Σύνθημά μας «Μιλάμε Ελληνικά τον Μάρτιο». Να προσθέσω, εκτός προγράμματος, ότι μιλάμε, γράφουμε και παρουσιάζουμε Ελληνικά βιβλία τον Μάρτιο και θα εξηγήσω παρακάτω, τι εννοώ. Ένα μικρό κομματάκι από το άρθρο του αρχισυντάκτη μας, του Σωτήρη Χατζημανώλη, θα μας θυμίσει τους σκοπούς της εκστρατείας που ξεκινούν άτομα και φορείς της ομογένειας:
1. Να ενθαρρύνει και να δώσει ευκαιρίες στους ελληνικής καταγωγής γονείς, παππούδες και γιαγιάδες να συμβάλουν ενεργά στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας από τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
2. Να προωθήσει την ελληνική γλώσσα ως μία από τις αρχαιότερες και πλουσιότερες γλώσσες, η οποία, παράλληλα με τη Λατινική, έχει συμβάλει στην ανάπτυξη άλλων σύγχρονων γλωσσών.
3. Σε συνεργασία με αρμόδιους ομογενειακούς συλλογικούς φορείς, ο Μάρτιος να καθιερωθεί ως ο μήνας κατά τη διάρκεια του οποίου μέλη και οργανισμοί της παροικίας να φροντίζουν η επικοινωνία τους να γίνεται, ως επί το πλείστον, στην ελληνική γλώσσα.
Αυτά τα λίγα, τα παραπάνω, είναι υπέρ αρκετά να μας βάλουν στο πνεύμα της προσπάθειας που πρέπει να γίνει το Μάρτη και όχι μόνο.
Χάρηκα ιδιαιτέρα όταν έμαθα ότι το Μάρτη θα κυκλοφορήσει ένα ακόμη ελληνικό βιβλίο και θα παρουσιαστεί στις 15 Μαρτίου. Μου δίνεται η ευκαιρία να πω λίγα λόγια για τον συγγραφέα του βιβλίου, τον οποίο γνώρισα πριν λίγες ημέρες και άλλα λίγα λόγια για το βιβλίο του.
Για να εξηγούμαι και να αποφύγω και τις παρεξηγήσεις -άλλωστε, θα φανεί και στη συνέχεια-, δεν έχω πρόθεση να κάνω ανάλυση του βιβλίο. Την παρουσίαση του βιβλίου θα κάνει ο εκ των μοναδικών στο είδος, καθηγητής κ. Παναγιώτης Γκογκίδης και την παρουσίαση του όλου προγράμματος ο Λογοτέχνης-Ποιητής κ. Θύμιος Χαραλαμπόπουλος.
Ο συγγραφέας του βιβλίου, κ. Ιωσήφ Πάπας, με επισκέφτηκε πριν λίγες ημέρες στο σπίτι μου. Με ρώτησε το όνομά μου και μου ζήτησε να του πω αν είμαι μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων Αυστραλίας. «Ονομάζομαι Ιωσήφ Πάπας και επισκέπτομαι μόνος μου τα μέλη του Συνδέσμου να τους γνωρίσω και να τους καλέσω στην παρουσίαση του βιβλίου μου που θα γίνει στις 15 Μαρτίου, στις 3 το απόγευμα στην αίθουσα της Ποντιακής Κοινότητας» είπε και μου έδωσε την πρόσκληση.
Στην αρχή, λόγω της προφοράς του, πίστεψα ότι το βιβλίο του ήταν γραμμένο στα Αγγλικά και τον ρώτησα σχετικά.
-Όχι στα Ελληνικά είναι γραμμένο. Το έχω μαζί μου. Θέλετε να σας το φέρω; Το αγόρασα, τον ευχαρίστησα και του υποσχέθηκα ότι θα πάω στη παρουσίαση. Έχω γνωρίσει λογοτέχνες, αρκετούς συγγραφείς, ποιητές σπουδασμένους, πτυχιούχους. Πολλοί από αυτούς είχαν τη γνώση και ήταν κάτοχοι μιας φόρμουλας, κάποιων κανόνων, αλλά δεν είχαν το έναυσμα, το πόνο και -για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους- αν δεν έχεις πονέσει κι αν δεν έχεις πικραθεί πώς να μιλήσεις για πόνο και για πίκρα.
«Όπως τα Έζησα – Αυτοβιογραφία» είναι ο τίτλος του βιβλίου του κ. Ιωσήφ Πάπα. Στην πέμπτη σελίδα αναφέρεται ότι «Το παρόν βιβλίο είναι αφιερωμένο στη μνήμη της μάνας μου που ποτέ μου δεν γνώρισα». Ο φίλτατος κ. Γεράσιμος Κλωνής, γνωστός ποιητής της παροικίας μας, κοσμεί τη σελίδα 8 με το ποίημα «Χωρίς Μάνα» που δεν είναι τίποτε άλλο από ένα μικρό, οχτάστιχο, ποιητικό οδοιπορικό της ζωής του κ. Πάπα. Στον πρόλογο, ο κ. Χαραλαμπόπουλος σε κάποιο σημείο αναφέρει ενδεικτικά: «Σίγουρα, αν δεν γινόταν ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, δεν θα έγραφα αυτά που διαβάζετε και ούτε ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος, θα έγραφε το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας…»
Όπως ανέφερα παραπάνω, η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει στις 15 του Μάρτη στην Ποντιακή Κοινότητα και πιστεύω ότι θα πρέπει να αφήσω τους ειδικούς και αρμοδίους να μιλήσουν εκτενέστερα για το βιβλίο του κ. Πάπα. Τούτη την ώρα εγώ γιορτάζω. Ένα ακόμη ελληνικό βιβλίο προστίθεται στο λογοτεχνικό οικοδόμημα της Ομογένειας το μήνα που… μιλάμε Ελληνικά. Κάτι που δεν θα πρέπει να περάσει απαρατήρητο είναι ότι στη σελίδα 4 ο συγγραφέας του βιβλίου αναφέρει: «Ο γιος μου Πέτρος και ο εγγονός μου Ιωσήφ βοήθησαν σε εργασίες του υπολογιστή. Η εγγονή μου Ιωάννα έκανε το σχεδιασμό του εξωφύλλου».
Θα ήταν αδικία αν, κλείνοντας, δεν έλεγα και δύο κουβέντες για τον συγγραφέα. Καλύτερα να χρησιμοποιήσω τα δικά του λόγια, τις τελευταίες τέσσερις γραμμές της εισαγωγής του βιβλίου του, στην οποία καταλήγει: «Γράφοντας τα λόγια αυτά, που πάντα ήθελα να πω, ποίος ξέρει, μπορεί να καταφέρω να νιώσω κάποια ανακούφιση. Θα προσπαθήσω να τα πω όπως τα έζησα και τα αισθάνθηκα. Ελπίζω ο αναγνώστης να έχει τη θέληση να με κρίνει με επιείκεια…».
Εγώ θα ευχηθώ καλή επιτυχία.