Κλειστά κρατά τα χαρτιά του το υπουργείο Άμυνας της Αυστραλίας για το αν, τελικά, θα ασκήσει ποινική δίωξη εναντίον στρατιώτη των ειδικών δυνάμεων της χώρας που στις 28 Απριλίου 2013 και, αφού η ομάδα του σκότωσε 4 μαχητές Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, έκοψε τα δεξιά χέρια τριών εξ αυτών και στη συνέχεια τα πήγε στην βάση των συμμαχικών δυνάμεων.

Πέρυσι τον Αύγουστο σε ρεπορτάζ του κρατικού δικτύου ABC είχε αναφερθεί ότι το υπουργείο Άμυνας ερευνούσε στρατιώτη του επίλεκτου τμήματος των ειδικών δυνάμεων της χώρας επειδή αυτός είχε κόψει το δεξί χέρι ενός μαχητή Ταλιμπάν αφού τον είχε σκοτώσει. Τώρα, όμως, νέα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι ο στρατιώτης έκοψε τα χέρια τριών μαχητών και το συγκεκριμένο περιστατικό έλαβε χώρα στην επαρχία Zabul, σε επιχείρηση στην οποία, εκτός από τους Αυστραλούς στρατιώτες, συμμετείχαν και άνδρες των Δυνάμεων Εθνικής Ασφαλείας του Αφγανιστάν.

Η επιχείρηση είχε στόχο τον εντοπισμό ενός μαχητή των Ταλιμπάν που ήταν γνωστός ως Rapier και, σύμφωνα με πληροφορίες των συμμαχικών δυνάμεων, ήταν ειδικός στην κατασκευή αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών και ευθύνονταν για τον θάνατο αρκετών Αυστραλών στρατιωτών στο Αφγανιστάν. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τους κανονισμούς, οι Αυστραλοί στρατιώτες ήταν υποχρεωμένοι να συλλέγουν δακτυλικά αποτυπώματα των θυμάτων τους.

Οι μέχρι τώρα έρευνες αποκαλύπτουν ότι ο στρατιώτης εκτελούσε διαταγές. Οι διαταγές αυτές είχαν δοθεί στις 19 Απριλίου από αξιωματικό της Υπηρεσίας Ερευνών των Αυστραλιανών Ενόπλων Δυνάμεων (Australian Defence Force Investigative Service) που σε σεμινάριο, στο οποίο συμμετείχαν και άλλοι στρατιώτες των ειδικών δυνάμεων, είχε πει ότι η συλλογή δακτυλικών αποτυπωμάτων ήταν απαραίτητη άσχετα με τον ποιο τρόπο αυτά θα συλλέγονταν. Μάλιστα, ο αξιωματικός είχε αναφέρει ότι αν χρειαζόταν ακόμα και να κόψουν το χέρι των θυμάτων και να το φέρουν πίσω στη βάση τους για την συλλογή αποτυπωμάτων θα έπρεπε να το κάνουν.

Ενώ, όμως, ο στρατιώτης εκτελούσε εντολές ανωτέρων του, η πράξη του θεωρείται αξιόποινη καθώς παραβιάζει το Άρθρο 15 του Δικαίου περί Ενόπλων Συγκρούσεων, γεγονός που σημαίνει ότι διατρέχει τον κίνδυνο να διωχθεί ποινικά. Το υπουργείο Άμυνας αρνήθηκε να σχολιάσει το αν ο στρατιώτης θα διωχθεί και αρκέστηκε μόνο στο να δηλώσει ότι η έρευνες για το συμβάν συνεχίζονται.