Έκκληση στον Κυπριώτη ελληνισμό της Αυστραλίας να συνεχίσει τον αγώνα του για τη δικαίωση του μαρτυρικού λαού της Κύπρου, έκανε ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου της κυπριακής κυβέρνησης, κ. Θεοδόσιος Τσιόλας, κατά τη συνάντησή του με τα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα στη Μελβούρνη, παρουσία της Ύπατης Αρμοστή της Κύπρου, κ. Ιωάννας Μαλλιώτη.

Ο απεσταλμένος της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας εξέφρασε τη λύπη του για την παρατεινόμενη κατοχή του νησιού από τους Τούρκους εποίκους και ευχήθηκε οι φετινές εκδηλώσεις καταδίκης του Αττίλα να είναι οι τελευταίες. Επέκρινε δριμύτατα την Τουρκία και τους Τουρκοκυπρίους για την άρνησή τους να διαπραγματευθούν δίκαιη και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος και διαβεβαίωσε για την αποφασιστικότητα του προέδρου Αναστασιάδη να παλέψει για την επανένωση του νησιού.
«Δυστυχώς συμπληρώνονται φέτος 40 χρόνια από εκείνον τον τραγικό Ιούλη του 1974, που η Τουρκία, προφασιζόμενη το εγκληματικό πραξικόπημα, υλοποίησε τους βάρβαρους σχεδιασμούς της και εισέβαλε παράνομα στην Κύπρο μας. Πρόκειται για μια πραγματικά θλιβερή επέτειο, αυτή των 40 χρόνων από τη διάπραξη εκείνου του εγκλήματος ενάντια στην πολύπαθη πατρίδα μας. Ενός εγκλήματος που μοίρασε στα δύο το νησί και τον λαό μας και που για τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες άφησε ανεπούλωτες πληγές και νωπές τις μνήμες για τον κυπριακό ελληνισμό.

«Σαράντα χρόνια για την επίλυση του προβλήματος, που επηρεάζει πρωτίστως την ίδια την επιβίωση ολόκληρου του κυπριακού λαού -Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Αρμενίων, Μαρωνιτών και Λατίνων- είναι πραγματικά πάρα πολλά. Ιδιαίτερα, αν αναλογιστεί κανείς πως το δίκαιο του αγώνα μας αναγνωρίζεται ξεκάθαρα από αλλεπάλληλες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και εδράζεται στη διεθνή νομιμότητα και στις αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Η Κύπρος και ο λαός της υποφέρουν από τη συνεχιζόμενη παράνομη στρατιωτική κατοχή, το δράμα των αγνοουμένων, τις μαζικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κυπριακού λαού, τον παράνομο εποικισμό και τη συνεχιζόμενη καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς της. Αυτά δεν αποτελούν θεωρίες και επαναλαμβανόμενες επετειακές ρητορείες. Εμείς, οι Κύπριοι, πρόσφυγες και μη, είμαστε οι μόνοι σήμερα Ευρωπαίοι πολίτες που δεν απολαμβάνουμε βασικά ανθρώπινα δικαιώματα στην ίδια μας την πατρίδα εξαιτίας της συνεχιζόμενης τουρκικής στρατιωτικής κατοχής. Αυτή είναι η ωμή πραγματικότητα. Δεν μπορούμε ελεύθερα να διακινηθούμε, να εγκατασταθούμε, να ζήσουμε στο κατεχόμενο μέρος του νησιού μας, να ασκήσουμε τα θρησκευτικά μας δικαιώματα.

«Παράλληλα, οι προσπάθειες για συνολική λύση θα πρέπει να συνεχισθούν με σοβαρότητα, μεθοδικότητα και κυρίως με αποφασιστικότητα και βούληση λύσης. Ελπίζουμε ότι η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι θα συνειδητοποιήσουν σύντομα τα αμοιβαία και μακροπρόθεσμα οφέλη από μια συνολική λύση που θα επανενώσει την Κύπρο, θα θεμελιώσει την ειρήνη και τη σταθερότητα στην πατρίδα μας και θα συμβάλει στην ευημερία του συνόλου του λαού της» είπε.

TΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΕΘΝΙΚΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ

Ο κ. Τσιόλας τόνισε, ότι παρά τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει το νησί η επίλυση του χρονίζοντος κυπριακού προβλήματος αποτελεί εθνική προτεραιότητα.
«Υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να συνεχίσουμε τις άοκνες και διαρκείς προσπάθειες για λύση. Παρά τις όποιες οικονομικές δυσκολίες αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας, το Κυπριακό ήταν και παραμένει πάντοτε η κύρια εθνικής μας προτεραιότητα. Η συνεχιζόμενη τουρκοποίηση των κατεχόμενων εδαφών μας, αλλά και η μειωμένη επαφή και σύνδεση των νεότερων γενεών με την κατεχόμενη γη μας, αποτελούν παράγοντες που δυσχεραίνουν τις διεκδικήσεις μας και εδραιώνουν τη διχοτόμηση.

«Είναι, λοιπόν, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο που ο πρόεδρος Αναστασιάδης έχει ζητήσει από την πολιτική ηγεσία και τους συμπολίτες μας να σταθούν δίπλα του στη νέα διαδικασία των συνομιλιών, καλώντας έτσι το σύνολο της κοινωνίας μας σε εθνική συστράτευση, συναίνεση και συνεννόηση. Με αφετηρία την Κοινή Δήλωση της 11ης Φεβρουαρίου που συμφωνήθηκε με την ηγεσία των Τουρκοκυπρίων, έχει γίνει ξεκάθαρο προς όλες τις πλευρές πως οι δομημένες διαπραγματεύσεις που έχουν ξεκινήσει βασίζονται στην αλληλένδετη συζήτηση όλων των κεφαλαίων του Κυπριακού.

Επίσης, τονίζεται ότι «η διευθέτηση χαρακτηρίζεται από σεβασμό στις δημοκρατικές αρχές, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες, καθώς και στην ξεχωριστή ταυτότητα και την ακεραιότητα αμφοτέρων, διασφαλίζοντας το κοινό τους μέλλον σε μια ενωμένη Κύπρο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

ΕΚΤΕΘΕΙΜΕΝΗ Η ΤΟΥΡΚΙΑ

Στηλιτεύοντας τον αρνητικό ρόλο της Τουρκίας στο Κυπριακό ο κ. Τσιόλας εκτίμησε, ότι η Τουρκία εκτεθειμένη -από τα καμώματά της- οφείλει να πείσει τους Ελληνοκυπρίους και τη διεθνή κοινότητα για την πρόθεσή της να συνεισφέρει στη διαδικασία εξεύρεσης λύσης.
«Το μήνυμα που επιτακτικά οφείλουμε να στείλουμε προς όλους τους ενδιαφερομένους είναι ότι διεκδικούμε, απλώς, τα αυτονόητα. Πως δεν ζητάμε τίποτα παραπάνω από τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που ισότιμα θα έπρεπε να απολαμβάνουν όλοι οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι σήμερα γενικά αποδεκτό, εντός και εκτός Κύπρου, ότι εναπόκειται στην Τουρκία να αναστρέψει το αρνητικό πολιτικό κλίμα. Διότι δεν είναι εύκολο να πείσει κανείς τους Ελληνοκύπριους για την καλή διάθεση της Τουρκίας όταν, ακόμα και την ακατοίκητη πόλη της Αμμοχώστου, επιμένει να την κρατεί αιχμάλωτη και νεκρή καταδικάζοντάς την στην πλήρη ερήμωση. Και αυτό, παρά τις περί του αντιθέτου διαμαρτυρίες, ακόμα και των Τουρκοκυπρίων της περιοχής.
Επιτέλους, αναμένουμε πως η Τουρκία, σεβόμενη το διεθνές δίκαιο αλλά και ως υποψήφιο μέλος της Ένωσης, επιβάλλεται να διευκολύνει τη διαδικασία της λύσης, προβαίνοντας μεταξύ άλλων και στις ουσιαστικές χειρονομίες που απαιτούνται για να αντιστραφεί το αρνητικό πολιτικό κλίμα.

Δυστυχώς οι μέχρι τώρα προσπάθειες προσκρούουν στις θέσεις της άλλης πλευράς η οποία επιδιώκει συμφωνίες ή συγκλίσεις μόνο στα θέματα που διεκδικεί και θέλει να πάρει. Η δική μας πλευρά επιμένει στη διαδικασία που συμφωνήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου, με συζήτηση και κατάθεση προτάσεων επί όλων των πτυχών, χωρίς περιοριστικά χρονοδιαγράμματα και επιδιαιτησία.

Πριν από οποιαδήποτε νέα φάση των συνομιλιών, ειδικά εκείνη του πάρε-δώσε, όπως την χαρακτηρίζει η τουρκική πλευρά, δεν μπορεί να μη συζητηθεί το εδαφικό, το περιουσιακό, τα θέματα ασφάλειας, τα θέματα ιθαγένειας, τα θέματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πολιτευόμενοι με σύνεση και διορατικότητα μπορούμε να αξιοποιήσουμε όλα εκείνα τα δεδομένα που προκύπτουν από την παρούσα συγκυρία στην περιοχή μας και ευρύτερα στον κόσμο.

ΟΙ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Ο κ. Τσιόλας εκτίμησε, ότι η επανένωση της Κύπρου θα έχει «καθοριστική και θετική επιρροή στην ταραχώδη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου» και η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου θα αναβαθμίσει την Κύπρο γεωπολιτικά.
«Η επανένωση της Κύπρου αναμφίβολα θα έχει μια καθοριστική και θετική επιρροή στην ταραχώδη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, βελτιώνοντας τις σχέσεις όχι μόνον της Τουρκίας με την Κύπρο, αλλά επίσης της Τουρκίας με την ΕΕ.

Ένα σημαντικό στοιχείο σε αυτή την εξίσωση, το οποίον άλλαξε το γεωπολιτικά πλαίσιο, είναι η ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στη λεκάνη της Λεβαντίνης.
Αυτό έχει ανοίξει νέες λεωφόρους συνεργασίας για την περιοχή. Η πιθανότητα για έναν αριθμό κρατών να συνεργαστούν για την κοινή αξιοποίηση και εκμετάλλευση αυτών των πόρων προς όφελος των μελλοντικών γενεών, έχει την προοπτική vα υπερβεί κάποια από τα σκληρά διλήμματα ασφάλειας που αντιμετωπίζουν από όλες τις χώρες στην περιοχή. Έχει την προοπτική να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη, r οποία απουσιάζει για δεκαετίες σε περιφερειακό και διμερές πλαίσιο και vα αποτελέσει δύναμη σταθερότητας, ευημερίας και ειρήνης.

Το σημαντικότερο, η παρουσία κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο είναι προς όφελος των Ευρωπαίων εταίρων μας, καθώς έχει τη δυνατότητα να εγγυηθεί την ενεργειακή ανεξαρτησία και ασφάλεια, παραχωρώντας ένα εναλλακτικό ενεργειακό διάδρομο, ένα διαφοροποιημένο ενεργειακέ χαρτοφυλάκιο, οδηγώντας έτσι στην αυξημένη ενεργειακή ασφάλεια. Η ανάγκη αυτή τονίζεται ιδιαίτερα από τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ουκρανία».
«Το τεράστιο μέγεθος της επένδυσης που απαιτείται για εκμετάλλευση αυτού του υπεράκτιου θησαυρού χρειάζεται πολλή σοφία, όραμα και υπομονή λόγω της ευμετάβλητης μορφής της περιοχής. Γνωρίζουμε την ευθύνη που εναποτίθεται σε εμάς, καθώς οι αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα θα έχουν σημαντικές επιδράσεις στο μέλλον της περιοχής.

Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα υποστηρίξουν όλα τα δίκαια και τα δικαιώματα του λαού μας. Τον αναβαθμισμένο ρόλο της πατρίδας μας και τις νέες δυνατότητες και προοπτικές που δημιουργούνται, είμαστε αποφασισμένοι να τις αξιοποιήσουμε στο έπακρο, ώστε vα εξυπηρετήσουμε κατά τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα της πατρίδας μας» εξήγησε.