμούς να περάσουν τις θέσεις τους. Δικό τους το λάθος, αυτοί έδωσαν τις εκλογές του 2013 στο Συνασπισμό με μεγάλη πλειοψηφία. Μέχρι τις επόμενες εκλογές θα είναι η μειοψηφία στη βουλή και καλά θα κάνουν να συμβιβαστούν με την πραγματικότητα.

Στρατηγικά, συμφέρει το Εργατικό Κόμμα να χαμηλώσει τους τόνους. Να επικεντρώσει σε στοχευμένες ερωτήσεις και προτάσεις, που θα αναδεικνύουν την εναλλακτική πολιτική του, αντί να εμπλέκεται σε ατελέσφορους, λεκτικούς πολέμους με την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να αλλάξει τακτική, θα συνεχίσει να προκαλεί, δεν έχει νόημα, κατά συνέπεια, ο εκνευρισμός από μία κατάσταση που θα αντιμετωπίζουν κατά την επόμενη τριετία.
Μήτε η κ. Bishop πρόκειται να παραιτηθεί για λόγους ευθιξίας. Μία ζωή περίμενε να πάρει ένα αξίωμα που θα τη βγάλει από τα πίσω έδρανα του Συνασπισμού. Τώρα που το πήρε δεν το αφήνει με καμία δύναμη.

Η συμβουλή μου είναι να μάθουν να συγκρατούν τα νεύρα τους για να κερδίσουν την εκτίμηση του εκλογικού σώματος, ως εναλλακτική κυβέρνηση. Η επικέντρωση στη «μεροληπτική συμπεριφορά» της προέδρου της βουλής, τις ημέρες που το Λίμπεραλ Πάρτι δοκιμάζεται από εσωτερική ανταρσία κατά του Γενικού Εισαγγελέα, George Brandis -εξ αφορμής της πρόθεσής του να νομιμοποιήσει το ρατσισμό- στέρησε από το Εργατικό Κόμμα τη δυνατότητα να πλήξει την κυβέρνηση πολιτικά. Μέγα στρατηγικό λάθος, που θέτει σε κρίση τη δυνατότητα της αντιπολίτευσης να ιεραρχεί σωστά τις πολιτικές προτεραιότητές της.