Το περασμένο Σάββατο, 28 Ιουνίου, συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη δολοφονία του Αρχιδούκα, και διαδόχου του αυστροουγγρικού θρόνου, Φραγκίσκου Φερδινάνδου, και της συζύγου του, από Βόσνιο φοιτητή, στο Σεράγεβο της Βοσνίας. Τότε η Βοσνία αποτελούσε περιφέρεια της Αυστροουγγαρίας, η οποία επεκτεινόταν σε μια μεγάλη περιοχή της κεντρικής Ευρώπης. Ο Βόσνιος φοιτητής ήταν οπαδός μιας πανσλαβιστικής εθνικιστικής κίνησης, η οποία διευθυνόταν από υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της Σερβίας.
όδιο εκείνο η Αυστροουγγαρία, έχοντας την υποστήριξη της Γερμανίας, διέταξε γενική επιστράτευση, και στις 28 Ιουλίου 1914 κήρυξε τον πόλεμο κατά της Σερβίας. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα ο πόλεμος απλώθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη, και σταδιακά πήρε παγκόσμιες διαστάσεις.
Αν και η έναρξη του πολέμου έγινε στις 28 Ιουλίου, επειδή αφορμή του υπήρξε το επεισόδιο στο Σεράγεβο στις 28 Ιουνίου 1914, η ημερομηνία εκείνη καθιερώθηκε ως η αρχή του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου (Α’ Π. Π.).
Αφορμή του πολέμου μπορεί να ήταν η δολοφονία του Αρχιδούκα της Αυστροουγγαρίας, τα αίτιά του όμως ήταν πολύ βαθύτερα και παλαιότερα, όπως εξάλλου εικάζεται από την ταχύτητα της εξάπλωσής του στην Ευρώπη, και από την παγκόσμια διάσταση που έλαβε σε λίγα χρόνια.
Ο Α’ Π. Π. (1914-1918) άφησε πίσω του δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς και τραυματίες, κατέστρεψε την οικονομία της Ευρώπης, άλλαξε τον εθνολογικό της χάρτη, με τη δημιουργία νέων κρατών από τη διάλυση αυτοκρατοριών και τις αλλαγές των συνόρων διαφόρων χωρών.
Κοντά σε όλα αυτά δημιούργησε και τις συνθήκες που οδήγησαν στον ακόμα πιο καταστρεπτικό Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο 21 χρόνια αργότερα, τις συνέπειες του οποίου πολλοί από εμάς υπoστήκαμε έμμεσα ή άμεσα.
Τα αίτια του Α’ Π. Π. πρέπει να αναζητηθούν στις οικονομικές συνθήκες της εποχής, καθώς και στις επεκτατικές πολιτικές διαφόρων κρατών, με αποτέλεσμα τον ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Ιδιαίτερα, η ραγδαία εξέλιξη της βιομηχανίας της Γερμανίας δημιούργησε την ανάγκη διάθεσης των προϊόντων της σε άλλες χώρες, πολλές από τις οποίες βρίσκονταν στη σφαίρα επιρροής της Μεγάλης Βρετανίας.
Για την πληρέστερη κατανόηση αυτών των αιτίων που οδήγησαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρώ αναγκαία μια σύντομη ανασκόπηση της κατάστασης που επικρατούσε στην Ευρώπη κατά τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα.
ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ Α’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Μετά από τον γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870-1871, στην Ευρώπη επικράτησε μια περίοδος μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης, ως αποτέλεσμα της ταχείας εκβιομηχάνισης των μεγάλων Ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γερμανία και η Γαλλία.
Δεδομένου ότι η ευρωπαϊκή αγορά δεν μπορούσε να απορροφήσει τα βιομηχανικά προϊόντα των χωρών αυτών, άρχισε να παρατηρείται ένας έντονος εμπορικός ανταγωνισμός μεταξύ τους.
Η αδηφάγος τάση των βιομηχάνων και τραπεζιτών για όλο και μεγαλύτερα κέρδη, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μια έντονης ανταγωνιστικότητας μεταξύ των ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών για την εξασφάλιση αγορών για τα προϊόντα τους, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στην Αφρική και στην Ασία. Η ανταγωνιστικότητα αυτή είχε ενταθεί ακόμη πιο πολύ από την ανάγκη για εξασφάλιση πετρελαίου και πρώτων υλών, που η Ευρώπη δεν διέθετε σε επαρκείς ποσότητες και σε προσιτές τιμές.
Έτσι κάθε μεγάλη δύναμη προσπαθούσε να εκτοπίσει την άλλη από τις ζώνες επιρροής της και από τις αποικίες της. Ως αποτέλεσμα, η γερμανική εμπορική διείσδυση σε χώρες έξω από την Ευρώπη έπληττε τα συμφέροντα της Γαλλίας, αλλά κυρίως της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία κυριαρχούσε ως τότε στη διεθνή εμπορική αγορά με τις αποικίες που είχε αποκτήσει.
Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε περισσότερο, όταν ο αυτοκράτορας της Γερμανίας και Πρωσίας Γουλιέλμος Β’ προχώρησε στη δημιουργία ενός ισχυρού γερμανικού στόλου ανοικτής θαλάσσης, για να ανταγωνισθεί τη θαλασσοκράτειρα τότε Μεγάλη Βρετανία.
Παράλληλα, η θεαματική εξέλιξη της γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας ενίσχυε τις ανησυχίες των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, γεγονός που οδήγησε σε μια σειρά διακρατικών συμμαχιών, όπως η γαλλορωσική συμμαχία του 1893 εναντίον της Γερμανίας, και η αγγλογαλλική συμφωνία του 1904.
Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων ήταν οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες να ριχτούν σε έναν ξέφρενο εξοπλισμό, σε δραματική αύξηση των στρατιωτικών τους δυνάμεων, και στην περαιτέρω αύξηση παραγωγής πολεμικού υλικού. Με άλλα λόγια, ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανίας των χωρών αυτών, και ιδιαίτερα της Γερμανίας, στράφηκε στην παραγωγή πολεμικού υλικού, κατασκευής όπλων και πολεμικών αρμάτων, καθώς και πλοίων και υποβρυχίων.
Η Γερμανία είχε δώσει μεγάλη έμφαση στην κατασκευή υποβρυχίων, γιατί γνώριζε πως δεν μπορούσε να ανταγωνισθεί τη Μεγάλη Βρετανία σε πλοία. Και πράγματι, τα υποβρύχια της Γερμανίας είχαν καταστεί ο φόβος και ο τρόμος των πλοίων επιφάνειας. Αποτελεί τραγική ειρωνεία το γεγονός ότι ο τορπιλισμός του αμερικανικού υπερωκεανίου Λουζιτάνια από γερμανικό υποβρύχιο το 1917 ώθησε τις Ηνωμένες Πολιτείες στον πόλεμο στο πλευρό της Τριπλής Συνεννόησης, γεγονός που επιτάχυνε την κατάρρευση της Γερμανίας.
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Όπως ανέφερα πιο πάνω, μετά από τη δολοφονία του Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του στις 28 Ιουνίου 1914, η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Σερβίας τον Ιούλιο του 1914, με το αιτιολογικό ότι η δολοφονία είχε την έγκριση των αρχών της Σερβίας.
Έναν χρόνο πριν από το επεισόδιο στο Σεράγεβο, τα μεγάλα κράτη της Ευρώπης είχαν ήδη χωρισθεί σε δύο συνασπισμούς, καθότι ήταν εμφανές πως οι οικονομικές αντιπαραθέσεις θα οδηγούσαν νομοτελειακά σε πόλεμο. Για το λόγο αυτό ανέφερα πως το επεισόδιο του Σεράγεβου ήταν η αφορμή, ενώ η πραγματική αιτία ήταν ποια χώρα, ή συνασπισμός χωρών, θα επικρατούσε στην Ευρώπη.
Η αρχική σύσταση των συνασπισμών ήταν ως ακολούθως:
Η Γερμανία, η Αυστροουγγαρία και η Ιταλία είχαν συστήσει την Τριπλή Συμμαχία, ενώ η Γαλλία, η Αγγλία και η Ρωσία είχαν συστήσει την Τριπλή Συνεννόηση ή Αντάντ, όπως ήταν πιο γνωστή.
Μετά την έναρξη του πολέμου η σύσταση των δύο συνασπισμών άλλαξε, αλλά και διευρύνθηκε, με την ένταξη και άλλων χωρών. Για παράδειγμα, το 1915 η Ιταλία αποχώρησε από την Τριπλή Συμμαχία και εντάχθηκε στην Αντάντ, η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Βουλγαρία είχαν προσχωρήσει στην Τριπλή Συμμαχία, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής το 1917 έγιναν ένα από τα κύρια μέλη της Αντάντ. Η Ρωσία, μετά από την Επανάσταση των Μπολσεβίκων τον Οκτώβριο του 1917 αποσύρθηκε από τον πόλεμο, μετά από συνθήκη που είχε συνάψει με τη Γερμανία.
Ως και η μακρινή Αυστραλία είχε πάρει μέρος στον πόλεμο, ως μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας. Τα θύματα από την πρώτη πολεμική επιχείρηση, κατά την αποβίβαση στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης στις 25 Απριλίου 1915 μέχρι στις 8 Ιανουαρίου 1916 ανήλθαν σε 8.709 νεκρούς και σε 18.000 τραυματίες. Τον Απρίλιο του 2015 η Αυστραλία θα γιορτάσει την 100;h επέτειο της επιχείρησης ANZAC.
Η Ελλάδα, όπως θα δούμε την ερχόμενη εβδομάδα, στα πρώτα χρόνια του πολέμου αντιμετώπιζε εσωτερική κρίση, αποτέλεσμα της οποίας ήταν ο εθνικός διχασμός, με δύο κυβερνήσεις, τη μια στην Αθήνα και την άλλη στη Θεσσαλονίκη. Τελικά πήρε το μέρος της Αντάντ και μπήκε στον πόλεμο το Μάιο του 1917.
Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου χρησιμοποιήθηκε όλες οι τεχνολογικές εξελίξεις της εποχής για στρατιωτικούς σκοπούς, όπως δηλητηριώδη αέρια, υποβρύχια, αεροπλάνα, τεθωρακισμένα οχήματα, κ.ά., με αποτέλεσμα τα εκατομμύρια θύματά του, κυρίως μεταξύ των στρατιωτών, αλλά και του άμαχου πληθυσμού.
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε στις 11 Νοεμβρίου 1918 με τη νίκη του συνασπισμού της Τριπλής Συνεννόησης ή Αντάντ, και προκάλεσε τη διάλυση των τριών αυτοκρατοριών που αποτελούσαν τον πυρήνα της Τριπλής Συμμαχίας: της Γερμανικής, της Αυστροουγγρικής και της Οθωμανικής, ενώ ο γεωπολιτικός χάρτης της Ευρώπης άλλαξε ριζικά, με αλλαγές και σε περιοχές της Αφρικής και της Ασίας.
Οι νεκροί, στρατιώτες και άμαχος πληθυσμός, υπολογίζονται στα 16 εκατομμύρια άτομα, και οι τραυματίες σε περίπου 21 εκατομμύρια άτομα, σύνολο 37 εκατομμύρια άτομα. Οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου έγιναν αισθητές σε όλο τον κόσμο, και η πολιτιστική παράδοση του δυτικού κόσμου επηρεάσθηκε βαθιά.
Η ανθρωπότητα όμως δεν διδάχθηκε από τα παθήματα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, αφού το 1939, δηλαδή 21 χρόνια μετά τη λήξη του, κηρύχθηκε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, με πρωταίτια πάλι τη Γερμανία…