Έντονες αντιδράσεις προκάλεσε στην κοινοβουλευτική ομάδα του Φιλελεύθερου Κόμματος η απομάκρυνση του Φίλιπ Ράντοκ, παλαίμαχου πρώην υπουργού των κυβερνήσεων Τζον Χάουαρντ, από τη θέση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της κυβέρνησης.
Σύμφωνα με μαρτυρίες αρκετών στελεχών και αξιωματούχων του κόμματος ο πρωθυπουργός Τόνι Άμποπτ προχώρησε ξαφνικά στην αντικατάσταση του Φίλιπ Ράντοκ, που εκλέγεται βουλευτής με το κόμμα των Φιλελευθέρων για περισσότερα από 30 χρόνια, γιατί δεν ήταν ικανοποιημένος με τον τρόπο που εκτελούσε τα καθήκοντα του κατά την διάρκεια της εσωκομματικής μάχης που δόθηκε την περασμένη εβδομάδα για την αντικατάστασή του στην πρωθυπουργία.
Άνθρωποι του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος ισχυρίζονται ότι ο εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής ομάδας, αν και ήταν από τους πιο πεπειραμένους πολιτικούς της κυβέρνησης, δεν είχε φροντίσει να προειδοποιήσει εγκαίρως τον Άμποτ για τις αντιδράσεις των βουλευτών και το γενικότερο κλίμα που επικρατούσε στην κοινοβουλευτική ομάδα και τον άφησε εκτιθέμενο και εντελώς απροστάτευτο.
Αναφερόμενος στον «αποκεφαλισμό» του Ράντοκ, ο φιλελεύθερος βουλευτής του κόμματος, Andrew Laming, είπε ότι ο πρωθυπουργός έψαχνε για αποδιοπομπαίο τράγο προκειμένου να του φορτώσει τη πρόσφατη εσωκομματική ρήξη και επέλεξε τον Ράντοκ, που υπήρξε διαχρονικά και ένα από τα πιο ικανά και αξιόμαχα στελέχη του κόμματος.
Ο ίδιος στη συνέχεια πρόσθεσε ότι πρόκειται για «εκδικητική» ενέργεια και, μάλιστα, σε μια στιγμή που ο πρωθυπουργός μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα αμέσως μετά τη μάχη να διατηρήσει τη θέση του, υποσχέθηκε στους βουλευτές του μια «καινούργια αρχή» τονίζοντας παράλληλα ότι στο εξής θα συζητά μαζί τους πριν πάρει οποιαδήποτε απόφαση.
Τέλος, ο Andrew Laming, πρόσθεσε ότι όσοι πριν λίγες μέρες πίστεψαν στην «καινούργια αρχή», που μας υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός αισθάνομαι σήμερα απογοητευμένοι.
Στο μεταξύ, απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων ο πρωθυπουργός έπλεξε το εγκώμιο στον Φίλιπ Ράντοκ, λέγοντας ότι τον εκτιμά ιδιαίτερα για τα όσα πρόσφερε στο κόμμα των Φιλελευθέρων και τη χώρα για περισσότερα από 30 χρόνια.