Η ΑΛΗΘΕΙΑ είναι ότι, λόγω ηλικίας, με… ελκύει, με τραβάει… η γκρίνια. Προχτές γκρίνιαζα με τον χθεσινό… ήρωα της Αυστραλίας τον νεαρό τενίστα, Ελληνοαυστραλό Νικ Κύργιο. Δεν μ’ άρεσε έτσι όπως ήταν ντυμένος, με τα κίτρινα φωσφορούχα ρούχα, δεν μ’ άρεσε το κούρεμά του, δεν μ’ άρεσε η συμπεριφορά του και δεν μ’ άρεσε και η μαμά του. Γκρίνιαζα και με τους Αυστραλούς τηλεπαρουσιαστές του αθλήματος που πιπιλάνε την ίδια καραμέλα και τους ανεβάζουν στον έβδομο ουρανό όσο πάνε καλά και όταν αρχίζουν να παίρνουν την κάτω βόλτα και χάνουν ένα-δύο παιχνίδια, δεν θυμούνται ούτε το μικρό τους όνομα. 

Φαίνεται, όμως, ότι είναι χαρακτηριστικό της τρίτης ηλικίας, γιατί όποιον συναντήσω, νεαρό συνομήλικό μου, για κάτι θα γκρινιάζει. Ο Θανάσης γκρίνιαζε προχτές για τον Τσίπρα. «Παιδί άπειρο, Κώστα μου. Πού να τα βάλει με τα θηρία της Ευρώπης;» Μετά τα αποτελέσματα γκρίνιαζε… ανάποδα: «Να φύγει η παλιά γενιά, Κώστα μου, έδειξε την ανικανότητά της. Ας μπει νέο αίμα στη ζωή μας. Τα εμπιστεύομαι τα νέα παιδιά, έχουν μαχητικότητα, το είδα τώρα που ήμουν στην Ελλάδα. Ολόκληρο το Δεκέμβρη και το μισό Γενάρη στη Θεσσαλονίκη με την ομορφιά της. Φτωχιά, αλλά αξιοπρεπής και γεμάτη ζωή. Εξάδελφός μου, πολιτικός μηχανικός δουλεύει δέκα ώρες την εβδομάδα. Τα φέρνει δύσκολα και με πολύ δυσκολία πολεμάει και κοροϊδεύει τη φτώχεια τους. Πριν χρόνια, κάθε φορά που τον επισκεπτόμουν, θα με γύριζε στα καλύτερα μαγαζιά της πόλης. Αυτή τη φορά, με το χαμόγελο, είπε πως ο… καιρός δεν βοηθάει να βγούμε και θα την βγάλουμε στο σπίτι. Λίγο μουσική, ένα μπουκάλι ούζο και κάτι αυτοσχέδιοι ουζομεζέδες, περάσαμε μια βραδιά όνειρο και αύριο έχει ο Θεός. Κάτι θα σκεφτούμε, το βράδυ να γλυκάνουμε την πικραμένη αυριανή ημέρα που περιμένουμε. 

Αυτός ο εξάδελφος που σου λέω, τα Χριστούγεννα, μου έδωσε ένα αστείο, μα τόσο αληθινό γράμμα που κυκλοφόρησε στην… πιάτσα, με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, που δείχνει πώς κοροϊδεύουν και πώς διασκεδάζουν τις αναποδιές της ζωής και τη γενική κατάσταση της χώρας. Ήταν ένα γράμμα στον Άγιο Βασίλη από έναν (νέο) Έλληνα.

«Αγαπητέ μου Άγιε Βασίλη, πρώτα-πρώτα θέλω να σε ευχαριστήσω για το περσινό σου δώρο που ήταν δύο ωραιότατες ρυτίδες στο μεσόφρυδο του ωραίου, αρρενωπού προσώπου μου. Πάντως, αν επιχειρήσεις φέτος να μπεις στην καμινάδα μου, θ’ ανάψω την καμινάδα μου και ας είναι ακριβά τα ξύλα και θα σε κλάψουν οι τάρανδοι. 

Πλησιάζει Παραμονή και ένεκα της ημέρας θα πάμε να ψωνίσουμε κάτι αηδίες για δωράκια, θα στριμωχτούμε στα μαγαζιά, για το καλό της ημέρας και μόλις βγούμε, χαρούμενοι και ευτυχισμένοι, θα ψάχνουμε για ταξί, βρίζοντας και αν τελικά βρούμε, γύρω-γύρω όλοι, θα βρίζει ο ένας τον άλλο, ένεκα της ημέρας και θα δούμε αν θα φτάσουμε και πότε. Εκείνο που με κάνει να ελπίζω ότι κάτι πολύ όμορφο θα γίνει και φέτος τα Χριστούγεννα είναι ότι θα φάμε ανήμερα το μεσημέρι στο σπίτι της μαμάς. Θα συγκεντρωθούμε ολόκληρη η ευτυχισμένη οικογένεια, θα μαλώσουμε όπως κάθε χρόνο, θα βρίζουμε για το φαγητό, γιατί η μαμά σταμάτησε να μαγειρεύει κοτόπουλο και το έριξε στο σύγχρονο και το μοντέρνο, στη γεμιστή γαλοπούλα. Η γεμιστή γαλοπούλα της μαμάς, με την αηδία γέμιση, είναι απαίσια και σκληρή και όταν κρυώσει γίνεται σαν βατραχοπέδιλο. Όλοι την φιλάμε, την αγκαλιάζουμε συγκινημένοι, της λέμε για το υπέροχο φαγητό και της ευχόμαστε και του… χρόνου. 

Αμ, εκείνο το άλλο πώς σου φαίνεται; Τραγουδάμε με πάθος και ξέφρενο ενθουσιασμό «πάει ο παλιός ο χρόνος, ας γιορτάσουμε παιδιά…» Δηλαδή, γιορτάζουμε γιατί φεύγει άλλος ένας χρόνος, λιγοστεύει κατά ένα χρόνο η ζωή μας, θα μας φάει το μαύρο χώμα μια ώρα αρχύτερα κι εμείς το γιορτάζουμε και κάνουμε χαρούλες, φιλώντας ο ένας τον άλλο. Μπράβο». 

Πρέπει, Κώστα, να έλθεις σπίτι και να έχεις χρόνο, να σου μιλήσω για τη σημερινή Ελλάδα και για τους Έλληνες όπως τους μελέτησα και τους ανέλυσα. Δείχνουν απελπισμένοι και γκρινιάρηδες. Δυστυχισμένοι και απογοητευμένοι, αλλά παλεύουν, αγωνίζονται, ελπίζουν, αντιστέκονται. Θα τα πούμε.

Φίλες και φίλοι, είναι αντιφατικές οι απόψεις πολλών από εμάς -των Ελλήνων της διασποράς εννοώ-, για τους συμπατριώτες μας, τους δικούς μας ανθρώπους που ζουν και αγωνίζονται στην πατρίδα. Με διαφορετικό φακό και με άλλα κριτήρια τους παρακολουθούν και κρίνουν τους Έλληνες της Ελλάδας, οι Έλληνες που ζουν σε άλλες χώρες. 

Συζήτησα με Έλληνες του Καναδά, της Αμερικής, της Γερμανίας και άλλων χωρών, όπου ζουν και εργάζονται Έλληνες και σας βεβαιώ ότι ανάλογα με τη χώρα που ζουν, οι απόψεις τους για την Ελλάδα διαφέρουν πολύ.

Θα τα πούμε μιαν άλλη φορά.