Όταν σχηματίζεις τον αριθμό του σκέφτεσαι ότι μπορεί και να σου απαντήσει «Βασικά καλησπέρα σας». Έκπληξη: στην άλλη άκρη της γραμμής σε υποδέχεται η φωνή του Αντώνη Ρέμου με το «Δεν μου άρεσε να λέω εντάξει/ έτσι ήμουν κι έτσι είμαι ακόμη…». Πώς κι έτσι; «Είναι ένα άκουσμα πολύ όμορφο, με στίχους που με αντιπροσωπεύουν» απαντά ο Στάθης Ψάλτης, που τον πετυχαίνουμε στην περιοδεία του «Πλούτου» -όπου συμπρωταγωνιστεί ως Γριά με τον Κώστα Βουτσά στον ομώνυμο ρόλο.

Γιατί είπατε «ναι» στη συγκεκριμένη πρόταση;
Διότι ο Αριστοφάνης είναι πάντα επίκαιρος. Έγραψε τον «Πλούτο» το 388 π.Χ. και ό,τι είχε γράψει τότε γίνεται τώρα. Η φτώχεια. Η δυστυχία. Η πενία που προσπαθεί να καταδυναστεύσει τον λαό. Ο Πλούτος που είναι η σοφία κι η γνώση. Ο συκοφάντης, λίγο ψεύτης κι απατεώνας, που θέλει να διαβάλλει. Ό,τι συμβαίνει και σήμερα στη Βουλή δηλαδή με τους ψεύτες και τους συκοφάντες. Και ο Έλληνας ενώ βιώνει κάποιες καταστάσεις, την ίδια στιγμή τις ξεχνάει, είτε πρόκειται για κόψιμο μισθών και συντάξεων είτε για την υγεία είτε για την ανεργία. Ξεχνάει. Όποιος ξεχνάει ξεχνιέται.

Είναι δυνατόν να βιώνεις την ανεργία και να το ξεχνάς;
Είναι προτέρημα του Έλληνα. Και δεν αντιλαμβάνεται ότι όταν καίγεται το σπίτι του άλλου θα καεί και το δικό του. Είναι μια νοοτροπία που δεν εξηγείται.

Αν ήταν πολιτικός στο κοινό τι θα του λέγατε;
Εξαρτάται από τη στιγμή, αλλά σίγουρα δεν θα είχα πρόβλημα να του τα πω. Πρόβλημα θα είχε αυτός που θα με άκουγε. Μπορεί ο 63χρονος σήμερα (και παππούς) Στάθης Ψάλτης να θεωρεί το θεατρικό σανίδι φυσικό του χώρο, όμως δεν ξεχώρισε ως πρώτο όνομα ούτε μέσω του θεάτρου ούτε μέσω της τηλεόρασης, παρά το γεγονός ότι είχε εμφανιστεί σε σπουδαίες τηλεοπτικές σειρές της δεκαετίας του ’70, όπως «Οι έμποροι των Εθνών» (είχε τραγουδήσει το «Ήτανε μια φορά» του Σταύρου Ξαρχάκου) και «Ο συμβολαιογράφος». Αγαπήθηκε ως «Τροχονόμος Βαρβάρα» και ως Στάθης στο «Βασικά Καλησπέρα σας», στο «Καμικάζι αγάπη μου» και στο «Έλα να αγαπηθούμε ντάρλινγκ» στη μεγάλη οθόνη. Ταινίες μέσω των οποίων πολλοί υποστήριξαν ότι χαράμισε το ταλέντο του, ακολουθώντας έναν εύκολο δρόμο και σήμερα έχουν καταχωρισθεί ως καλτ.

Αισθάνεστε παρεξηγημένος;

Παρεξηγημένοι είναι αυτοί που με παρεξηγούν. Λένε ότι έχω κάνει βιντεοταινίες. Να το ξεκαθαρίσουμε. Ό,τι έχω κάνει είναι ταινία. Ο καλλιτέχνης πρέπει από κάπου να αρχίσει. Αν έχει ταλέντο παραμένει κι αν δεν έχει φεύγει. Κάπως έπρεπε να με μάθει ο κόσμος. Εύκολος δρόμος δεν ήταν. Ήταν το πιο επικίνδυνο σάλτο μορτάλε. Αν δεν πετύχαινε η πρώτη ταινία δεν υπήρχε περίπτωση να ξαναπαίξω. Διακινδύνευσα πολλά πράγματα με εντιμότητα, θάρρος και ειλικρίνεια. Έπρεπε οπωσδήποτε να πετύχω και μάζεψα όλα τα στοιχεία μου ως κωμικός για να τα περάσω στο κείμενο. Και τα κατάφερα. Όσοι χαρακτηρίζουν καλτ τις ταινίες μου έχουν κόμπλεξ κατωτερότητας.

Δεν είναι καλτ όμως η ατάκα «Κούλα, πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος» με την οποία έχει ταυτισθεί η κινηματογραφική σας παρουσία;

Ό,τι ήταν για μια άλλη εποχή το «Όχι άλλο κάρβουνο» του Κούρκουλου, ήταν για τη δεκαετία του ’80 η ατάκα με την Κούλα. Επισημαίνεις την εποχή που βγήκες. Αφήνεις τη σφραγίδα σου. Δεν είναι κάτι άλλο.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες εμφανίζεστε κυρίως σε επιθεωρήσεις, αλλά σπάνια σε τηλεοπτικές σειρές. Ο λόγος;
Τα πράγματα είναι λίγο στα κουτουρού. Δεν μπορώ να συμβιβαστώ με τη νοοτροπία να είμαι σε έναν καναπέ με φόντο ένα ψυγείο και να κάνω εκατό γυρίσματα. Δεν με αντιπροσωπεύει. Θέλω μια πιο πλούσια παραγωγή. Οι τουρκικές σειρές γιατί νομίζετε ότι έχουν τόσο μεγάλη επιτυχία; Όποιος ξέρει από κινηματογράφο καταλαβαίνει τι σημαίνουν τα πλάνα σε τόσο πολλούς και υπέροχους χώρους. Είναι πολύ προσεγμένες. Πώς να μην το δει ο άλλος; Να είμαι όμως και ειλικρινής. Δεν μου έχουν κάνει πρόταση, διότι μου έχει ειπωθεί ότι οι ηθοποιοί του παλιού κινηματογράφου είναι καμένοι και δεν τους θέλει ο κόσμος.
*Αναδημοσιεύεται από την αθηναϊκή εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ».