ΚΑΛΗΜΕΡΑ σε όλους και, ιδιαίτερα, σε όσους έδωσαν το παρών στα φεστιβαλικά, καλλιτεχνικά και γενεθλιακά δρώμενα της παροικίας μας.

ΚΑΙ για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με την πιο πάνω ορολογία, αναφέρομαι στην πολιτιστικο-οικονομική ελίτ. Το who is who της παροικίας, που γουστάρει επισημότητες, κόκκινα χαλιά, αναγνώριση, φωτογραφίες και κάθε είδους ευεργεσίες…

ΣΕ όλους αυτούς, δηλαδή, που μοχθούν για τη διατήρηση του ελληνικού life style, που μας κάνει να αισθανόμαστε πιο πλούσιοι, πιο πολιτισμένοι και απόγονοι μιας φυλής δοξασμένης.

ΜΕ άλλα λόγια: τους χίλιους (και βάλε) που συνεόρτασαν (με το κελάηδισμα της pop Κύπριας αοιδού, Άννας Βίσση) και την παρουσία των κορυφαίων πανεπιστημιακών, διπλωματών και επιχειρηματιών στην ογδοηκοστή επέτειο των γενεθλίων του μεγιστάνα Αρκάδα βενζινοπώλη, Ανδρέα Ανδριανόπουλου…

ΤΟΥΣ 800 μάχιμους λάτρεις του ελληνικού Κινηματογραφικού Φεστιβάλ, που δεν χάνουν ευκαιρία να δηλώσουν το παρών στα εγκαίνια και στο (μουσικό) φαγοπότι που ακολουθεί…

ΚΑΙ, βεβαίως, στην εκατοντάδα των εκλεκτών, που διασκέδασαν με τον Μιχάλη Χατζηγιάννη, προκειμένου να βοηθήσουν οικονομικά την Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης (να ξεπληρώσει μια μέρα γρηγορότερα) το Πολιτιστικό Κέντρο, ώστε να προλάβουμε μια μέρα να δούμε… live και τη Ζέτα Μακρυπούλια…

ΚΑΚΑ τα ψέματα, αλλά χωρίς όλους αυτούς, όλοι εμείς, που σπαταλάμε το χρόνο μας να φροντίζουμε τα ζαρζαβατικά του κήπου μας, να σουβλίζουμε κανένα αρνί το Πάσχα και να πίνουμε φραπέ στον πεζόδρομο του Όκλι, θα είχαμε ήδη ξεχάσει την καταγωγή και την παράδοσή μας.

ΣΥΝΕΠΩΣ, όσοι από εσάς δεν παραβρεθήκατε σε καμιά από τις πιο πάνω εκδηλώσεις, μη χάσετε την ευκαιρία να πάτε να δείτε κάποια ταινία στο ελληνικό Φεστιβάλ.

ΑΝ είστε τυχεροί, ίσως δείτε και την Ζέτα Μακρυπούλια. Εγώ, που στερούμαι ελληνικής τηλεοπτικής κουλτούρας, είχα την ατυχία, αν και καθόμουν δίπλα της, να μην την προσέξω…

ΓΙΑ καλό και για κακό, λοιπόν, ρωτάτε πού κάθεται και αν η θέση δίπλα της είναι καταλυμένη, πηγαίνετε και καθίστε δίπλα στον Χρήστο Τσίρκα. Σιγά τη Μακρυπούλια όταν στην αίθουσα βρίσκεται και ο Χρηστάρας.

ΓΙΑ κάποιο λόγο που δεν γνωρίζω, ο Τσίρκας, που δεν απουσίαζε ποτέ από τις παροικιακές και κοινοτικές εκδηλώσεις, δεν παραβρέθηκε ούτε στα εγκαίνια του Φεστιβάλ ούτε στην προχθεσινή προβολή του «Χειμώνα» που πήγα και είδα μήπως και τον συναντήσω.

ΜΕΤΑ το τσουνάμι των εγκαινίων και τον αφανισμό και του τελευταίου κεφτέ, πριν προλάβουν να τον… φωτογραφίσουν οι επίσημοι προσκεκλημένοι, ουδείς εξ αυτών εμφανίστηκε προχθές το βράδυ.

ΤΡΙΑΝΤΑ άτομα όλα και όλα είδαν την άκρως σουρεαλιστική ταινία, που απευθυνόταν σε θεατές με γερά νεύρα και μεταφυσικές αναζητήσεις. Το Φεστιβάλ, όμως, έχει ταινίες για όλα τα γούστα και μη χάσετε την ευκαιρία να δείτε όποια σας αρέσει.

ΚΑΛΕΣ εντυπώσεις άφησε και η μίνι συναυλία του Χατζηγιάννη στο Πολιτιστικό Κέντρο, παρ’ ότι δεν εμφανίστηκε ούτε ζωγραφιστή η Ζέτα…

ΜΕΤΑ το τέλος της συναυλίας και ενώ ο καλλιτέχνης κατευθυνόταν βιαστικά στο ασανσέρ, προκειμένου να συναντήσει τη Ζέτα, τον κυνήγησε μια παρέα για ένα αναμνηστικό selfie…

ΑΣ προχωρήσω όμως σε ένα άλλο θέμα που τάραξε τον ψυχισμό μου και είχε ως αποτέλεσμα να συγχυστώ και να μη χορέψω ούτε ένα ζεμπέκικο στο φεστιβαλικό ξεφάντωμα, παρά την επιμονή του προέδρου της Κοινότητας.

ΑΙΤΙΑ δεν ήταν ότι δεν με προσκάλεσε η Ιωάννα Λιακάκου «στη μοναξιά της αγρύπνιας της», ούτε η απουσία του Τσίρκα από τα εγκαίνια του Φεστιβάλ ούτε γιατί αγνόησε τη λογοτεχνική μου δεινότητα ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος και επέλεξε κάποιον άλλο να τον βοηθήσει να γράψει την αυτοβιογραφία του.

ΜΕ δυο-τρεις ασπιρίνες και πέντε-έξι τσικουδιές, τα ξεπέρασα όλα αυτά, αλλά δεν κατάφερα να ξεπεράσω την εσκεμμένη παραποίηση της παροικιακής μας ιστορίας.

ΑΣ μπω, όμως, κατ’ ευθείαν στο ψητό: κύριοι, το μόνο που σηματοδοτεί το κλείσιμο του Medallion, για όσους γνωρίζουν τα στοιχειώδη από Βέμπερ και κοινωνιολογία, είναι η επιστροφή του ελληνισμού στις πραγματικές του ρίζες.

ΚΑΝΕΝΑΣ από εμάς τους οικονομικούς μετανάστες της πρώτης γενιάς δεν καταγόταν από αστικό κέντρο. Ποιμενικό και γεωργικό παρελθόν είχαμε όλοι. Σε χωριά, αγροκτήματα και στρούγκες γεννηθήκαμε.
ΤΟ Lonsdale Street ποτέ δεν υπήρξε, ουσιαστικά, γειτονιά μας και κέντρο του ελληνισμού, όπως λανθασμένα πιστεύουν ορισμένοι. Το «κέντρο μας» ήταν και παραμένει το χωριό μας…

ΑΝΑΓΚΑΣΤΗΚΑΜΕ να μείνουμε στο κέντρο της πόλης και στα εσωτερικά προάστια για να βρούμε δουλειά στις φάμπρικες και να βγάλουμε κανένα φράγκο μέχρι να σταθούμε στα πόδια μας.

ΑΠΟ τη στιγμή που πετύχαμε τον πιο πάνω επιδιωκόμενο στόχο ξεκινήσαμε να βρούμε ένα σπιτάκι που να έχει χώρο να κάνουμε τον κήπο μας και να φυτέψουμε κανένα δέντρο.

ΓΙΑ παρόμοιους λόγους -που σχετίζονται, δηλαδή, με την καταγωγή μας και το προγονικό μας life style-. αρχίσαμε να ανοίγουμε καφετέριες και να σουβλατζίδικα κοντά στις περιοχές που ζούσαμε.

ΜΕ δυο κουβέντες στο χωριό μας θέλαμε να γυρίσουμε και αυτό, τουλάχιστον σε συμβολικό επίπεδο, το πετύχαμε αποικώντας τα αγροτικά προάστια της Μελβούρνης και τρώγοντας ραδίκια από τον κήπο μας.

ΚΑΙ για να το διαπιστώσετε κάνετε καμία βόλτα μέχρι τις καφετέριες των προαστίων που ζει ο ελληνισμός. Καφετέριες των Τρικάλων, των Φαρσάλων και των Καλαβρύτων θυμίζει ο πεζόδρομος του Όκλι.

ΧΙΛΙΑΔΕΣ καρέκλες έχουν κατακλύσει τον πεζόδρομο και οι φραπεδιές πάνε και έρχονται. Εκεί βρίσκουν ακόμα καταφύγιο οι λάτρες της νικοτίνης και τα παιδιά μας εκπαιδεύονται στο νεοελληνικό άραγμα.

ΤΑ σουβλατζίδικα έχουν αρχίσει να φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια και να επεκτείνονται, όπως η φωτιά στην ξηρασία, σε ολόκληρη τη Μελβούρνη. Σε λίγα χρόνια θα είναι περισσότερα τα σουβλατζίδικα στην πόλη μας απ’ ό,τι τα McDonald’s.

ΕΤΣΙ και είχαμε παραμείνει στο Lonsdale Street δεν θα βρίσκαμε καρέκλα να καθίσουμε και σουβλάκι (της προκοπής) να φάμε.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι πριν 20 χρόνια, όταν ακόμα το Lonsdale Street βρισκόταν στην ακμή του, 3.000 τετραγωνικά μέτρα όλα και όλα καταλάμβαναν οι ελληνικές επιχειρήσεις στο Σίτι.

ΣΗΜΕΡΑ πάνω από πέντε χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα διαθέτει το νεόκτιστο κτίριο της Κοινότητας, ενώ στον δέκατο πέμπτο όροφο (απ’ ό,τι μαθαίνω) υπάρχει σχέδιο για καφετέρια με προνομιακή θέα.

ΕΤΣΙ μάλιστα και βάλουν καναπέδες (δίπλα στη μικρή πισίνα που σχεδιάζουν να κάνουν) χοντρά λεφτά θα οικονομάει η Κοινότητα, αφού θα υπάρχουν πολλοί συμπάροικοι που θα πληρώνουν μέχρι και 50 δολάρια για έναν καφέ στο ιστορικότερο κτίριο του απόδημου ελληνισμού.

ΓΙΑΤΙ, μεταξύ μας, άλλο πράγμα να μιμείσαι τις κότες, όταν θέλεις να δεις τον ουρανό, πίνοντας φραπέ στο Όκλι και άλλο να έχεις τη θέα του the most livable city in the world. Άλλα τα μάτια του λαγού και άλλα της κουκουβάγιας.

ΚΑΛΟ είναι το Όκλι, αλλά επαρχία. Μην τα μπερδεύουμε όλα για να παινέψουμε το χωριό μας. Και στην τελευταία πόλη του πλανήτη το κέντρο της πόλης μετράει και αυτό επισκέπτονται οι πάντες.

ΠΡΕΠΕΙ να θεωρούμε τους εαυτούς μας τυχερούς που διαθέτουμε ένα τέτοιο κτίριο στο κέντρο μιας τέτοιας πόλης σαν τη Μελβούρνη και καφετέριες και σουβλατζίδικα στα προάστια που μας θυμίζουν τα χωριά μας.

ΠΑΜΕ, όμως, σε ένα άλλο θέμα παναυστραλιανού και παγκοσμίου ενδιαφέροντος. Λοιπόν, αν καταφέρουμε και φρενάρουμε τον ιό Έμπολα και συνεχίζουμε να ταξιδεύουμε ελεύθερα, πηγαίνετε μέχρι το Μπρίσμπαν για να παρακολουθήσετε την κοκορομαχία μεταξύ του Άμποτ και του Πούτιν.
Ο κάπταιν του Τeam Αustralia θα αντιμετωπίσει μετωπικά τον τελευταίο απόγονο του Ιβάν του Τρομερού. Μπορεί βέβαια ο δικός μας να ξέρει ράγκμπι και την τεχνική των μετωπικών χτυπημάτων, αλλά ο Πούτιν είναι μανούλα στις πολεμικές τέχνες και στα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη.

ΗΔΗ, ομάδα φανατικών φιλάθλων και από τις δύο χώρες προσπαθεί να οργανώσει τη μονομαχία και τα χρήματα που θα συγκεντρωθούν από την πώληση των εισιτηρίων θα διατεθούν στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά των τζιχαντιστών. Πάμε πιο κάτω.

ΕΦΘΑΣΑΝ στο γραφείο μας δυο ανώνυμες καταγγελίες που αφορούν «διακεκριμένους» συμπαροίκους. Η μια έχει στόχο ομογενή υποψήφιο και η άλλη συμπάροικο πανεπιστημιακό (γένους θηλυκού).

ΔΕΝ ξέρω αν στέκουν οι καταγγελίες, για την ώρα δεν τις υιοθετώ (γιατί μπορεί να πρόκειται και για συκοφαντίες), αλλά τις «ψάχνουμε» και τις δυο και αν χρειαστεί θα επανέλθω.

ΑΥΤΑ για σήμερα να είστε καλά και να πάτε να δείτε καμιά ελληνική ταινία αντί να χάνετε τον καιρό σας πίνοντας φραπέ στο Όκλι. Γεια χαρά.