ΣΗΜΕΡΑ είναι μια μέρα από αυτές που το τσουνάμι της ειδησεογραφίας δεν σε αφήνει να βάλεις μια τάξη στο μυαλό σου.
ΚΑΙ επειδή έχω αναγνώστες με διαφορετικές προτιμήσεις και ειδησεογραφικά γούστα, είπα να σας σερβίρω ένα πικάντικο κοκτέιλ με… τροπικές γεύσεις και ο καθένας διαλέγει ό,τι θέλει.
ΜΕΤΑΞΥ των special στο σημερινό μενού συγκαταλέγεται και η πρόκληση που απηύθυνε ο πρωθυπουργός μας, Τόνι Άμποτ, στον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαδίμηρο Πούτιν, για μια αναμέτρηση, που τηρουμένων των αναλογιών, θυμίζει την μονομαχία του Αχιλλέα και του Έκτορα μπρος στα τείχη της Τροίας.
ΕΠΕΙΔΗ, όμως, με το θέμα, που κυριάρχησε όχι μόνο στα social media (μαζικής αποβλάκωσης) αλλά και στα… σοβαρά Μέσα Ενημέρωσης της Αυστραλίας, ασχοληθήκαμε εκτεταμένα στην πρώτη και τρίτη σελίδα, θα το παρακάμψω με ένα σύντονο σχόλιο.
ΔΕΝ ξέρω τι λέτε εσείς, αλλά κάθε φορά που βλέπω τον Άμποτ στην τηλεόραση, θυμάμαι τον πρωθυπουργό της πατρίδας μας, Αντώνη Σαμαρά.
ΕΧΟΥΝ ακριβώς το ίδιο, αναποφάσιστο και βαριεστημένο περπάτημα, που ταιριάζει σε άτομα βρεγμένα, που κάνουν κάποια αγγαρεία.
ΤΟ ότι κατάφεραν να γίνουν και οι δύο πρωθυπουργοί, δείχνει σε ποιο κόσμο ζούμε. Αφήνω σε εσάς τις υπόλοιπες ιδεολογικές και φιλοσοφικές συγκρίσεις και πάμε πιο κάτω.
ΧΑΜΟΣ έγινε την περασμένη Πέμπτη στη διάλεξη που έδωσε η καθηγήτρια Ιστορίας του Πανεπιστημίου Μελβούρνης, Τζόι Δαμούση, για τον ελληνικό εμφύλιο και το «παιδομάζωμα»
ΑΝ και στη σχετική ανακοίνωση, που έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης -που οργανώνει τα Σεμινάρια Ελληνικής Ιστορίας και Πολιτισμού- αναφερόταν ξεκάθαρα ότι η κ. Δαμούση θα αναφερθεί αποκλειστικά στο ρόλο της Αυστραλίας στην επανένωση παιδιών του «παιδομαζώματος» με τους γονείς τους, οι περισσότεροι από τους συμπάροικους που παραβρέθηκαν, εστίασαν τις ερωτήσεις τους και τις παρατηρήσεις τους στον Εμφύλιο.
ΜΕΤΑΞΥ των ακροατών που έδωσαν το παρών (στην πλειοψηφία τους μετανάστες της πρώτης γενιάς) ήταν και άτομα του «παιδομαζώματος» που έζησαν τη φρίκη του αιματηρού Εμφυλίου στο πετσί τους.
ΑΥΤΟ σημαίνει ότι το θέμα αυτό για την παροικία μας, αλλά και για την πατρίδα μας, παραμένει μεγάλο και έως ένα βαθμό ιστορικά ανεξάντλητο.
ΤΑ όσα έχουν γραφεί μέχρι τώρα για τον Εμφύλιο και το «παιδομάζωμα» αντιπροσωπεύουν την κορυφή του παγόβουνου, ενώ δεν έχει, κατά τη γνώμη μου, μελετηθεί και ερευνηθεί σε βάθος η εθνική αυτή τραγωδία.
ΑΣ ελπίσουμε ότι κάποια μέρα, όταν οι πρωταγωνιστές και οι απόγονοί τους θα έχουν ξεπεράσει τα ενοχικά τους σύνδρομα, θα γίνει και αυτό.
ΣΤΟ μεταξύ και επειδή ακόμα βρίσκονται εν ζωή στην παροικία μας και αρκετά άτομα που έλαβαν μέρος και έζησαν τον αδελφοκτόνο Εμφύλιο, όπως και άτομα του «παιδομαζώματος», καλό θα ήταν να πάρει την πρωτοβουλία το Πολιτιστικό Κέντρο της Κοινότητας και να χρηματοδοτήσει μια ομάδα ιστορικών, κοινωνιολόγων και άλλων ερευνητών, να καταγράψουν τις μαρτυρίες και τις εμπειρίες τους.
ΕΙΝΑΙ ένα κεφάλαιο της ιστορίας και αυτό που φέραμε μαζί μας και είμαστε υποχρεωμένοι να το αφήσουμε ως κληρονομιά στις γενιές που θα ακολουθήσουν και μια μέρα θα θελήσουν να ψάξουν τις ρίζες και το παρελθόν τους.
ΣΤΟ κάτω-κάτω της γραφής, πολιτισμός δεν είναι μόνο το τσάμικο, το σουβλάκι, το σκυλάδικο τραγούδι και ο φραπές, αλλά και η καταγραφή της ιστορίας του παρελθόντος, τα ίχνη που θα αφήσουμε σε τούτη τη χώρα πίσω μας.
ΚΑΙ τα ίχνη αυτά χάνονται σιγά-σιγά, μαζί με την πρώτη γενιά που έχει αρχίσει να «μεταναστεύει» στον κόσμο που δεν γνωρίζει σύνορα και δεν καταγράφει μνήμες.
ΣΤΟ θέμα και στο πόση σημασία έχουν όλα αυτά για τη συλλογική μας μνήμη, αναφέρθηκα, όχι μόνο λόγω του απόηχου της διάλεξης για το «παιδομάζωμα», αλλά και τα σχόλια που αμολούσαν στα όσα γράψαμε την περασμένη εβδομάδα για το κλείσιμο του Medallion.
ΜΕ το που εμφανίστηκε το άρθρο στο internet και έγινε κτήμα και των απανταχού στο πλανήτη διαδικτυομένων τα σχόλια άρχισαν να πέφτουν σαν βροχή σαν βροχή σε διψασμένη γη.
ΚΑΙ αυτό δεν ήταν συμπτωματικό ούτε, βέβαια, τυχαίο, αφού δεκάδες χιλιάδες συμπάροικοι είχαν περάσει τις πόρτες του για να πιουν έναν καφέ ή να συναντήσουν κάποιο γνωστό ή φίλο.
ΑΚΟΜΑ και άτομα που ζουν πλέον στη Ελλάδα, μπήκαν στον κόπο να σχολιάσουν το κλείσιμο του πιο γνωστού καφεζαχαροπλαστείου της Μελβούρνης.
ΟΙ περισσότεροι απέδωσαν το κλείσιμο στο γεγονός ότι ο ελληνισμός της Μελβούρνης εγκατέλειψε μαζικά, εδώ και χρόνια, το Lonsdale Street που για έναν ολόκληρο αιώνα χτυπούσε η καρδιά της παροικίας.
ΑΛΛΟΙ θυμήθηκαν τα γραφεία του «Νέου Κόσμου» που για 40 χρόνια βρίσκονταν εκεί, άλλοι το βιβλιοπωλείο του Γιώργου Σαλαπάτα που πήγαιναν να αγοράσουν κάποιο βιβλίο ή να προμηθευτούν τις ελληνικές εφημερίδες που έρχονταν από την Αθήνα, κάποιοι άλλοι το μπακάλικο του Πιτσιλίδη (και τη μασκότ του δρόμου τον Σταμάτη τον Κεφαλλονίτη) άλλοι πάλι τον ιδρυτή του Medallion, Θανάση Σπανό, που τώρα έχει ρίξει άγκυρα στον πεζόδρομο του Όκλι και άλλοι τέλος φίλους και γνωστούς που κάποτε συναντούσαν εκεί.
ΚΑΙ πάνω στην μαζική φυγή για άλλες απόμακρες συνοικίες και καινούργια στέκια, υψώθηκε σαν τον Φοίνικα από τις στάχτες του το Ποτιστικό Κέντρο που έχτισε η Κοινότητα για λογαριασμό της ολόκληρης της παροικίας.
ΑΝ το Κέντρο αυτό σηματοδοτήσει μια μέρα την μαζική επιστροφή στις ρίζες μένει να το δούμε.
ΑΛΛΟΙ ισχυρίζονται ότι «ένας κούκος δεν φέρνει την Άνοιξη», ενώ κάποιοι άλλοι πιστεύουν, ότι ποτέ δεν είναι αργά και όλα μπορούν να γίνουν.
ΚΑΤΑ τη γνώμη μου, όλα θα εξαρτηθούν από το πώς η Κοινότητα θα αξιοποιήσει το Πολιτιστικό Κέντρο, ποιες πρωτοβουλίες θα πάρει για να γίνονται εκδηλώσεις που θα προσελκύουν κόσμο και, βέβαια, την ανταπόκριση της παροικίας.
ΑΥΤΑ προς το παρόν για ένα θέμα που θα μας απασχολεί για πολύ καιρό μελλοντικά, ενώ όποιος άλλος έχει κάποια ιδέα για το τι άλλο δημιουργικό μπορεί να γίνει, ας την καταθέσει.
ΚΑΙ τελειώνω με ένα άλλο, εντελώς άσχετο, αλλά πολύ ενδιαφέρον θέμα, που δημοσίευσε την περασμένη Δευτέρα ο «Νέος Κόσμος» στη σελίδα 3.
ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΙ στο ντεμπούτο μιας τρίχρονης στο διαδικτυακό σύμπαν των social media που έχουν αναγάγει τη θεοποίηση του καταναλωτισμού σε θρησκεία και τη μαζικοποίηση της βλακείας στο κατεξοχήν παγκόσμιο σπορ.
ΣΥΜΦΩΝΑ με την είδηση, η τρίχρονη Πίξι Κέρτις κερδίζει επάξια τον τίτλο του νεότερου «rich girl» στο Instagram καθώς σε ηλικία μόλις 3 ετών έχει 80.000 άτομα που την ακολουθούν στο διαδίκτυο!
AN, βέβαια, οι θαυμαστές της και (πελάτες της) είναι περιορισμένης νοημοσύνης, ελάχιστη σημασία έχει.
ΣΗΜΑΣΙΑ έχει ότι η Πίξι κερδίζει ένα σωρό χρήματα από τα χλιδάτα (παρακαλώ) καταναλωτικά προϊόντα που διαφημίζει στο διαδίκτυο και τα οποία γίνονται ανάρπαστα από τις θαυμάστριές της.
ΤΟ πού πάει η Πίξι, με ποιους συναναστρέφεται, ποιοι οίκοι μόδας την ντύνουν, ποιες κομμώτριες την χτενίζουν, ποιες μάρκες αυτοκινήτων προτιμά και τι όνειρα βλέπει απασχολούν δεκάδες χιλιάδες κόσμου.
ΑΚΟΜΑ μεγαλύτερη σημασία έχει το πώς τα κατάφερε η Πίξι, που -ας σημειωθεί- είναι από την Αυστραλία και, ενδεχομένως, ψηφοφόρος του Άμποτ, να κάνει όλα αυτά τα φοβερά πράγματα πριν μάθει να λέει το όνομά της;
ΜΑ, ασφαλώς, χάρη της ηλιθιότητας που μεσουρανεί στα social media και τις επιχειρηματικές δεξιότητες της μητέρας της που στηρίζονται στην τεχνολογική εποχή μας.
ΟΛΑ αυτά δείχνουν ότι έτσι και έχεις εντελώς ψωνισμένη μάνα τα πάντα είναι δυνατά ε τούτο τον κόσμο.
ΜΕ φαντασία και καλύτερες επιδώσεις στην μαζικοποιημένη και διαδικτυομένη βλακεία μπορείς να κάνεις καριέρα ακόμα και από την κοιλιά της μάνας σου.
ΑΥΤΑ για σήμερα και μη ξεχνάτε ότι χθες άρχισε και το Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου. Γεια χαρά.