Γύρισε στη “δική του Ιθάκη”, μετά 18 χρόνια, στην ουσία στη Γη της Επαγγελίας που έχει περισσότερους λόγους, από ποτέ, να τη βλέπει έτσι.
Ο ηθοποιός-σκηνοθέτης, Στάθης Γράψας, σ’ αυτήν την πρώτη μας συνάντηση, μετά τόσα χρόνια, δεν θυμίζει σχεδόν σε τίποτε τον 22χρονο νέο που ήξερα. Εκείνον με την πλούσια ξανθοκάστανη κόμη, το λεπτοκαμωμένο κορμί, το συνεσταλμένο, σχεδόν αθώο χαμόγελο και έξυπνο βλέμμα.
Αυτό το τελευταίο, σκέφτομαι τώρα, είναι σίγουρα ακόμη εκεί, μόνο που έχει πάρει μια βαθύτητα περίεργη, που εκπέμπει σχεδόν μελαγχολία. Με ξαφνιάζει. Με οδηγεί σε συμπεράσματα που αργότερα θα αποδειχτούν κάθε άλλο παρά αυθαίρετα.
Προς το παρόν, πάω πίσω στα μέσα της δεκαετίας του ’90 όταν έκανε το γιγαντιαίο άλμα να πάει στην Ελλάδα. Να δεχτεί το κάλεσμα του θεατράνθρωπου Κώστα Καζάκου να διεισδύσει βαθύτερα στην τέχνη του θεάτρου. Να φοιτήσει στη νέα Σχολή Υποκριτικής Τζένη Καρέζη.
“Δίνω τρεις υποτροφίες σε αυστραλογεννημένους Έλληνες” είχε ανακοινώσει σε συνέντευξη Τύπου που είχε δώσει ο Κώστας Καζάκος στο κτίριο της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, τον Μάρτιο του 1995.
Ο Στάθης, έχοντας ήδη γευτεί την επιτυχία στη θεατρική σκηνή και διψώντας για περισσότερες γνώσεις, αλλά και εμπειρία σε χώρους που μέχρι τώρα μπορούσε μόνο να ονειρευτεί, τόλμησε το μεγάλο διάβημα.
Ο Καζάκος τον δέχτηκε με ενθουσιασμό και μετά από σπουδές τριών χρόνων, του άνοιξε το δρόμο για συνεργασίες με τον ίδιο στη “Δωδεκάτη Νύχτα” του Σαίξπηρ, στον “Βασιλιά Ληρ”, του ίδιου τραγικού και τον Θόδωρου Τερζόπουλο, στο θέατρο “Άτις”.
Η πορεία του ανοδική, με εντυπωσιακή παρουσία στο Εθνικό Θέατρο, όπως -για να αναφερθώ ενδεικτικά- στη “Μήδεια” του Ευρυπίδη, τον “Προμηθέα Δεσμώτη” του Αισχύλου, τον “Ηρακλή Μαινόμενο” του Ευρυπίδη, τον “Ηλίθιο” του Ντοστογιέφσκι…
“Κατά κάποιο τρόπο, θα διαπιστώσω, αργότερα, ότι η σκηνή αυτή δεν με εξέφραζε. Κοιτάζοντας γύρω μου, έβλεπα μια πραγματικότητα που με πλήγωνε και αισθανόμουν την ανάγκη ότι έπρεπε κάτι να κάνω”.
ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ
Καταλυτικός παράγοντας στην αναζήτησή του, η επαφή του, το 2010, με το Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα.
“Νέοι από 15 μέχρι 21 χρόνων, από διαφορετικές φυλετικές ομάδες, που τους βάρυναν βαριές ποινές. Ορισμένοι είχαν καταδικαστεί σε ισόβια. Δεν ήταν αναμορφωτήριο. Ήταν φυλακή από όπου ορισμένοι δεν θα έβγαιναν ποτέ. Δύσκολο να το κατανοήσει κανείς και ακόμη δυσκολότερο να το δεχτεί. Ο δικός μου ο ρόλος όμως ήταν να τους βοηθήσω να γνωρίσουν τον πραγματικό τους εαυτό. Μέσα από την ελεύθερη έκφραση, σωματική στην αρχή και λεκτική αργότερα, να λυτρωθούν.
Τα εργαστήρια που μου έδωσε την άδεια το υπουργείο Δικαιοσύνης να ξεκινήσω, είχαν αυτόν το σκοπό ακριβώς. Τη λύτρωση των παιδιών που είχαν εγκληματήσει, πριν ακόμη έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν όχι μόνο τον κόσμο, αλλά τον ίδιο τους τον εαυτό”.
Εκείνο που έκανε, όπως θα πει σήμερα, ήταν να ζητά τα παιδιά να αφήσουν ελεύθερο τον εαυτό τους. Να εκφράσουν με κινήσεις αυτό που ένιωθαν. Στην αρχή διστακτικοί και μετά, μέσα από τη γνωριμία και τα εργαστήρια που ακολούθησαν, είχα την ανείπωτη ικανοποίηση να βιώσω τη μεταμόρφωσή τους. Στην ουσία, να επιτύχω ώστε να νιώθουν άνετα να πουν με κινήσεις του σώματος όλα αυτά που μέχρι τώρα δεν γνώριζαν ούτε οι ίδιοι. Οι πιο πολλοί μεγάλωσαν χωρίς να γίνουν πρώτα παιδιά. Ο νόμος της ζούγκλας ήταν κυρίαρχος στη ζωή πολλών. Πώς φτάνεις λοιπόν στην ψυχή αυτών των νέων;
Mόνο ανοίγοντας διόδους, από όπου μπορούν να μπουν αχτίδες φωτός και να νιώσουν αυτές οι υπάρξεις ότι ‘δεν έχουν όλα τελειώσει’. Ότι η κοινωνία δεν είναι εκεί μόνο ως τιμωρός, αλλά και δέκτης όλων εκείνων που έχουν να δώσουν ως ανθρώπινα όντα.
Τους βρήκα διαθέσιμους να δώσουν τον εαυτό τους. Έχτισα γέφυρες ανάμεσά μας και τους βοήθησα να πιστέψουν στις δυνάμεις τους. Πέτυχα, αρχικά, να κερδίσω την εμπιστοσύνη τους, απλά μιλώντας μαζί τους και ενθαρρύνοντάς τους σε κάθε προσπάθεια που έκαναν να εκφραστούν πηγαία. Πιστεύω ότι αυτή ήταν και η βάση πάνω στην οποία χτίσαμε τη γέφυρα επικοινωνίας και η επιβράβευση των προσπαθειών τους ήταν και για κείνους, όπως σε όλους που ασχολούνται με τις τέχνες, το χειροκρότημα”.
Ακολούθησαν παραστάσεις που παρακολούθησε το κοινό, μέσα στο σχολείο των φυλακών και εντυπωσίασαν.
Η πρώτη ενότητα των παραστάσεων ήταν η “Αφετηρία”, η δεύτερη η “Επιστροφή” και η τρίτη “Οι Μαρτυρίες”.
ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
Ο Στάθης Γράψας πέτυχε τη μεταμόρφωση 60 έγκλειστων νέων των φυλακών του Αυλώνα.
Μέσα από το θέατρο και την ικανότητα να εκφράσουν τα πιο βαθιά συναισθήματα και τις πιο επιτακτικές τους ανάγκες που ούτε οι ίδιοι γνώριζαν, βρήκαν τη λύτρωση. Η παράσταση στήθηκε πάνω στις εμπειρίες των παιδιών, κυρίως μέσα στη φυλακή. Ήταν ένα έργο με προσωπικά στοιχεία και συμβολικό χαρακτήρα.
“Το μεταγωγικό τους πήρε να παίξουν σε άλλες φυλακές. Μπορείς να φανταστείς, το μέσον που μέχρι τώρα τους πήγαινε στο δικαστήριο ή σε κάποια άλλη φυλακή να τους μεταφέρει σε κάποια σκηνή για να δώσουν θεατρική παράσταση; Ένας έγκλειστος που είχε άλλα 16 χρόνια ειρκτής, μετά την παράσταση χοροπηδούσε και φώναζε ’16 χρόνια μαζί σου θέατρο’, σαν να ήταν η μεγαλύτερη χαρά της ζωής του”.
Τις παραστάσεις ήλθαν να παρακολουθήσουν και οι μεγάλοι του θεατρικού χώρου, όπως ο Τερζόπουλος και ο Καζάκος, και έμειναν έκπληκτοι από ό,τι είχε επιτύχει ο Στάθης Γράψας που μέχρι τώρα ήξεραν μόνο ως έναν κορυφαίο ηθοποιό.
Σεμνός, στη μετάδοση όλων αυτών σήμερα, φανερά όμως συγκινημένος, έτσι όπως ανατρέχει στις εμπειρίες του αυτές, δηλώνει ότι και εδώ στη Μελβούρνη που βρίσκεται σήμερα, προσπαθεί να κάνει κάτι παρόμοιο με τους έγκλειστους και έχει βρει ανταπόκριση από την Πολιτεία: “Κοίταξε, γνωρίζουν ότι υπάρχει αυτή η ανάγκη. Το υπουργείο Δικαιοσύνης βλέπει το θέμα πολύ θετικά. Μόνο επειδή πρόκειται για κάτι καινούριο, το εξετάζουν από την πρακτική του πλευρά.
‘Τι τον έφερε όμως εδώ’, είναι μια απορία μου που, όλη αυτήν την ώρα που μιλάμε, δεν έχει παύσει να μ’ απασχολεί. Την εκφράζω, κάπως ανυπόμονα, ομολογώ.
“Γύρισα στη δική μου Ιθάκη” θα πει απλά, μη γνωρίζοντας, ίσως, ότι θα ζητούσα επεξήγηση.
“Πρέπει να το βάλω το θέμα στη σωστή του προοπτική και εξηγώ… ή, μάλλον, θα προσπαθήσω” λέει αργά και εγώ δεν έχω πρόβλημα να περιμένω.
“Το τελευταίο διάστημα, πριν αποφασίσω να φύγω, είχα αρκετές εκκρεμότητες σε δημόσιες υπηρεσίες, προκειμένου να τακτοποιήσω κάποια θέματα. Απίστευτη ταλαιπωρία σε ουρές, το γνωστό μπαλάκι πάνω-κάτω με υπαλλήλους που δεν είχαν καμία διάθεση να σε εξυπηρετήσουν και μια μίζερη αίσθηση ότι έτσι είναι και δεν μπορεί να είναι αλλιώς αυτό το σύστημα. Τα ίδια όπως πάντα. Όπως εδώ και 18 χρόνια, όταν ξεκίνησα να έχω επαφή με αυτό το τέρας που ονομάζεται ‘αθάνατο ελληνικό δημόσιο’.
Άρα, ένιωθα την αξιοπρέπειά μου, ως πολίτης, να βάλλεται, την ώρα που εγώ, ως πολίτης προσπαθούσα με τον τρόπο μου να συμβάλλω σε κάτι καλύτερο μέσα από την εθελοντική δουλειά που έκανα.
Οι άμεσα εμπλεκόμενοι σ’ αυτό που πρόσφερα, μου έδειχναν πόσο εκτιμούσαν και πόσο τους βοηθούσε η προσπάθειά μου που είχε στόχο, να ανακαλύψουν αυτά τα άτομα τη χαμένη αυτοεκτίμησή τους και το σεβασμό στον εαυτό τους. Κάτι που άρχισα να νιώθω ότι χάνω εγώ τελικά.
Είναι αλήθεια, ότι όλα αυτά τα χρόνια, το σύστημα το είχα συνηθίσει και δεν μου έκανε πλέον εντύπωση. Είχε περάσει και είχε καταγραφεί μέσα μου ότι έτσι είναι. Μα έλα, όμως, τώρα που τα πράγματα αγρίεψαν κι άλλο και αυτό το απρόσωπο σύστημα έγινε ακόμα πιο αιμοβόρο και απάνθρωπο. μέσα από τη δουλειά που έκανα λυτρωνόμουν αλλά μόνο για λίγο.
Η καθημερινότητα ερχόταν να μου θυμίσει πόσο άνισος ήταν ο αγώνας που έδινα”.
Από τα άμεσα σχέδια του Στάθη Γράψα στη Μελβούρνη, είναι να οργανώσει θεατρικό εργαστήρι για Αυστραλοέλληνες από 18 χρόνων και άνω, δίνοντας την ευκαιρία σε άτομα να εκφραστούν μέσα από την τέχνη με βάση το σωματικό θέατρο.
Όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί του στο email stathis.grapsas@hotmail.com
Η Αυστραλία, σκέφτομαι, κέρδισε πίσω ένα από τα αγαπημένα, ταλαντούχα παιδιά της. Κι αυτό γιατί η Ελλάδα δεν μπόρεσε να το κρατήσει.
Η αίσθηση που δημιουργεί το αποτέλεσμα μικτή…