H υπεραλιεία απειλεί με εξαφάνιση τον τόνο του Ειρηνικού αλλά και άλλα ψάρια, προειδοποιεί ο Αυστραλός καθηγητής Γκλεν Χάρι ο οποίος είναι επικεφαλής της Επιτροπής που επιβλέπει την αλιεία στο Δυτικό και Κεντρικό Ειρηνικό Ωκεανό (Western and Central Pacific Fisheries Commission-WCPFC).
O καθηγητής σημειώνει πως είναι απαραίτητη η λήψη δραστικών μέτρων αλλά και μια διεθνής συμφωνία μεταξύ των 33 χωρών της ευρύτερης περιοχής που συμμετέχουν στο WCPFC.
Οι χώρες-μέλη του οργανισμού θα συνέλθουν το Δεκέμβριο στη Σαμόα.
«Η αλιεία αποφέρει στις χώρες μας έξι δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως αλλά αν δεν λάβουμε μέτρα οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές» είπε ο κ. Χάρι.
Ο ίδιος πρόσθεσε πως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η παράνομη αλιεία.
«Εκατοντάδες σκάφη αλιεύουν παράνομα χωρίς να ενδιαφέρονται καθόλου για το μέγεθος της καταστροφής που προκαλούν» είπε.
Την ίδια στιγμή οι ωκεανοί της Γης είναι αντιμέτωποι με ανεπανόρθωτες βλάβες, από παράγοντες όπως η κλιματική αλλαγή έως την υπεραλιεία, αναφέρει σε έκθεσή της η Global Ocean Commission-GOC, περιβαλλοντική ομάδα του Ινστιτούτου Pew, και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου περί ενός πενταετούς «χρονικού περιθωρίου για παρέμβαση» ώστε να αντιστραφούν οι συνέπειες. Εάν παραμεληθεί η υγεία των ωκεανών οι συνέπειες θα είναι συντριπτικές στην παγκόσμια τροφική αλυσίδα, στην καθαρότητα του αέρα, στην κλιματική αλλαγή κ.ά.
Οι κυβερνητικές επιχορηγήσεις για την αλιεία στις ανοικτές θάλασσες, φτάνουν περίπου τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως και προέρχονται από δέκα μόνο χώρες, μία εμπορική δραστηριότητα που ουσιαστικά στηρίζεται στις επιχορηγήσεις για να είναι κερδοφόρα, επισημαίνει η έκθεση. Η Ευρώπη, η Κίνα, η Ιαπωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, πληρώνουν ετησίως για τα μεγάλα αλιευτικά σκάφη 600 εκατομμύρια δολάρια και είναι οι βασικές χώρες που στηρίζουν την υπεραλιεία και παραβιάζουν ακόμη και τους κανόνες που έχει θεσπίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου-WTO. Επίσης, η έκθεση σημειώνει ότι η συνολική δύναμη των παγκόσμιων αλιευτικών σκαφών έχει δεκαπλασιαστεί από τη δεκαετία του ’50, παρά το γεγονός ότι τα αλιευτικά αποθέματα συνεχώς μειώνονται. Αυτού του είδους η αλιευτική δραστηριότητα, συνιστά βιομηχανία που βασίζεται στις κυβερνητικές επιχορηγήσεις, και έχει δραματικές συνέπειες στη διατροφική αλυσίδα, καταπνίγει τη μικρή αλιεία, συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό και διαλύει ακόμη και την αγορά καθώς με τεχνητό, επιδοτούμενο τρόπο μειώνει την τιμή. Επίσης, οι κάτοικοι των χωρών που οι κυβερνήσεις τους επιχορηγούν τη βιομηχανική αλιεία, πληρώνουν τα διπλάσια για τα ψάρια: στην τιμή που αγοράζουν ως καταναλωτές και μία ακόμη ίση και μεγαλύτερη ως φορολογούμενοι.
Εξάλλου σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έχουν συγκεντρώσει διάφορες διεθνείς οντότητες, ο πληθυσμός του πλανήτη παράγει σχεδόν 300 εκατ. τόνους πλαστικών κάθε χρόνο, αλλά η ισπανική ερευνητική αποστολή, εκτίμησε ότι δεν υπάρχουν πάνω από 40.000 τόνοι στους ωκεανούς. Δηλαδή εντόπισε λιγότερο από ένα δέκατο των παραγόμενων πλαστικών αν και κομματάκια πλαστικού βρέθηκαν σχεδόν σε όλες τις περιοχές όπου συλλέχθηκαν δείγματα. Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις βρέθηκαν στις πλωτές «σκουπιδόμαζες» που είναι γνωστό ότι στο κέντρο κάθε ωκεανού από κυκλωτικά θαλάσσια ρεύματα, όπως η διαβόητη «Μεγάλη Σκουπιδόμαζα» του Βορείου Ειρηνικού. Συνολικά πέντε είναι οι κυριότερες περιοχές μεγάλων συγκεντρώσεων πλαστικών σκουπιδιών: στον Βόρειο Ειρηνικό, στον Βόρειο Ατλαντικό, στον Νότιο Ειρηνικό, στον Νότιο Ατλαντικό και στον Ινδικό Ωκεανό.