Οι Εκδόσεις «Φαρφουλάς» είναι από εκείνους τους «μικρούς» εκδοτικούς οίκους στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης σε όλα τα κοινωνικά και πολιτιστικά επίπεδα, που πάντα προσπαθούν να μας δίνουν διαμάντια της ελληνικής αλλά και παγκόσμιας λογοτεχνίας. Όπως διαβάζω στα διάφορα βιβλιογραφικά μπλογκ -αλλά και απ’ ό,τι έχω και ο ίδιος διαπιστώσει-, ο υπεύθυνος των εκδόσεων, Διαμαντής Καράβολας, αποδεικνύεται πραγματικός αλιεύς και θαυμαστής χαμένων πολύτιμων κειμένων, που οι σημερινοί μεγαλοσχήμονες και «πολυπράγμονες» μεγαλοεκδότες δεν καταδέχονται καν να αγγίξουν, γιατί πολύ απλά τα δικά τους εκδοτικά σχεδία ανταποκρίνονται πάντα στην απληστία για την απόκτηση όλο και μεγαλύτερου κέρδους και προνομίων. Εκδίδουν και προωθούν γι’ αυτό, με χίλια δύο μέσα και τεχνικές παραπλάνησης, αν όχι σκουπίδια, τουλάχιστον αρκετά εύπεπτα αναγνώσματα που δεν λένε απολύτως τίποτα.

«Τα γαϊδουράγκαθα του Μπάραγκαν», λοιπόν, γράφτηκαν το 1928. Το βιβλίο διασώζει τη μνήμη μιας αυθόρμητης, ανοργάνωτης και ηρωικής εξέγερσης τριών χωριών της Ρουμανίας ενάντια στην πείνα και τη σκληρή εκμετάλλευση που είχαν επιβάλει οι τσιφλικάδες της περιοχής. Το αποτέλεσμα ήταν να ισοπεδωθούν τα χωριά αυτά και να σφαγιασθούν οι κάτοικοί τους από τον ρουμανικό στρατό. Η περιγραφή γίνεται μέσα από τα μάτια ενός παιδιού χωρίς οικογένεια, ενός περιπλανώμενου αλητάκου, και απηχεί τα βιώματα του συγγραφέα από την εποχή που ο ίδιος, ως παιδί, περιπλανιόταν ανέστιος στη ρουμάνικη ύπαιθρο αναζητώντας την τύχη του. Είναι ένα από τα εμβληματικά βιβλία του μεγάλου συγγραφέα Παναΐτ Ιστρατί, ένα βιβλίο ιδιοσυγκρασιακό, αφτιασίδωτο, για εκείνους που ρισκάρουν και βγαίνουν να διεκδικήσουν .

Η μετάφραση από τη γαλλική γλώσσα είναι του Γιώργου Μανάδη. Και λίγα λόγια για τον συγγραφέα:

Ο Παναΐτ Ιστράτι (1884-1935) γιος μιας Ρουμάνας πλύστρας κι ενός παράνομου Κεφαλλονίτη καπνεμπόρου συγκαταλέγεται στις λιγοστές αλλά γοητευτικές περιπτώσεις κορυφαίων συγγραφέων όπου η ίδια η ζωή τους υπήρξε ένα μεγάλο μυθιστόρημα. Ασπούδαστος, έζησε όλη τη νιότη του μέσα στις πιο άθλιες συνθήκες, γυρίζοντας διάφορες χώρες και αλλάζοντας δεκάδες επαγγέλματα για να επιβιώσει. Οι ιδέες και η δράση του στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα της εποχής του, τού στοίχησαν πολλές διώξεις αλλά και συγκρούσεις με εχθρούς και φίλους. Έγινε συγγραφέας από σύμπτωση, μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια αυτοκτονίας. Από ένα γράμμα του, ο συγγραφέας Ρομέν Ρολάν διέγνωσε το ταλέντο του, και τον παρότρυνε, αλλά και τον στήριξε, ώστε να γράψει τα βιώματα και τα διδάγματά του απ’ το μεγάλο σχολείο του δρόμου. Ως συγγραφέας επισκέφτηκε το 1928 την Ελλάδα και το Σανατόριο Σωτηρία (όντας φυματικός ο ίδιος) όπου κατήγγειλε τις άθλιες συνθήκες νοσηλείας. Σε εκδήλωση, που έγινε στις 11 Ιανουαρίου 1928 και η οποία εξελίχθηκε σε διαδήλωση, μίλησε για την Οκτωβριανή Επανάσταση και την κατάσταση στη Ρωσία (που την είχε επισκεφτεί πριν έρθει στην Ελλάδα μαζί με τον Νίκο Καζαντζάκη), κάτι που στοίχισε στον ίδιον την άμεση απέλασή του απ’ τη χώρα, και μια δίκη στον Δημήτρη Γληνό ως υπεύθυνου διοργανωτή της εκδήλωσης.

Χαρακτηρίστηκε ως «ο Γκόρκι των Βαλκανίων». Αλλά και Τζακ Λόντον των Βαλκανίων να χαρακτηριζόταν κι αυτό σωστό θα ήταν…