Η αγορά μεταχειρισμένου αυτοκινήτου είναι μία συνηθισμένη συναλλαγή, η οποία όμως κάποιες φορές δημιουργεί διενέξεις μεταξύ των συμβαλλομένων. Αιτία της αντιδικίας είναι συχνά η κατάσταση του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, αν δηλαδή αυτό είναι πράγματι στην κατάσταση που υποστηρίζει ο πωλητής, ή αν η κατάστασή του αποδεικνύεται μετά την πώληση χειρότερη.
Αν αποδειχθεί ότι η κατάσταση του πωληθέντος οχήματος δεν είναι αυτή που έχει δηλώσει ο πωλητής, αλλά χειρότερη, ο αγοραστής του αυτοκινήτου μπορεί να ασκήσει μία σειρά από δικαιώματα, αναλόγως του αν ο πωλητής έχει υπαιτιότητα, αν γνώριζε δηλαδή και σε ποιόν βαθμό την χειρότερη κατάσταση του αυτοκινήτου και αν το απέκρυψε με δόλο ή όχι.
Η προθεσμία παραγραφής που έχει ο αγοραστής να στείλει εξώδικο ή να ασκήσει αγωγή στο δικαστήριο είναι δύο έτη από την ημέρα που παρέλαβε το αυτοκίνητο και διεπίστωσε το ελάττωμα. Αν όμως μπορεί να αποδείξει ότι ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει το ελάττωμα και του το απέκρυψε με δόλο, τότε η παραγραφή είναι είκοσι χρόνια.
Στην υπ’ αριθ. 4200/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς πωλητής μεταχειρισμένων αυτοκινήτων πώλησε το έτος 2008 αυτοκίνητο που υποστήριζε ότι ήταν μοντέλο του 2004, ότι δεν είχε εμπλακεί σε ατύχημα και με 49.000 χιλιόμετρα διανυθέντα. Ο αγοραστής το αγόρασε καταβάλοντας τίμημα 20.000 ευρώ.
Πριν το αγοράσει, ο αγοραστής είχε ζητήσει από τον πωλητή να ελέγξει το αυτοκίνητο σε εξουσιοδοτημένο συνεργείο, ο πωλητής όμως αρνήθηκε, λέγοντας ότι αυτό δεν έχει ακόμα ταξινομηθεί στην Ελλάδα και άρα δεν επιτρέπεται να κινηθεί στο δρόμο. Ο πωλητής αρνήθηκε επίσης να δείξει στον αγοραστή το βιβλίο επισκευών του οχήματος, λέγοντας ότι είναι στο τελωνείο.
Μετά την αγορά και παραλαβή του οχήματος, ο αγοραστής διεπίστωσε με έλεγχο σε συνεργείο της αντιπροσωπείας του αυτοκινήτου, ότι αυτό δεν ήταν μοντέλο του 2004, αλλά του 2003 και ότι δεν είχε διανύσει 49.000 χιλιόμετρα, αλλά 79.000, ενώ δεν ήταν και ατρακάριστο, αφού από το ηλεκτρονικό σύστημα της εταιρείας διεπιστώθη στο ιστορικό του συγκεκριμένου αυτοκινήτου ότι είχε γίνει αντικατάσταση μερών του και άλλες εργασίες, που φανερώνουν ότι αυτό είχε εμπλακεί σε ατύχημα.
Κατόπιν αυτών ο αγοραστής έστειλε εξώδικο στον πωλητή, διαμαρτυρόμενος για την εξαπάτησή του και ζητώντας την επιστροφή των χρημάτων του. Έκανε δηλαδή νομικά υπαναχώρηση, θέτοντας το όχημα στην διάθεση του πωλητή, εφόσον του επιστρέψει τα χρήματα.
Ο πωλητής αρνήθηκε και η υπόθεση έφθασε στο δικαστήριο, με τον αγοραστή να ζητάει α) την επιστροφή των 20.000 ευρώ που είχε καταβάλει και β) ποσό 6.000 ευρώ ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη του από την αδικοπραξία.
Το δικαστήριο διέγνωσε ότι το πωληθέν αυτοκίνητο πράγματι δεν είχε τις συμφωνηθείσες ιδιότητες που είχε υποσχεθεί στον αγοραστή ο πωλητής, ενώ είχε και ελαττώματα, αλλά και ότι ο πωλητής του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου δολίως απέκρυψε τα ελαττώματα από τον αγοραστή, τα οποία ήταν σημαντικά και όχι επουσιώδη.
Έκρινε επίσης ότι λόγω της δολιότητος του πωλητή, ο οποίος είχε διαπράξει αστική απάτη, η αξίωση του αγοραστή δεν είχε παραγραφεί στα δύο χρόνια και η παραγραφή ήταν πλέον στα είκοσι χρόνια.
Μετά από αυτά, το δικαστήριο διέταξε την επιστροφή στον αγοραστή του ποσού των 20.000 ευρώ και την καταβολή πρόσθετης αποζημιώσεως 1.000 ευρώ για την ηθική βλάβη, δηλαδή την ταλαιπωρία και την αναστάτωση που υπέστη ο αγοραστής από την παράνομη συμπεριφορά του πωλητή.
*Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr