Πάνω από το 50% των ψηφοφόρων αποδοκίμασε έντονα τον πρώτο προϋπολογισμό της συντηρητικής κυβέρνησης του Τόνι Άμποτ, ενώ οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι είναι ο χειρότερος προϋπολογισμός των τελευταίων 20 ετών.

Σε σχέση με τις ομοσπονδιακές εκλογές του περασμένου Σεπτέμβρη, το ποσοστό των ψηφοφόρων που εγκατέλειψε τον συνασπισμό, μετά την κατάθεση του προϋπολογισμού από τον θησαυροφύλακα, Τζο Χόκι, την περασμένη βδομάδα, ξεπέρασε το 10% γεγονός που δείχνει τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων στις οικονομικές επιλογές της κυβέρνησης.

Όσο και αν προσπάθησε ο Άμποτ και οι υπουργοί του, από τότε που ανέλαβαν την εξουσία να πείσουν τον αυστραλιανό λαό ότι το χρέος της χώρας διατρέχει τον κίνδυνο να εκτροχιαστεί και πρέπει να παρθούν έκτακτα μέτρα για την εξυγίανση του δημοσιονομικού ελλείμματος, οι ψηφοφόροι δεν πείσθηκαν, ότι η οικονομία της Αυστραλίας μετά από 22 χρόνια συνεχούς ανάπτυξης διέτρεχε τους κινδύνους που επικαλείτο η κυβέρνηση.

Να προσθέσουμε εδώ, ότι διακεκριμένοι οικονομολόγοι απ’ όλο τον κόσμο πλέκουν εγκώμια στην αυστραλιανή οικονομία, τονίζοντας ότι είναι η μόνη ανεπτυγμένη χώρα που ξεπέρασε χωρίς ύφεση και σημαντικές απώλειες τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, ενώ το εξωτερικό χρέος της χώρας ανέρχεται σε 28% σε σχέση με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν τη στιγμή που το εξωτερικό χρέος της Αμερικής (της μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη) πλησιάζει το 90% και της Ιαπωνίας (της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας) έχει υπερβεί το 200%.

Τη δυσαρέσκεια και έντονη αποδοκιμασία των ψηφοφόρων κατέγραψαν οι δημοσκοπήσεις που έκαναν το περασμένο Σαββατοκύριακο οι οργανισμοί Newspoll για λογαριασμό της εφημερίδας «The Australian» και Nielsen για λογαριασμό του συγκροτήματος Fairfax στο οποίο ανήκει και η εφημερίδα «The Age» της Μελβούρνης.
Σύμφωνα με τη σφυγμομέτρηση της Nielsen η εκλογική δύναμη του Συνασπισμού των κυβερνητικών κομμάτων μειώθηκε, σε σχέση με την προηγούμενη σφυγμομέτρηση, 5 ποσοστιαίες μονάδες, (από 40% σε 35%) ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα η δύναμη του Εργατικού Κόμματος αυξήθηκε κατά 6 μονάδες (από 34% σε 40%).

Μετά την απόδοση στα δύο πρώτα κόμματα και των σταυρών δεύτερης προτίμησης, ο Συνασπισμός έλαβε το 44% των ψήφων και το Εργατικό Κόμμα το 56%, που σημαίνει ότι αν είχαν γίνει εκλογές το περασμένο Σάββατο η κυβέρνηση θα είχε υποστεί πρωτοφανή εκλογική πανωλεθρία.
Το ποσοστό που έλαβε ο Συνασπισμός στην τελευταία σφυγμομέτρηση είναι μειωμένο κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το ποσοστό που είχε λάβει στις ομοσπονδιακές εκλογές του περασμένου Σεπτέμβρη.

Τώρα, σύμφωνα με τη σφυγμομέτρηση του οργανισμού Newspoll ο συνασπισμός έλαβε το 36% των ψήφων και το Εργατικό Κόμμα το 38%, ενώ μετά την καταμέτρηση και των δεύτερων προτιμήσεων ο Συνασπισμός έλαβε το 45% των ψήφων και το Εργατικό Κόμμα το 55%.
Σταθερά στο 11% παραμένει το κόμμα των Πράσινων, το οποίο και άσκησε σκληρή κριτική στα αντιλαϊκά μέτρα της κυβέρνησης Άμποτ κατηγορώντας την ότι ο προϋπολογισμός της έπληξε κυρίως τους οικονομικά αδύναμους.

Παράλληλα, σε δέκα ποσοστιαίες μονάδες ανήλθε και η πτώση που υπέστη η δημοτικότητα του πρωθυπουργού Τόνι Άμποτ, εκτοξεύοντας τον ίδιο καιρό τη δημοτικότητα του αρχηγού της αντιπολίτευσης, Μπιλ Σόρτεν κατά δέκα μονάδες.

Στην ερώτηση ποιον θεωρείτε καταλληλότερο για την πρωθυπουργία, στη σφυγμομέτρηση της Nielsen ο Άμποτ έλαβε το 34% (από 40% που είχε λάβει στην προηγούμενη σφυγμομέτρηση πριν ένα δεκαπενθήμερο) ενώ ο Μπιλ Σόρτεν έλαβε το 47%.
Με δύο λόγια, η δημοτικότητα του Άμποτ βρίσκεται ακόμα πιο κάτω, απ’ ό,τι ήταν η δημοτικότητα της πρώην πρωθυπουργού, Τζούλια Γκίλαρντ, λίγο πριν την ανατρέψει από την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος ο Κέβιν Ραντ.

Όσον αφορά τον προϋπολογισμό, το 62% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δεν είναι δίκαιος, το 53% πιστεύει ότι θα είναι ζημιογόνος για τη χώρα και 42% υποστηρίζει ότι ήταν καλός.

Από την πλευρά της, η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει τους ψηφοφόρους ότι τα μέτρα που πήρε ήταν αναγκαία για να συνεχιστεί και στο μέλλον η οικονομική ευημερία της χώρας.

Αναφερόμενος στο θέμα, ο πρωθυπουργός, Τόνι Άμποτ ,δήλωσε ότι κατανοεί πως κανένας δεν θέλει να πληρώνει περισσότερα, προσθέτοντας ότι έπρεπε να ληφθούν τα μέτρα που λήφθηκαν για να μειωθεί το έλλειμμα και να επανέλθει η οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης.
Από τη δική του πλευρά ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Μπιλ Σόρτεν, επεσήμανε ότι ποτέ οι Αυστραλοί πολίτες δεν ήταν τόσο οργισμένοι όσο τώρα και χαρακτήρισε τον προϋπολογισμό της συντηρητικής κυβέρνησης Άμποτ «έκτρωμα».

Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης κατηγόρησε επίσης την κυβέρνηση ότι αθέτησε τις προεκλογικές της υποσχέσεις και αυτό δεν πρόκειται να περάσει απαρατήρητο και να ξεχαστεί από τους ψηφοφόρους.

Τέλος, να τονίσουμε εδώ, ότι εναντίον του προϋπολογισμού στράφηκαν και όλες οι φιλελεύθερες πολιτειακές κυβερνήσεις ασκώντας έντονη κριτική στον προϋπολογισμό για τις επιπτώσεις που θα έχει η περικοπή των 80 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Παιδεία και την Υγεία.