Για τον Σπύρο

Τον άνθρωπο που με μύησε στη δημοσιογραφία

Την περασμένη εβδομάδα ξεκίνησα μια σειρά δημοσιευμάτων που αφορούν την παροικιακή μας ιστορία μέσα από τη δική μου δημοσιογραφική πορεία.
Ξεκαθάρισα απ’ την αρχή ότι θα γράφω όταν έχω χρόνο και…  έμπνευση. Πήρα θάρρος, όμως, από κάποια θετικά σχόλια που δέχθηκα και είπα να δώσω συνέχεια…
Σήμερα, λοιπόν, θέλω να σας αποκαλύψω ότι ασχολήθηκα εγώ με τη δημοσιογραφία. Την ιδέα για το σημερινό κείμενο μου την έδωσε η ποδοσφαιρική φωτογραφία που δημοσίευσε πρόσφατα στη στήλη του ο Μπάμπης Σταυρόπουλος και ανάμεσα στους συμπαίκτες μου διέκρινα και τον «δράστη».

Θυμάμαι τον εαυτό μου από τότε που έμαθα το αλφάβητο να λατρεύω το διάβασμα.
Διάβαζα τα πάντα. Βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες.
Την αγάπη μου για το διάβασμα την ενίσχυσε και ο παππούς μου ο Κωνσταντής που ερχόταν στο αλώνι και καθώς εγώ γύριζα γύρω-γύρω με τα ζώα και αλωνίζαμε, αυτός καθόταν μες τον ήλιο και μου διάβαζε ιστορίες.

Εξάλλου, στο πατάρι του υπήρχαν πολλά βιβλία, περιοδικά και παλιές εφημερίδες. Εξαφανιζόμουν, λοιπόν, με τις ώρες εκεί και διάβαζα όσο είχε φως, μιας και τότε στο χωριό δεν είχαμε ηλεκτρικό ρεύμα.

Ακόμα και στα χωράφια όταν πήγαινα διάβαζα καθώς και το βράδυ, στο κρεβάτι, με το φως της λάμπας.
Από «Μικρό Ήρωα» μέχρι εφημερίδες και συγκεκριμένες στήλες, όπως του Δημήτρη Ψαθά στα «Νέα».
Στο Γυμνάσιο πάλι, στη Βολισσό της Χίου, το ελάχιστο χαρτζιλίκι μου πήγαινε στις εφημερίδες.

Η αγάπη μου για το διάβασμα και τις εφημερίδες συνεχίστηκε και στην Αυστραλία.
Η πρώτη ελληνική εφημερίδα που έπεσε στα χέρια μου ήταν ο «Νέος Κόσμος»! Εκεί βρήκα και την αγγελία για την πρώτη μου δουλειά. Στο ελληνικό σιδηρουργείο του Fitzroy, Alpha, του Παναγιώτη Νυφάκου. (Αυτό, όμως, είναι μια ξεχωριστή ιστορία).

Παρά την αγάπη μου για τις εφημερίδες δεν είχα ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία.

Εκεί με «μύησε» ο Σπύρος Μεταλληνός. Συμμαθητής ο Σπύρος και Αθηναίος (με καταγωγή από την Κέρκυρα) ήταν πιο πρωτοποριακός.
Είχε, λοιπόν, τη φαεινή ιδέα να βγάλουμε μια μαθητική-φοιτητική εφημερίδα. Εγώ ήμουν ο… νονός. Την λέγαμε «Πρόοδος», αλλά όλη την δουλειά την έκανε ο Σπύρος. Αυτός έγραφε τα κείμενα, τα δακτυλογραφούσε και τα τύπωνε στον…  πολύγραφο!

Πρέπει να είχε κάνει καλή δουλειά, αφού ασχολήθηκαν μαζί μας και τα άλλα παροικιακά μέσα ενημέρωσης και, μάλιστα, ο Λάμπης Πασχαλίδης μας είχε αφιερώσει μια σελίδα στον «Ελληνικό Κήρυκα».
Ο μόνος που δεν ενθουσιάστηκε ήταν ο πατέρας μου, αφού υπέγραφα ως «Χατζής» και όχι «Χατζημανώλης». Μετά την αντίδραση του πατέρα μου υπέγραφα με το κανονικό μου όνομα.

Ο Σπύρος ήταν δαιμόνιος. Πρωτοστάτησε στην οργάνωση της πρώτης ελληνικής εκδήλωσης στο γυμνάσιο του Fitzroy (που πήρε ευρεία κάλυψη τότε από το «Νέο Κόσμο») και συμμετείχε σε μια συναυλία που έδωσε ο Μίκης Θεοδωράκης κατά την περιοδεία του στην Αυστραλία, στο Δημαρχείο Κόλιγουντ για μαθητές σχολείων της Μελβούρνης.

Μάλιστα, εγώ (μαζί με την Ξανθούλα Σγουρού) είχαμε επιλεγεί να καλωσορίσουμε τον Θεοδωράκη και την Φαραντούρη εκ μέρους όλων των μαθητών και να τους προσφέρουμε και ανθοδέσμες.

Εκεί γνώρισα για πρώτη φορά τον Χρήστο Μουρίκη και τον Γιώργο Ζάγκαλη.
Την επόμενη φορά που είδα τον Γιώργο Ζάγκαλη ήταν πάλι με πρωτοβουλία του Μεταλληνού. Ως «εκδότες» πήγαμε σε μια «ανοικτή» συγκέντρωση που γινόταν σε ένα δωματιάκι του κτιρίου της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης.

Θέμα της το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί δημόσιος ραδιοφωνικός σταθμός για τις εθνικές μειονότητες. Και, όντως, δημιουργήθηκε. Έγινε το θρυλικό 3ΖΖ το οποίο έκλεισε άδοξα η κυβέρνηση Φρέϊζερ γιατί ήταν «ενοχλητικό» (αλλά και αυτό είναι άλλη ιστορία).
Από τον πολύγραφο η «Πρόοδος» άρχισε να τυπώνεται κανονικά όταν γνωρίσαμε τον Νίκο Σκιαδόπουλο και «συγχωνευτήκαμε»! Εκείνος έβγαζε τη «Γέφυρα», εφημεριδούλα της δραματικής του Σχολής κι εμείς την «Πρόοδο».

Για κάποιο διάστημα, μάλιστα, «συνεταιριστήκαμε» και με τον Σκιαδόπουλο στη «Γέφυρα». Εκτός από τον ίδιο και την σύζυγό του, Αλεξάνδρα, στην εταιρία συμμετείχαμε εγώ, ο Σπύρος, ο Παναγιώτης Ιωάννου, ο συγχωρεμένος Σάκης Δραγώνας και ο Θανάσης Τσάτσος. Αλλά και το κεφάλαιο «Παροικιακό Θέατρο» θα το αφήσουμε για αργότερα προκειμένου να παραμείνουμε, για την ώρα, στη δημοσιογραφική μου πορεία.
Είχαμε φτάσει στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και εγώ φοιτούσα στο RMIT (δημοσιογραφία), ενώ παράλληλα έκανα διάφορες δουλειές (σιδεράς, καθαριστής, σερβιτόρος, βιβλιοθηκάριος, στα τρένα, σε ραφτάδικο κ.ά.).

Τότε ο Δημήτρης Παπαγεωργίου και η σύζυγός του, Μυρσίνα, είχαν παραιτηθεί από το «Νέο Κόσμο» και έβγαζαν τη «Νέα Ελλάδα», η οποία αποτελούσε συνέχεια της «Ελλάδας» του Κώστα Αλεξιάδη, που, με τη σειρά της, ήταν συνέχεια της εφημερίδας «Πυρσός», η οποία υπήρξε από τους κυριότερους αντιπάλους του «Νέου Κόσμου»!
Στη «Νέα Ελλάδα», λοιπόν, έπιασε δουλειά ο Σπύρος, ο οποίος, μάλιστα, είχε κάνει τότε κάποια εντυπωσιακά ρεπορτάζ και κάποια στιγμή κάλεσε και μένα και με γνώρισε στον Δημήτρη Παπαγεωργίου.

Η συνεργασία μας με τον Σπύρο συνεχίστηκε αργότερα στο «Νέο Κόσμο» και το 3ΕΑ. Είχαμε και κόντρες, υπήρξαμε και αντίπαλοι.
Θέλω να σημειώσω, πάντως, ότι ο Σπύρος ήταν πραγματικά οραματιστής και πρωτοπόρος. Ξεχώρισε και όταν πήγε στο συγκρότημα Σκάλκου και ανέλαβε την διεύθυνσή του και, αργότερα, όταν έβγαλε δική του αγγλόφωνη εφημερίδα, αλλά και μετέπειτα που ασχολήθηκε με την παραγωγή και σελιδοποίηση εφημερίδων.
Και παρά τις όποιες κατά καιρούς διαφορές μας θα πρέπει να του αναγνωρίσω πως αυτός ήταν που με μύησε στην δημοσιογραφία.
Κι αυτόν θα πρέπει να επικρίνετε όσοι διαφωνείτε μαζί μου!