Η άρνηση των εργοδοτών της Αυστραλίας να προσλάβουν εργαζόμενους «κάποιας ηλικίας» στοιχίζει στην αυστραλιανή οικονομία πάνω από δέκα δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Αυτό υποστήριξε η Επίτροπος κατά των Διακρίσεων σε Ηλικιωμένους, Σούζαν Ράιαν, μιλώντας στο Εθνικό Κέντρο Τύπου στην Καμπέρα, όπου ανακοινώθηκε μια νέα μελέτη με θέμα τον ηλικιακό ρατσισμό στο χώρο εργασίας.
Σύμφωνα με την κ. Ράιαν, υπάρχει, πλέον, μια συστημική διάκριση σε βάρος των εργαζομένων άνω των 50 ετών.
«Οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν ότι οι εργοδότες αρνούνται να προσλάβουν άτομα άνω των 50 ετών ή τα απολύουν. Πρόκειται για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινες τραγωδίες, αλλά και για τεράστιο κόστος για την οικονομία» είπε η κ. Ράιαν.
Η ίδια πρόσθεσε ότι θα πρέπει οι εργοδότες να κατανοήσουν την «ανεκτίμητη αξία» των ώριμων υπαλλήλων τους.
«Καθημερινά δεχόμαστε δεκάδες καταγγελίες από άτομα άνω των 50 ή που πλησιάζουν τα 50 που, είτε έχουν απολυθεί είτε τους λένε να παραιτηθούν οι εργοδότες τους, επειδή δεν ταιριάζουν στο εργασιακό μοντέλο τους» είπε η κ. Ράιαν και πρόσθεσε ότι πρόκειται για έναν «απαράδεκτο ηλικιακό ρατσισμό» που τσακίζει άτομα, οικογένειες, την κοινωνία, αλλά και την οικονομία.
Η ίδια τόνισε ότι οι εργοδότες θα πρέπει να επιλέγουν και να έχουν τους καλύτερους και όχι τους πιο νέους.
Υποστήριξε, ακόμα, ότι τη στιγμή που τόσες εκατοντάδες χιλιάδες Αυστραλοί άνω των 50 ετών είναι άνεργοι, δεν θα πρέπει η κυβέρνηση να επιτρέπει να έρχονται στη χώρα πολυάριθμοι «προσωρινοί» εργάτες από το εξωτερικό με τη βίζα 457 «δήθεν επειδή δεν υπάρχει εργατικό δυναμικό στην Αυστραλία για να καλύψει τις ανάγκες».
Πάντως, η κυβέρνηση Άμποτ έχει ήδη αρχίσει να αναγνωρίζει το πρόβλημα, αφού, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της, θα επιδοτεί με έως και 10.000 δολάρια τους εργοδότες που θα προσλαμβάνουν στις επιχειρήσεις τους άτομα άνω των 50 ετών και θα τα «κρατούν».