«Ήταν αδιανόητο ότι ο γιος Ελλήνων μεταναστών, που γεννήθηκε σε μια αγροτική κωμόπολη της Νέας Νότιας Ουαλίας θα εκλεγόταν σε ανώτερα δημόσια αξιώματα».
Αυτή την επισήμανση συμπεριέλαβε ο ομογενής πολιτειακός βουλευτής και πρώην υπουργός Γιώργος Σουρής, στην αποχαιρετιστήρια ομιλία του στη Βουλή ΝΝΟ, την Τρίτη το βράδυ.

Ο κ. Σουρής, γόνος Κυθηρίων μεταναστών, έπειτα από κοινοβουλευτική θητεία 27 ετών, αποσύρεται από την ενεργό πολιτική. Δεν θα είναι ξανά υποψήφιος στις πολιτειακές εκλογές του Μαρτίου 2015.

«Συναντήθηκα και δείπνησα με βασιλείς και βασίλισσες και πολλές άλλες επιφανείς προσωπικότητες. Όμως εκείνοι που τιμώ περισσότερο είναι η οικογένειά μου, οι φίλοι, οι συνεργάτες και οι πολίτες της εκλογικής μου περιφέρειας» ανέφερε στην τελευταία από του βήματος της Βουλής ομιλία του, ο κ. Σουρής.
Ευχαρίστησε τους γονείς του «που θυσίασαν τα πάντα, δουλεύοντας επτά μέρες την εβδομάδα» για να ολοκληρώσω τις σπουδές μου.

Επίσης, είπε πως «ήταν ευτυχής που η οικογένεια Σταματόπουλου αποφάσισε να εγκατασταθεί για επιχειρηματικούς λόγους στο Singleton και να προσλάβει τον λογιστή της με μόνο κριτήριο το επώνυμό του». Έτσι γνώρισε την Βασιλική (Vassy) Σταματοπούλου, την οποία νυμφεύθηκε πριν από 36 χρόνια περίπου και απέκτησαν δύο γιους, τον Θήο και τον Άρη. Σήμερα είναι παππούς με δύο εγγονάκια από τον πρώτο του γιο.

Ανάμεσα στους ανθρώπους που ευχαρίστησε ήταν και ένας από τους πρώτους διευθυντές των υπουργικών γραφείων του, ο σημερινός ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομίας, Joe Hockey.
Ο κ. Σουρής εξελέγη για πρώτη φορά στην έδρα Upper Hunter το 1988 με το Εθνικό Κόμμα. Προηγουμένως είχε υπηρετήσει στην τοπική αυτοδιοίκηση. Θα περάσει, δε, στα χρονικά ως ο πρώτος ομογενής που αναδείχθηκε αρχηγός αυστραλιανού κόμματος. Ανέλαβε την ηγεσία του Εθνικού Κόμματος Ν. Ν. Ουαλίας τον Ιανουάριο του 1999 και την κράτησε έως τον Μάρτιο του 2003, στα «πέτρινα χρόνια» για τους Συντηρητικούς στην Πολιτεία, οι οποίοι είχαν καθηλωθεί επί μακρόν στα έδρα της αντιπολίτευσης.

Ιστορικό έχει μείνει και το ελληνικότατο «ΟΧΙ» που εκφώνησε στο Κοινοβούλιο τον Μάρτιο του 2012 για να απαντήσει σε επίθεση που είχε εξαπολύσει εναντίον του η Εργατική αντιπολίτευση. Και λίγο μετά, δεν δίστασε να απαντήσει «Ναι», σε άλλη ερώτηση, αναγκάζοντας τους πολιτικούς αντιπάλους του, αλλά και τους πρακτικογράφους της Βουλής να… αναζητούν διερμηνείς.

Διετέλεσε υπουργός σε διάφορα χαρτοφυλάκια στις αρχές της δεκαετίας του ’90 στις κυβερνήσεις Nick Greiner και John Fahey. Από τον Μάρτιο του 2011 έως τον Απρίλιο του 2014 ήταν υπερυπουργός στην κυβέρνηση του Barry O’Farrell, μέχρι δηλαδή που ο τελευταίος παραιτήθηκε έπειτα από τις καταγγελίες ενώπιον της Ανεξάρτητης Επιτροπής Κατά της Διαφθοράς ICAC.

«Έχω καταφέρω να επιζήσω από την αυστηρή επιτήρηση των πιστωτικών οίκων Moody’s και Standard and Poor’s, αλλά και από ξηρασίες και δασικές πυρκαγιές. Σε όλες τις δύσκολες στιγμές, η δημοκρατία θριάμβευσε και ο λαός της Πολιτείας μας ωφελήθηκε από τη δύναμη του καλού που διέπει όλους τους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους», ήταν άλλη μία από τις επισημάνσεις του αποχωρούντος ομογενούς πολιτικού.