ΚΑΛΗΜΕΡΑ και προετοιμασθείτε ψυχολογικά για μια σειρά κινηματογραφικών, πολιτιστικών και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων.
ΟΠΩΣ κάθε χρόνο τέτοια εποχή, έτσι και φέτος ο πολιτιστικός αναβρασμός της παροικίας θα αρχίσει σε ένα δεκαήμερο με το Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου.
ΟΠΩΣ με πληροφόρησε ο γραμματέας της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, Κώστας Μάρκος, που έχει παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάδειξη του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ σε καλλιτεχνικό θεσμό της παροικίας, φέτος θα προβληθούν ορισμένες καλές ταινίες που δεν πρέπει να χάσετε.
ΜΙΑ από αυτές είναι «Η Μικρά Αγγλία» του Παντελή Βούλγαρη (βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο της Ιωάννας Καρυστιάνη) που έχει αποσπάσει καλές κριτικές στην Ελλάδα όπου προβλήθηκε φέτος και η άλλη «Το μικρό ψάρι» του Γιάννη Οικονομίδη.
Ο Οικονομίδης, κατά τη φτωχή κινηματογραφική μου γνώμη, είναι ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες της νέας γενιάς κινηματογραφιστών της πατρίδας μας.
ΟΣΟΙ θυμούνται «Το σπιρτόκουτο» που προβλήθηκε πριν καμιά δεκαετία στο Ελληνικό Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μελβούρνης, αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για έναν σκηνοθέτη που γνωρίζει σε βάθος τον νεοελληνικό ψυχισμό.
ΤΟ «Σπιρτόκουτο» που σνόμπαραν οι κινηματογραφόφιλοι της Μελβούρνης ήταν η επιτομή της νεοελληνικής οικογένειας που «σκοτώνεται» και αλληλοβρίζεται χωρίς να υπάρχει κανένας απολύτως λόγος.
ΣΤΗ νέα ταινία του Οικονομίδη («Το μικρό ψάρι») πρωταγωνιστεί και πάλι ένας δικός μας άνθρωπος, που άρχισε από τη Μελβούρνη (στις αρχές της δεκαετίας του 1980) την καλλιτεχνική του καριέρα, με την ταινία «Running on empty».
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για τον Βαγγέλη Μουρίκη, γιο του αξέχαστου Σπύρου, και ανιψιό του αειμνήστου συναδέλφου και πρώην προέδρου της Ελληνικής Κοινότητας, Χρίστου Μουρίκη.
ΜΕ τον Βαγγέλη είμαστε πολύ φίλοι όσο ήταν εδώ και βλεπόμαστε τακτικά όταν πήγαινα στην Ελλάδα.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για έναν εντελώς original Κεφαλλονίτη που κατάφερε να μετουσιώσει σε υψηλή τέχνη την παραδοσιακή (και αναρχοαυτόνομη) Κεφαλλονίτικη «τρέλα».
ΓΙΑ έναν άνθρωπο αφοσιωμένο στα «δικά του», που δεν έγινε ηθοποιός για να γίνει «φίρμα» και να αποκτήσει θαυμαστές και «δόξα», αλλά για να ερμηνεύσει τον εαυτό του.
ΑΥΤΟΣ είναι και ο κύριος λόγος που ποτέ δεν δέχθηκε να παίξει σε τηλεοπτικές σειρές που μεσουρανούσαν στην Ελλάδα τις δύο τελευταίες δεκαετίες και σε ταινίες που (όπως οι περισσότερες) δεν είχαν τίποτα να πουν.
ΠΑΝΤΑ επέλεγε τους συνεργάτες του και τους ρόλους που ερμήνευε και σε όλες τις ταινίες που έλαβε μέρος έκανε και όλες τις δουλειές: από βοηθός σκηνοθέτη, μέχρι τον καφετζή και τον αχθοφόρο.
ΜΕ δυο κουβέντες, δεν έκανε κινηματογράφο, ούτε για να κάνει λεφτά ούτε, βέβαια, καριέρα.
ΗΤΑΝ και παραμένει κάτι που γούσταρε σε όλη τη ζωή του και γι’ αυτό δίνει πάντα την ψυχή του.
ΑΥΤΟΣ είναι επίσης και ο λόγος που κέρδισε πρώτα βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και σήμερα θεωρείται από τους κορυφαίους ηθοποιούς της πατρίδας μας.
ΟΤΑΝ άφησε τη Μελβούρνη για να επιστρέψει στην Αθήνα, συνεργάστηκε με τον Θόδωρο Μαραγκό στην… «Πρεσβεία» των Πατησίων που στεγαζόταν σε ένα μισοεγκαταλειμένο αρχοντικό.
ΕΤΣΙ αποκαλούσαν το στούντιο παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών, όπως το «Μάθε παιδί μου γράμματα», όπου πρωταγωνίστησε ο Νίκος Καλογερόπουλος και «Η Χαβούζα» που έδωσε ρέστα, μια άλλη original μορφή του Ελληνικού κινηματογράφου που έπαιζε στην οθόνη τον εαυτό του, ο Θανάσης Βέγγος.
Η «Πρεσβεία» ήταν, επίσης, ένα αναρχοαυτόνομο κινηματογραφικό στούντιο με ιδεολογική προσέγγιση στην έβδομη τέχνη και αυστηρούς κανόνες επιλογής των συνεργατών του.
ΜΕΣΑ δεν μπορούσε να μπει (ούτε ως επισκέπτης) όποιος κι όποιος, παρά μόνο οι μυημένοι στον καλλιτεχνικό και ιδεολογικό κώδικα της ομάδας.
ΜΕ δυο κουβέντες, μια καλλιτεχνική γιάφκα ήταν η «Πρεσβεία» των Πατησίων, όπου επικρατούσε το χάος και ο καθένας ήταν υπεύθυνος για τη δική του ασφάλεια.
ΣΤΗΝ «Πρεσβεία» πήγαινα τακτικά τη διετία που είχα μετακομίσει στην Αθήνα (τέλη της δεκαετίας του ’80) και περνούσα εκεί πολλές ώρες με τον Βαγγέλη και τον Μαραγκό.
ΕΚΕΙ έμαθα πώς γίνεται το μοντάζ των ταινιών, εκεί γνώρισα και άλλους σκηνοθέτες και ηθοποιούς, φίλους του Μουρίκη και του Θόδωρου, και κάναμε ατελείωτα ξενύχτια, συζητώντας για πολλά και διάφορα.
ΣΕ αυτό το χώρο έκανε, ουσιαστικά, τα πρώτα του βήματα ο Βαγγέλης Μουρίκης και ο Θόδωρος Μαραγκός, που είχε βαθιά κινηματογραφική παιδεία, ήταν αυτός που πίστευε από τότε ότι ο Βαγγέλης είχε τα προσόντα ως ηθοποιός να φτάσει στην κορυφή.
ΜΕΤΑΞΥ αυτών, επίσης, που εκτίμησαν από την πρώτη στιγμή το ταλέντο του Βαγγέλη ήταν και ο σκηνοθέτης του «Σπιρτόκουτου», Γιάννης Οικονομίδης, που του έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια ακόμη του ταινία.
ΠΡΙΝ «Το μικρό ψάρι», ο Βαγγέλης πρωταγωνίστησε στην ταινία «Ψυχή στο στόμα» και στον «Μαχαιροβγάλτη» οι οποίες και έχουν προβληθεί στο Φεστιβάλ της Κοινότητας.
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ για την ταινία (για όσους ενδιαφέρονται, βέβαια) ελπίζω να υπάρχουν στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ που θα δημοσιευτεί στο «Νέο Κόσμο» την ερχόμενη βδομάδα.
ΑΣ περάσουμε, όμως, σε ένα άλλο θέμα που θίξαμε στη στήλη την περασμένη βδομάδα και έμπνευσε τον σκιτσογράφο Κυρ.
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ όσα έγραψα για τον σκυλοκαβγά της Όλγας Παλαγγιά και της Κατερίνας Περιστέρη, που υποβάλει τις αρχαιολογικές ανασκαφές στο ταφικό συγκρότημα της Αμφίπολης μου έστειλε το πιο πάνω σκίτσο που αναστάτωσε την Ελλάδα και έβγαλε εκτός εαυτού τους Ελληναράδες της χώρας συμπεριλαμβανομένων και όλων των χρυσαυγιτών.
ΣΤΟ χορό μετά το δημοσίευμα της στήλης και την αποκλειστική συνέντευξη της Περιστέρη στον «Νέο Κόσμο», με την οποία ασχολήθηκαν όλα τα Μέσα Ενημέρωσης της Ελλάδας, μπήκαν και 24 εθνικόφρονες βουλευτές της «Νέας Δημοκρατίας».
ΦΟΒΟΥΜΕΝΟΙ και αυτοί όπως πλέον ολόκληρος ο Ελληνικός λαός ότι από τον τάφο της Αμφίπολης δραπέτευσε… νύχτα ο Μέγας Αλέξανδρος, ζήτησαν με επιστολή τους να ανεγερθεί στην Αθήνα ο Ανδριάντας του Αλέκου.
ΤΟΝ ανδριάντα αυτόν είχε πριν μια εικοσαετία (και βάλε) δωρίσει στο Δήμο Αθηναίων η Ντόρα Μπακογιάννη όταν ακόμα ήταν υπουργός Πολιτισμού.
Ο Δήμος καταχώνιασε το άγαλμα σε μια αποθήκη, αφήνοντας τις αράχνες να κάνουν παρέα στον Αλέκο.
ΤΗΝ ευκαιρία αυτή, σύμφωνα με το τελευταίο ρεπορτάζ του ανταποκριτή μου Φίλιππου Μικραλέξανδρου, από την Αθήνα, εκμεταλλεύτηκαν οι ακατονόμαστοι και γέμισαν τα Σκόπια μα ανδριάντες του Μακεδόνα Στρατηλάτη.
ΟΠΟΤΕ, οι γαλάζιοι βουλευτές έκριναν ότι ήλθε η ώρα να τους δώσουμε ένα μάθημα, μιας και στον τάφο της Αμφίπολης δεν περιμένουν πια να βρεθεί ο Αλέκος.
ΤΩΡΑ γιατί δεν τοποθέτησε το άγαλμα η ίδια η Μπακογιάννη όταν έγινε και δήμαρχος Αθήνας το 2002 και οι υπόλοιποι δήμαρχοι που ακολούθησαν, ρωτήστε τους βουλευτές του κόμματός της.
ΑΥΤΑ τα λίγα για σήμερα και θα τα πούμε από βδομάδα. Γεια χαρά.