Ήμουν στον Πρωταρά για το Σαββατοκύριακο όταν έγινε η καθιερωμένη εκδήλωση καταδίκης της τουρκικής εισβολής από τους Αμμοχωστιανούς. Είχα δει και την πομπή του Προέδρου να περνά καθ’ οδόν προς τη Δερύνεια. Η δικιά μας παρέα κατευθυνόταν προς την Σωτήρα σε ένα από τα παραδοσιακά ταβερνάκια της περιοχής για μεζέ μέχρι σκασμού. Ούτε που πέρασε από το μυαλό μου να πήγαινα σε εκείνη την εκδήλωση. Μάταιο, και λίγο αναχρονιστικό. Κάθε χρόνο τα ίδια και τα ίδια… Αλλιώς σκέφτομαι τις εκδηλώσεις πια. Με την προοπτική της επανένωσης, της λύσης, της κοινής συμβίωσης.

Λίγες μέρες αργότερα, ένας φίλος, μου περιέγραφε το καταθλιπτικό σκηνικό στη Δερύνεια. Ελάχιστοι παραβρισκόμενοι, με μέσο όρο ηλικίας 60 χρόνων. Άδειες καρέκλες, χωρίς παλμό, χωρίς ουσία. «Κουράστηκε ο κόσμος» συμφωνήσαμε. Εκείνος πήγε στην εκδήλωση με τα παιδιά του. Ένιωσε άβολα, γιατί έπρεπε να απαντήσει σε δεκάδες απορίες τους. Εκείνα, άκουγαν με προσοχή όσα έλεγαν οι ομιλητές. Πρώτη φορά πήγαιναν σε μια τέτοια εκδήλωση. «Τελικά, αποφάσισα ότι καλώς έπραξα και πήγα μαζί τους» μου είπε. «Γιατί έχουμε μια ανοικτή πληγή. Γιατί υπάρχουν ερωτήματα τα οποία πρέπει να απαντηθούν». Ανοικτή πληγή, την οποία όσο κι αν θέλουμε να την θεραπεύσουμε, αποτελεί πραγματικότητα, την οποία θα πρέπει και αυτά να συνειδητοποιήσουν, να αντιμετωπίσουν, ίσως και να κληθούν να συνεχίσουν να αγωνίζονται γι’ αυτήν.

Και είναι θλιβερό να διαπιστώνει κανείς ότι η τέταρτη γενιά μετά το ’74 συμμετέχει ακόμα σε εκδηλώσεις καταδίκης της κατοχής. Είχα μια πίστη ότι τα δικά μου παιδιά θα συμμετείχαν μόνο σε εκδηλώσεις συμφιλίωσης, ειρηνικής συνύπαρξης. Θα ζούσαν αν μη τι άλλο το μεγάλο γεγονός της λύσης, της επανένωσης. Η δε κρυφή ελπίδα της κάθε μάνας «μέχρι να μεγαλώσεις δεν θα έχει γιε μου στρατό», αρχίζει να μπαίνει σε ένα πιο ρεαλιστικό σύνολο, αν και δεν εγκαταλείπεται…

Ξαφνικά ένιωσα άβολα για τους μεζέδες και το κρασί εκείνης της νύχτας. Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, σκέφτηκα πως για τα παιδιά μου πρωτίστως, θα ‘πρεπε να ήμουν στην αντικατοχική εκδήλωση. Θλιβερό μεν, πραγματικότητα δε. Οι οφειλόμενες απαντήσεις πρέπει να δίδονται, χωρίς φανατισμό, με ρεαλιστική προσέγγιση, διάθεση αναζήτησης της αλήθειας και ταυτόχρονη μεταλαμπάδευση της βαθιάς πίστης για θεραπεία της ανοιχτής πληγής, για λύση και επανένωση.