Ο Γολγοθάς της συντηρητικής κυβέρνησης Άμποτ να καταργήσει ορισμένα νομοσχέδια της προηγούμενης Εργατικής κυβέρνησης, όπως είχε δεσμευτεί προεκλογικά, συνεχίζεται στη Γερουσία.

Μετά τις μακρόχρονες διαβουλεύσεις με τον δισεκατομμυριούχο, Κλάιβ Πάλμερ, για να υπερψηφιστεί η κατάργηση του φόρου ρύπανσης -όπως και, τελικά, έγινε την περασμένη Πέμπτη-, η ομοσπονδία κυβέρνηση έχει νέο αγώνα μπροστά της για να πείσει τους ανεξάρτητους γερουσιαστές να υπερψηφίσουν και το νομοσχέδιο για την κατάργηση τους έξτρα φόρου (Super tax) για τις μεγάλες εξορυκτικές εταιρίες.

Η κυβέρνηση, που είχε ενδώσει στις πιέσεις Πάλμερ όσον αφορούσε την υπερψήφιση από τους Γερουσιαστές του νομοσχεδίου για την κατάργηση του φόρου ρύπανσης, πίστευε ότι θα υπερψηφίζονταν και το δεύτερο νομοσχέδιο, πράγμα που τελικά δεν έγινε.

Ορισμένοι από τους ανεξάρτητους γερουσιαστές αρνήθηκαν να υπερψηφίσουν το νομοσχέδιο αν η κυβέρνηση δεν υποσχεθεί ότι δεν θα προχωρήσει σε περικοπές των οικογενειακών επιδομάτων, καθώς και των επιδομάτων στους χαμηλόμισθους και κοινωνικά αδύναμους.
Η πιο πάνω εξέλιξη προκάλεσε την αγανάκτηση αρκετών βουλευτών της κυβέρνησης Άμποτ, οι οποίοι και κατηγόρησαν, κυρίως, τους γερουσιαστές του Εργατικού Κόμματος και των Πρασίνων ότι δεν στηρίζουν τα εθνικά συμφέροντα.

Αναφερόμενος στην καταψήφιση του δεύτερου νομοσχεδίου, ο θησαυροφύλακας, Τζο Χόκι, είπε ότι αυτό σημαίνει πως η κυβέρνηση θα πρέπει να δαπανήσει 13 δισεκατομμύρια δολάρια επιπλέον πουν δεν προβλέπονται από τον προϋπολογισμό.
Η κυβέρνηση δεν έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει να δανείζεται χρήματα για να πληρώνει παρόμοιες υποχρεώσεις που δεν προβλέπονται από τον προϋπολογισμό, πρόσθεσε ο Θησαυροφύλακας.

Εκτός όλων των άλλων η απόρριψη του νομοσχεδίου σημαίνει ότι οι εξορυκτικές εταιρίες είναι υποχρεωμένες με την ισχύουσα νομοθεσία να καταβάλλουν σήμερα την προβλεπόμενη δόση για τον έξτρα φόρο.