Σε νέα ύψη έχουν φθάσει οι τιμές των σπιτιών στη Βικτώρια με την τιμή του μέσου σπιτιού να φθάνει τα $658.000.
Τα νέα δεδομένα δείχνουν αύξηση ύψους $22.000 εντός των τελευταίων τριών μηνών, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου.
Η εικόνα αυτή παρουσιάζει μια πολύ καλύτερη κατάσταση της κτηματαγοράς της Μελβούρνης απ’ ό,τι αυτή που περιέγραψε η Αποθεματική Τράπεζα Αυστραλίας στην αρχή της εβδομάδας, όταν ισχυρίστηκε ότι συμφέρει καλύτερα να ενοικιάσει κανείς σπίτι παρά να αγοράσει.

Πιο συγκεκριμένα, στο δελτίο της «Είναι τα σπίτια υπερτιμημένα;» (“Is Housing Overvalued?”), αναφέρει ότι η αξία των σπιτιών, σε παναυστραλιανή κλίμακα έχει σημειώσει αύξηση της τάξης του 2,4% ετησίως, τα τελευταία 60 χρόνια, και ότι οι τιμές των σπιτιών θα πρέπει να σημειώνουν αύξηση κατά 2.9% ετησίως για να συμφέρει να αγοράσει κάποιος οικία αντί να νοικιάσει.

Επ’ αυτού, ο διευθύνων σύμβουλος του Κτηματομεσιτικού Ινστιτούτου Βικτώριας (REIV), Enzo Raιmondo, θα πει ότι τα τελευταία 20 χρόνια τα στοιχεία δείχνουν μια αύξηση η οποία πλησιάζει το ύψος του 5% και «τελικά, τα τούβλα και το τσιμέντο φαίνεται να είναι μια σταθερή μακροπρόθεσμη επένδυση».

Ο ίδιος θα σχολιάσει ότι η κτηματαγορά εξακολουθεί να ανθίζει και να παρουσιάζει μεγάλες ευκαιρίες τόσο για απόκτηση ιδιόκτητης στέγης όσο και για επενδύσεις.
Αναφερόμενος, ειδικότερα, στα προάστια που βρίσκονται σε μέτρια απόσταση από το κέντρο, θα πει ότι σημείωσαν τη μεγαλύτερη αύξηση της τιμής, δεδομένου ότι ο μέσος όρος τιμής σπιτιού φθάνει σήμερα εκεί τις $720.000.

Αλλά και τα διαμερίσματα δείχνουν σταθερή αύξηση των τιμών τους με τον μέσο όρο τιμής να φθάνει τις $502.000.

Μέρος της αύξησης των τιμών αυτού του τομέα οφείλεται στο γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός νέων Μελβουρνιωτών προτιμούν να μένουν κοντά στο κέντρο. Έτσι, η κρίση που υπήρχε στο χώρο αυτό, προ ολίγων ετών εξαιτίας της υπερπροσφοράς, έχει εκλείψει όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία.
Βέβαια, θετικός παράγοντας στην τάση αυτή είναι και τα χαμηλά στεγαστικά επιτόκια.