“Η τέχνη μου αργοπεθαίνει, όχι όμως εγώ”

Λέει ο Εμμανουήλ Δάκης, βραβευμένος μόδιστρος

Μέσα στο στρόβιλο της νέας τεχνολογίας που καλπάζει άγρια, γκρεμίζοντας τα παλιά δεδομένα και χτίζοντας σε χρόνο μηδέν νέα, φανταχτερά, απίστευτα, αλλά και σκληρά για πολλούς, συγχρόνως, ο άνθρωπος προσπαθεί να βρει την ισορροπία του με όποιον τρόπο μπορεί …και μαθαίνει!

Στον επαγγελματικό χώρο που είναι και ο πιο ζωτικός, γίνονται επαναστατικές αλλαγές που ήδη έχουν καταργήσει παλιά επαγγέλματα και δημιουργήσει καινούρια. Αυτή είναι η ‘αποζημίωση’ που δίνει η νέα τεχνολογία, όχι όμως ιδιαίτερα παρήγορη σε όσους, εκ των πραγμάτων, εκτοπίζονται οι ίδιοι ή βλέπουν την τέχνη που έχουν αγαπήσει και έχουν αφιερώσει σ’ αυτή τη ζωή τους ολόκληρη να πεθαίνει.

ΔΕΝ ΘΑ ΤΟ ΔΩ ΑΥΤΟ

«Έτσι διαφαίνεται και προς τα εκεί οδεύει το θέμα, εγώ όμως δεν θα επιτρέψω να συμβεί, όσο είμαι εδώ. Δεν θα το δω μέσα στο χώρο μου, όσο αναπνέω, ζω και κινούμαι» θα πει πεισματικά ο άριστος μόδιστρος Εμμανουήλ Δάκης, που πρόσφατα βραβεύτηκε από τον θεσμό Australian Βusiness Quality Awards 2013
Πάνω από μισό αιώνα στον ίδιο χώρο, στο επιβλητικό ραφείο του στην κοσμοπολίτικη Chapel Street, έχει λατρέψει τη δουλειά του και έχει αφιερώσει τη ζωή του σ’ αυτή.
“Είμαι 74 χρόνων, έχω βάλει όμως εδώ μέσα δουλειά 200”, θα πει με πάθος. “Κι εκείνη, σε αντάλλαγμα, ποτέ δεν με κούρασε. Η ικανοποίηση που μου έχει δώσει δεν μετριέται, αλλά ούτε και ανταποδίδεται με τίποτε. Είμαι τελειομανής.

Πάντα ήμουν, τώρα όμως τελευταία, νομίζω, ότι η ανάγκη να φτιάξω το τέλειο, έχει αναμφίβολα ενταθεί. Μπορεί να ξηλώσω κάτι δέκα φορές, μέχρι να το δω να είναι ακριβώς μέχρι την τελευταία βελονιά, έτσι όπως το θέλω. Και να σου πω ένα μυστικό; Ο πελάτης δεν μπορεί να δει πάντα αυτό που βλέπω εγώ, γιατί συχνά δε φαίνεται στο γυμνό μάτι. Αρκεί όμως που το βλέπω εγώ, έστω και αν είναι δυσδιάκριτο”.

ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ

Το λέει σε μένα, σε τόνο που δεν δέχεται αντίρρηση, χωρίς να υποψιάζεται, ότι το γνωρίζω από προσωπική πείρα. Ότι ακόμη, από το 1991, έχω στη ντουλάπα μου το γκρι – σιελ κλασικό ταγέρ με το σταυρωτό κούμπωμα και τα χρυσά κουμπιά που μου είχε ράψει. Αν το δει κάποιος θα νομίζει ότι είναι της νέας σεζόν. Άψογη γραμμή, δουλεμένο στο χέρι με μεράκι και τέχνη άφθαστη.

Θυμάμαι, τότε, περίμεναν αρκετοί να κάνουν πρόβα και άλλοι τόσοι να διαλέγουν το ύφασμα της αρεσκείας τους.
Ήταν πάντα ατάραχος, με γρήγορες σταθερές κινήσεις και μάτι που έκοβε από μακριά. Μια πρόβα ήταν αρκετή και το αετίσιο μάτι του διέκρινε πού έπρεπε να επέμβει.
Υπήρχε μια τάξη, σοβαρότητα και συνέπεια στη δουλειά του που έκανε τη φήμη του να περάσει τα σύνορα της Chapel Street και να του φέρνει πελάτες, όχι μόνο από όλα τα μέρη της Μελβούρνης, αλλά και από πολύ μακρύτερα.

“Αυτή είναι η ικανοποίησή μου. Όταν βλέπω πελάτες να γυρίζουν πίσω και να με συστήνουν σε άλλους. Η αγάπη που βάζει κάποιος σ’ αυτό που δημιουργεί, πάει πιο πέρα και από αυτόν το χρόνο. Εγώ δε φτιάχνω ρούχα που έχουν πρόβλημα με το χρόνο. Είναι κλασικά και δεν τον φοβούνται!”, θα πει με πεποίθηση και περηφάνια μαζί.
Χρυσή εποχή; τολμώ την ερώτηση;

“Αν μιλάμε για εισόδημα, ναι. Για μένα όμως ‘χρυσή εποχή’ είναι η κάθε μέρα που ξυπνώ το πρωί και ετοιμάζομαι να έλθω στο ραφείο μου. Μπορεί να με παίρνει, τώρα, περισσότερη ώρα να ετοιμαστώ, οι κινήσεις μου έχουν γίνει πιο αργές, εκείνο όμως που μετράει ότι η καρδιά μου χτυπάει το ίδιο δυνατά, όταν μπαίνει ο ευχαριστημένος πελάτης μέσα και μου λέει ‘ευχαριστώ’ ή, όπως συνηθίζουν οι ξένοι, μου στέλνει ευχαριστήρια κάρτα ή και ολόκληρη επιστολή. Αλήθεια πότε θα περάσεις να σου δείξω όλον αυτό το θησαυρό; “Τον ρωτώ ‘πότε είναι εκεί’ και η ερώτησή μου φαίνεται να τον εκπλήσσει. “Κάθε μέρα βέβαια, κανονικά από τις 9 το πρωί, μέχρι το βράδυ. Δεν ξεφεύγω από τη ρουτίνα μου. Οι πελάτες έχουν αραιώσει, βέβαια, δεν είναι αυτοί που ήταν πριν, ακόμη και μια δεκαετία. Αυτό όμως για μένα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Δουλεύω με την ίδια τάξη και το ίδιο μεράκι. Πολλοί μου λένε “μα γιατί δε σταματάς, μαζί σου θα τα πάρεις τα λεφτά;” Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι για μένα η δουλειά είναι οξυγόνο. Είναι ζωή. Κι εγώ δε θέλω απλά να υπάρχω, θέλω να ζω.

Πόσοι δεν προσπαθούν να με τραβήξουν στα κλαμπ των ηλικιωμένων. Όχι παιδιά, δεν θα πάρω, ευχαριστώ!
Να πάω εκεί, να κάνω τι; Ν’ ακούω ποιος έχει πρόβλημα με την καρδιά και ποιος μας έχει αφήσει χρόνους; Προτιμώ να ανοίξω την πόρτα του μαγαζιού μου και να δω την κοπελίτσα να έλθει να της κοντύνω τη φουστίτσα ή το τζινάκι. Να έλθει ένας πελάτης παλιός και να μου παραγγείλει ένα κοστούμι για το γάμο του γιου του. Να είμαι εκεί παρών, όπως η ζωή τρέχει και δεν μας ρωτά ‘τι θέλουμε’, απλά μας τα σερβίρει”.

ΕΡΩΤΑΣ ΑΝΑΛΟΙΩΤΟΣ

“Ο λογιστής μου, χρυσό παιδί, δεν μπορεί να καταλάβει γιατί είμαι ακόμη εκεί. Αν το νοικιάσεις, μου λέει καλοπροαίρετα, θα παίρνεις τα διπλά. Δεν είναι καιρός να ξεκουραστείς; Όχι, του λέω. Μια και καλή. Όσο αναπνέω και μπορώ και κινούμαι θα είμαι εδώ. Έχω ερωτευτεί τη δουλειά αυτή από 12 χρόνων. Τώρα θ’ αλλάξω αισθήματα; Είναι πολύ αργά”.

Ακολουθεί μια σύντομη σιωπή, που σε λίγο θα διαπιστώσω ότι οφείλεται σε μια άποψη που “μετράει’ αν πρέπει να την εξωτερικεύσει ή όχι.
Καταλήγει ότι, ναι, πρέπει να είναι πραγματιστής και ειλικρινής με τους άλλους, όπως είναι και με τον ίδιο τον εαυτό του: ” Οι κινήσεις μου δεν είναι πια, όσο γρήγορες ήταν πριν. Με παίρνει περισσότερη ώρα να κάνω κάτι. Όλα αυτά τα μετράω για να μπορώ να πατάω σταθερά στη γη. Βλέπω τη διαφορά με το πριν. Εκείνο όμως που με ικανοποιεί είναι ότι δεν κάνω σκόντο στην ποιότητα. Μπορώ μάλιστα, με πάσα ειλικρίνεια να σου πω ότι σήμερα είμαι ακόμη πιο τελειομανής, αν υπάρχει βέβαια σκάλα μέτρησης σ’ αυτό. Δε βαριέμαι να ξηλώσω κάτι ξανά και ξανά, μέχρι να το φέρω στο σημείο που θέλω. Σου το είπα και πριν αυτό. Και να σου εξομολογηθώ και κάτι άλλο και δεν με πειράζει αν το γράψεις. Λατρεύω τη δόξα. Την αναγνώριση, το μπράβο.

Μου έδωσαν προχτές το χρυσό βραβείο για την ποιότητα της δουλειάς μου, στα 74 χρόνια μου. Δεν είναι υπέροχο;”

ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΠΑΣ ΠΙΣΩ;

Διαβάζω για τις δουλειές που σβήνουν, ακόμη και φεστιβάλ ειδικά για τις τέχνες που δεν υπάρχουν πια, κάτι σαν μνημόσυνο, έγινε στην ύπαιθρο της Βικτώρια προχτές, και για τα αυτοκίνητα του μέλλοντος χωρίς οδηγό που όταν γίνουν, θα καταργηθούν δεκάδες επαγγέλματα.

Στο δικό του χώρο, των χειροποίητων κοστουμιών, τα πράγματα είναι ακόμη πιο χειροπιαστά. Συμβαίνουν τώρα! Δύο εταιρίες στο Σίδνεϊ, βάζοντας τη νέα τεχνολογία να δουλέψει, παίρνουν τα μέτρα των πελατών ηλεκτρονικά, μετά μέσω του διαδικτύου τους παρέχουν την ευκαιρία να επιλέξουν το ύφασμα, και στη συνέχεια στέλνουν την παραγγελία στην Κίνα, από όπου καταφθάνει το κοστούμι πίσω, στα μέτρα του πελάτη, σε χρόνο μηδέν!.
Η εταιρία εδρεύει στο Σίδνεϊ και ονομάζεται mPort.

“Αυτά συμβαίνουν. Κάποτε είχα επάνω 10 ραφτάδες. Τώρα είμαι μόνος μου. Αυτή είναι η φυσική ροή των πραγμάτων. Έχω μάθει την κόρη μου να μαντάρει καταπληκτικά. Την εκπαιδεύω, όπως και την αδελφή της, στο να κάνουν μεταποιήσεις. Να μη κλείσει η πόρτα του ραφείου μου. Εκεί πάντα θα υπάρχει δουλειά.

Εγώ, πραγματιστής ών, κοιτάζω το σήμερα και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό που είμαι και κυρίως γι’ αυτό που μπορώ ακόμη να κάνω. Αλήθεια, γιατί με πας πίσω;”
Ίσως γιατί οι εικόνες που έχω, τόσο ζωηρές και υπέροχες είναι από το χτες. Θα πρέπει, σύντομα, υπόσχομαι στον ίδιο και τον εαυτό μου, να τις ανανεώσω!