Για τίτλο της σημερινής στήλης χρησιμοποίησα τον τρίτο και τέταρτο στίχο της ένατης στροφής από το ποίημα του Διονύσιου Σολωμού «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», οι δύο πρώτες στροφές του οποίου είναι ο Εθνικός μας Ύμνος. Το ποίημα αυτό του Σολωμού απαρτίζεται από 158 τετράστιχες στροφές, και γράφτηκε το 1823, δηλαδή κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821.

Για να καταστεί σαφής ο λόγος για τη χρήση των δύο αυτών στίχων, παραθέτω την ένατη και δέκατη στροφή, οι οποίες είναι σαν να γράφτηκαν πρόσφατα, αφού τα γεγονότα στα οποία αναφέρονται είναι τόσο κοντά στα σημερινά, και ας πέρασαν από τότε 192 χρόνια.

Με τα ρούχα αιματωμένα

ξέρω ότι έβγαινες κρυφά

να γυρεύης εις τα ξένα

άλλα χέρια δυνατά.

Μοναχή το δρόμο επήρες,

εξανάλθες μοναχή,

δεν είν’ εύκολες οι θύρες

εάν η χρεία τες κουρταλή.

Οι δύο αυτές στροφές δίνουν πολύ παραστατικά την στάση των Ευρωπαίων προς την Ελλάδα στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης. Ολοκληρωτικά καθεστώτα καθώς ήταν τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, είχαν κάθε λόγο να αποθαρρύνουν τους Έλληνες που αγωνίζονταν για την εθνική ανεξαρτησία τους, γιατί η επιτυχία του αγώνα τους απειλούσε την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη, αφού θα ενθάρρυνε και άλλους υπόδουλους λαούς να κάνουν το ίδιο.

Η δεύτερη από τις παραπάνω δύο στροφές περιγράφει παραστατικά τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ελλάδα. Η συνάντηση του Έλληνα Υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη με τον Γερμανό ομόλογό του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έδειξε, για μια ακόμη φορά πως «δεν ειν’ εύκολες οι θύρες εάν η χρεία τες κουρταλή». Σημειώνω πως το ρήμα «κουρταλώ» θα πει κτυπάω. Με άλλα λόγια, οι πόρτες δεν ανοίγουν εύκολα, όταν τις κτυπάει η ανάγκη και η παράκληση για βοήθεια.

Έτσι, με άδεια χέρια επέστρεψε στην Αθήνα ο Έλληνας Υπουργός Οικονομικών, όπως χωρίς καμιά θετική ανταπόκριση από τους Ευρωπαίους ομόλογούς του επέστρεψε και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, το «γελαστό παιδί» του προεκλογικού αγώνα, που σε λίγες ημέρες μεταμορφώθηκε σε «σκυθρωπό παιδί» από την αδήριτη μετεκλογική πραγματικότητα.

Διπλωματική αστοχία ήταν εκ μέρους του Γ. Βαρουφάκη η αναφορά στο ναζισμό κατά, τη διάρκεια της συζήτησής του με τον Β. Σόιμπλε. Σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης ο κ. Βαρουφάκης φέρεται να μίλησε για το «πρόβλημα του ναζισμού», το οποίο στην Ελλάδα δεν έχει επιλυθεί όπως στη Γερμανία.

Πάλι σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης, πριν ακόμη γίνει η μετάφραση στα γερμανικά, ο Σόιμπλε, ακούγοντας τη λέξη «ναζισμός» αντέδρασε με μια έκφραση οργής.

Προφανώς ο κ. Βαρουφάκης δεν γνωρίζει την λαϊκή ρήση: «Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί». Το να πετάς κατάμουτρα στον συνομιλητή σου το αμαρτωλό παρελθόν της χώρας του δεν είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος για την επίτευξη των στόχων σου, ιδιαίτερα όταν από τον συνομιλητή σου εξαρτάται η σωτηρία της χώρας σου…

ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Σε πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα «New York Times», ο Αμερικανός οικονομολόγος, Πολ Κρούγκμαν, κάτοχος Νομπέλ στην Οικονομολογία, μεταξύ άλλων, αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα γράφει και τα ακόλουθα: «…οι ψηφοφόροι έπαψαν να πιστεύουν στις υποσχέσεις των πολιτικών, τις οποίες τελικά δεν μπορούν να εκπληρώσουν και καταλήγουν να οδηγούνται σε πολιτικές που στη συνέχεια προσποιούνται ότι δεν μπορούν να αποφύγουν».

Πράγματι, κατά την προεκλογική περίοδο, έμπλεος αισιοδοξίας, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωνε απερίφραστα πως θα «έσχιζε» το Μνημόνιο, πως αν σχηματίσει Κυβέρνηση δεν θα δεσμευθεί από τις ανειλημμένες αποφάσεις της Κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά, πως θα σταματήσει τις ιδιωτικοποιήσεις, και πως θα επαναπροσλάβει πολλούς από τους δημόσιους υπαλλήλους που έχασαν τις θέσεις τους από τις περικοπές που έκανε η προηγούμενη Κυβέρνηση.

Πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε πως «σε μια εβδομάδα αλλάξαμε την ατζέντα στην Ευρώπη» και εξέφρασε την πεποίθησή του πως ο ΣΥΡΙΖΑ σύντομα θα βάλει τέλος στην Τρόικα και στις πολιτικές της.

Το ζητούμενο στην προκείμενη περίπτωση δεν είναι να αλλάξει η ατζέντα στην Ευρώπη, αλλά η στάση των κρατών-μελών της Ευρωζώνης που ρυθμίζουν την πολιτική της έναντι της Ελλάδας.

Εν πρώτοις η άποψη του κ. Τσίπρα πως «σε μια εβδομάδα αλλάξαμε την ατζέντα στην Ευρώπη» πρέπει να ερμηνευθεί με μεγάλη δόση σκεπτικισμού. Αν είναι δυνατόν, η Ελλάδα με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, να είναι σε θέση να κάνει την Ευρώπη να αναθεωρήσει την στάση της έναντι της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα.

Απεναντίας, στην παρούσα συγκυρία, επιβάλλεται η Ελλάδα να προσαρμοστεί στο οικονομικό περιβάλλον που επικρατεί στην Ευρώπη. Μόνο όταν το κατορθώσει αυτό θα δημιουργήσει ένα κλίμα ευνοϊκό για επενδύσεις στη χώρα, απαραίτητες για την ανάκαμψη της οικονομίας, με αποτέλεσμα την αύξηση των δημοσίων εσόδων και τη μείωση της ανεργίας.

Όπως ένας οργανισμός που δεν προσαρμόζεται στο οικοσύστημα στο οποίο ζει είναι καταδικασμένος σε εξαφάνιση, έτσι και στο οικονομικό σύστημα, ιδιαίτερα όπως αυτό ισχύει στην Ευρωζώνη, όταν ένα κράτος-μέλος δεν συμμορφώνεται με τους ισχύοντες συλλογικούς κανονισμούς, σύντομα τίθεται στο περιθώριο, και υφίσταται όλες τις επιπτώσεις που απορρέουν από την απομόνωσή του.

Η δήλωση του κ. Βαρουφάκη ότι «δεν θέλουμε την Τρόικα», την στιγμή που η χώρα χρωστάει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο 340 δισεκατομμύρια ευρώ, μόνο ως λεονταρισμός μπορεί να χαρακτηρισθεί.

Σε ερώτηση δημοσιογράφου για την παραπάνω δήλωση του κ. Βαρουφάκη, ο κ. Σόιμπλε απάντησε πως από ότι ξέρει ο όρος Τρόικα είναι ελληνική επινόηση. Τόνισε όμως πως μόνο με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μπορεί να γίνει διαπραγμάτευση, και τόνισε κατηγορηματικά πως χωρίς αυτούς τους φορείς δεν υπάρχει πρόγραμμα.

Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον Γερμανό Υπουργό Οικονομικών, η επίβλεψη για το κατά πόσο η Ελλάδα ανταποκρίνεται στις ανειλημμένες υποχρεώσεις της αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση που απορρέει από τη σύναψη του δανείου. Το από ποιους θα γίνεται η επίβλεψη, και με ποια επωνυμία θα γίνουν γνωστοί, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.

Έτσι, σε περίπτωση που η Τρόικα ανασυσταθεί και γίνει γνωστή με άλλη επωνυμία, θα ισχύσει η λαϊκή ρήση «Άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς». Αυτό όμως ίσως δεν εμποδίσει τον κ. Τσίπρα να το χαρακτηρίσει ως νίκη.

Η ανακοίνωση του Μάριο Ντράγκι, Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πως με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου η Τράπεζα δεν θα δέχεται στο μέλλον τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ως εγγυήσεις για χρηματοδότηση των ελληνικών Τραπεζών, ήρθε να περιπλέξει περισσότερο τα πράγματα.

Αν και ο Γιάννης Στουρνάρας, Διευθυντής της Τράπεζας της Ελλάδος, διαβεβαίωσε τους Έλληνες πολίτες πως η ρευστότητα και οι καταθέσεις στην Ελλάδα είναι απολύτως ασφαλείς, αναπόφευκτα η αβεβαιότητα θα έχει αρνητικά αποτελέσματα αναφορικά με τις τραπεζικές καταθέσεις και αναλήψεις.

Οπωσδήποτε δεν μπορεί να είναι συμπτωματική η πρόσφατη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας κατά μία βαθμίδα, από το Β στο Β-, από τον Οίκο αξιολόγησης Standard & Poor’s, καθώς και η υποβάθμιση 5 ελληνικών τραπεζών από τον Οίκο Moody’s.

Οι προγραμματικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή την περασμένη Κυριακή είχαν τον τόνο προεκλογικών υποσχέσεων. Λες και δεν προηγήθηκαν οι ατελέσφορες συνομιλίες του Υπουργού Οικονομικών και του Πρωθυπουργού με στελέχη ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.

Η πρώτη δήλωση είναι ενδεικτική των εξωπραγματικών προσδοκιών του κ. Τσίπρα:

«Αμετάκλητη απόφαση να τιμήσουμε το σύνολο των προεκλογικών δεσμεύσεών μας».

Μια δήλωση που αρχίζει με τις λέξεις «Αμετάκλητη απόφαση» πριν ακόμη αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις είναι άστοχη, καθότι η λέξη διαπραγμάτευση σημαίνει τη διεξαγωγή συζητήσεων μεταξύ δύο πλευρών για την επίτευξη συμφωνίας, και ω εκ τούτου αφήνει ανοικτή την προοπτική συμβιβασμού με κάποιες αλλαγές από τη μια ή από την άλλη πλευρά, ή και από τις δύο. Δείχνει υπεροψία όταν δηλώνεις εκ των προτέρων πως η απόφασή σου είναι αμετάκλητη, ιδιαίτερα όταν προσέρχεσαι στη διαπραγμάτευση από λόγους αδήριτης ανάγκης, και αυτό το γνωρίζει η άλλη πλευρά.

Εν όψει αυτών των εξελίξεων, αποφασιστική για το μέλλον της Ελλάδας αναμένεται πως θα είναι οι αποφάσεις του Συμβουλίου του Eurogroup (Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης) που θα ληφθούν στην έκτακτη συνάντηση της Τετάρτης, 11 Φεβρουαρίου – το άρθρο αυτό γράφτηκε την Τρίτη, 10 Φεβρουαρίου.

Σε αυτές τις περιστάσεις εκείνο που προέχει είναι το εθνικό συμφέρον, έστω και αν αυτό θα διασφαλισθεί με την προσγείωση της Κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα στην ωμή πραγματικότητα, χωρίς φαντασιώσεις και μεγαλοστομίες…