«Tιτανικός» η Ελλάδα – «Σωστική Λέμβος» η Αυστραλία

Η άλλη πλευρά του νομίσματος

Άστραψε και βρόντηξε η Χριστίνα Κλυκινιώτη όταν στις 19 Φλεβάρη δήλωσε -από αυτή τη στήλη- ότι “έφυγε από την Ελλάδα για να σώσει την αξιοπρέπειά της”. Χαρακτήρισε δε την Αυστραλία “παγωμένη σανίδα σωτηρίας”.

Βροχή τα σχόλια στο Facebook, χιλιάδες εκείνοι που συμφώνησαν και διαφώνησαν με τις απόψεις της, ενώ δεν έλειψαν και εκείνοι που κρατούν κάποιες αποστάσεις -όπως, για παράδειγμα, ο Πάνος Κατσαρίδης- εκτιμώντας ότι “το ‘ξένος’ είναι τρόπος του λέγειν. Δεν νιώθεις εντελώς ξένος, αλλά σου λείπουν πράγματα αντιστρόφως ανάλογα”.

Ενδεικτικά, θα ήθελα να μεταφέρω ορισμένες απόψεις που εκφράστηκαν στο Facebook, όσον αφορά το άρθρο και τις απόψεις της Χριστίνας, πριν επεκταθώ σε μια συζήτηση που είχα με την Ράνια Χούσου για να φωτίσω την άλλη πλευρά του νομίσματος με την οποία ταυτίζονται αρκετοί, όπως διαπιστώνουμε κάθε μέρα που περνά, από τους νεοφερμένους.

ΝΑ ΤΙ ΕΙΠΑΝ

Μαίρη Γυφτάκη: “Όπως το βλέπει κανείς. Ναι, είναι δύσκολο, αλλά εδώ ήλθατε για να σωθείτε, όταν η πατρίδα σας πρόδωσε. Δεν κρατά κανέναν εδώ η Αυστραλία με το ζόρι”.

Μάριος Σκορδούλης: “Δεν έφυγες για να σώσεις την αξιοπρέπειά σου, αλλά για να σώσεις τον εαυτούλη σου, γιατί είσαι αδύναμη να αγωνιστείς για ιδανικά όπως η Ελλάδα”.

Κωνσταντίνος Μαλλιάρης: “Πατρίς είναι η γης η πάσα, αρκεί να υπάρχει μάσα. Η Μελβούρνη είναι η πρώτη ανθρώπινη πόλη στον κόσμο εδώ και πολλά χρόνια. Εκεί γεννήθηκα και 5 χρόνων με έφεραν οι γονείς μου στο χωριό και στα χωράφια!… Κατά τα άλλα… χόρτασα Ελλάδα!…

Σπύρος Κόκκαλης: “Μην το λες φίλε. Εγώ είμαι Αυστραλία και νιώθω πιο ξένος από τους ξένους. Δεν υπάρχει περίπτωση να νιώσω έτσι στην πατρίδα μου”.

Δημήτρης, Αντωνία: “Γι’ αυτήν την αξιοπρέπεια φύγαμε όλοι μας. Αλλά δεν νιώσαμε καμιά ενοχή, γιατί όπως λέει και η Χριστίνα, δεν είχαμε όπλα να πολεμήσουμε. Μας έκαναν κουμάντο άλλοι και αυτό πόνεσε. Μας ανάγκασαν να ξεριζωθούμε για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους “οι μεγάλοι κυβερνώντες -λαμόγια- πολιτικοί”. Έφυγε το σώμα μας αλλά η καρδιά μας έμεινε εκεί δίπλα στους γονείς μας και στους φίλους μας που περνούν τα ζόρια τους”.

Νίκος Παγώνης: “Επιτέλους, ένας άνθρωπος μιλάει ώριμα, ήρεμα και λογικά. Νά ‘σαι καλά Χριστίνα, όπου και να σε βγάλει ο δρόμος σου”.

Βίκη Αθανασοπούλου: “Λογικό όταν γνωρίσεις δύο πατρίδες να μην ανήκεις πουθενά! Ξένος στην πατρίδα και ξένος εδώ! Το καλύτερο είναι να αισθάνεται καλά κάποιος για τα καλά που έχει και να λέει “Δόξα τω Θεώ”. Έχεις υγεία, δύναμη; E, τότε έχεις το καλύτερο λαχείο! Όλα τ’ άλλα…”

Κώστας Δαβουλτζής: “Το σπίτι μου τώρα είναι εδώ, αλλά η καρδιά… επάνω!

(Αυτό, φαντάζεται κανείς, με την έννοια ότι η Αυστραλία βρίσκεται στους αντίποδες της γης ).

Θα κλείσω μ’ ένα αισιόδοξο μήνυμα από τη Μαίρη, από τη Βικτώρια: “Χριστίνα, θα τη βρεις τη ψυχή της Αυστραλίας, φτάνει να πετάξεις τις παρωπίδες. Γιατί η Αυστραλία δεν έχει μια ψυχή, έχει πολλές. Σου εύχομαι να βρεις κι εσύ γαλήνη και εξασφάλιση. Κι’ εγώ, όταν γύρισα πριν από 5 χρόνια, μου φάνηκε ο ουρανός πιο χαμηλός, να με πλακώνει. Αλλά εκμεταλλεύτηκα τις ευκαιρίες και ορθοπόδησα”.

ΤΩΡΑ Ή ΠΟΤΕ

Η Ράνια Χούσου, 38 χρόνων τον Ιούλιο, βρίσκεται στην Αυστραλία, εδώ και δύο χρόνια με τον σύζυγό της και τα δύο παιδάκια της 4 και 6 χρόνων σήμερα.

Μάς δίνει ‘την άλλη πλευρά του νομίσματος’, ήρεμα, νηφάλια, αντικειμενικά: “Η αλήθεια είναι ότι το παλέψαμε μέχρι ενός σημείου. Η απόφαση ήταν κάθε άλλο παρά εύκολη. Το πρώτο χτύπημα ήλθε όταν έχασα τη δουλειά μου σε εισαγωγική εταιρία ζωοτροφών που εργαζόμουν και η οποία επηρεάστηκε σοβαρά από την οικονομική κρίση, οπότε προέβη σε ομαδικές απολύσεις.

Από την άλλη πλευρά, ο σύζυγός μου που εργαζόταν στην Ηλεκτρονική Αθηνών, υπέστη μεγάλη μείωση του μισθού του και παρότι έχουμε δικό μας σπίτι στο Χαλάνδρι, δεν μπορούσαμε με δυο παιδιά να τα βγάλουμε πέρα. Οπότε η επάνοδος στην Αυστραλία, για μένα που γεννήθηκα στη Μελβούρνη, φάνταζε μπροστά μας σαν τη σωστική λέμβο, τη στιγμή που η Ελλάδα ήταν ο “Τιτανικός”. Πιστεύω ότι η παρομοίωση είναι σωστή”.

Η Ράνια ήταν 9 χρόνων όταν οι γονείς της το 1986 αποφάσισαν να επιχειρήσουν για τρίτη φορά να επαναπατριστούν και αυτή τη φορά, τα κατάφεραν. Οι προηγούμενες δύο απόπειρες έγιναν το 1973 και το 1977.

ΤΟ ΑΥΣΤΡΑΛΑΚΙ

“Η Ελλάδα έγινε η πατρίδα μου, αν και δεν έπαυσα για τους Έλληνες να είμαι το Αυστραλάκι. Υπήρχε, ακόμη, πάντα η σκέψη να γυρίσω για σπουδές στην Αυστραλία, δεν έγινε όμως. Βέβαια, ήλθα εδώ στα 12 για διακοπές, αλλά η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια που έζησα στην Ελλάδα, για μένα η Αυστραλία ήταν μια μεγάλη ζεστή αγκαλιά. Αυτή η αίσθηση δεν με εγκατέλειψε ποτέ, εντάθηκε δε όταν άρχισε η κατάσταση στην Ελλάδα να αγριεύει. Τότε είναι που την είδα ως σωστική λέμβο και την Ελλάδα σαν τον Τιτανικό. Σκεφθήκαμε με τον άντρα μου ότι δεν είχαμε άλλη επιλογή”.

Ακολουθεί μια μικρή παύση και μετά, η καθαρή δήλωση:”Δε νομίζω ότι θα μπορούσα πλέον να ζήσω εκεί.

Η Ελλάδα είναι πανέμορφη ως χώρα. Όταν, όμως, έχεις παιδιά είναι πολυτέλεια να σκέφτεσαι ‘τον απαράμιλλο γαλάζιο ουρανό και τις ασύγκριτες θάλασσες’.

Όπως είναι και ουτοπία να ενοχλείσαι γιατί μέσα σε μια μέρα έχεις τέσσερις εποχές και πρέπει να κουβαλάς ομπρέλα, γαλότσες και ζακέτα μέσα στο κατακαλόκαιρο. Όταν έχεις παιδιά, σκέφτεσαι πρώτα τα παιδιά σου. Αυτή είναι η πραγματικότητα”

Η Ράνια, δεν θα προσποιηθεί, δηλώνει στη συνέχεια, ότι όλα ήταν θαυμάσια, στην Αυστραλία, από την αρχή.

“Για πάνω από ένα χρόνο, τα πράγματα ήταν δύσκολα. Κατ’ αρχήν, τα παιδιά αντέδρασαν μ’ έναν τρόπο που δεν περίμενα. Ο γιος μου, εντελώς αρνητικός, μιλούσε μόνο ελληνικά, ενώ η κόρη μου δεν μιλούσε καθόλου.

Από την πλευρά του, ο άντρας μου, εγκλιματίστηκε πολύ γρήγορα. Ένιωθε ασφάλεια γιατί μπορούσε να πιαστεί από κάπου.

Εδώ υπάρχει μια θετική αύρα. Αυτό είναι αναμφισβήτητο.

Το μόνο μελανό σημείο, αν μπορώ να το πω έτσι, είναι ότι σε μία μερίδα της πρώτης γενιάς των Ελλήνων της Αυστραλίας, επικρατεί η αντίληψη ότι στην Ελλάδα είμαστε τεμπέληδες. Επειδή έρχονται εκεί το καλοκαίρι και βλέπουν τις καφετέριες γεμάτες νομίζουν ότι έτσι είναι όλο το χρόνο. Αυτό δεν ευσταθεί. Το καλοκαίρι στην Ελλάδα, να μη μας διαφεύγει, είναι μεγάλο και δεν γίνεται να μην πάρεις δύο βδομάδες διακοπές”.

ΕΝΑ ΘΟΛΟ ΤΟΠΙΟ

Πώς νιώθει για την Ελλάδα τώρα;

“Mου έχει λείψει πολύ. Άφησα εκεί συγγενείς και φίλους. Ενημερώνομαι καθημερινά. Προς το παρόν το τοπίο είναι πολύ θολό. Φυσικά κάτι πάει να γίνει, κάποιες ελπίδες γεννιούνται, τίποτε όμως, ακόμη τουλάχιστον, ουσιαστικό. Εταιρίες εξακολουθούν να κλείνουν και οι άνεργοι να πληθαίνουν καθημερινά.

Αυτά δεν αλλάζουν.

Στην πραγματικότητα, δεν θεωρώ ότι θ’ αλλάξει κάτι στην Ελλάδα, όχι για μεγάλο διάστημα τουλάχιστον.

Εδώ νιώθω μια σιγουριά, που ξέρω πολύ καλά ότι δεν θα νιώσω ποτέ στην Ελλάδα.

Η Αυστραλία μου προσφέρει ασφάλεια, κυρίως για τα παιδιά μου. Να σταματήσω και σ’ ένα άλλο βασικό σημείο για τα παιδιά. Εδώ επικρατεί η αντίληψη ότι εδώ δεν έχουν τις ίδιες γνώσεις που έχουν οι συνομήλικές τους εκεί. Αυτό που έχω όμως αντιληφθεί είναι ότι στην Αυστραλία, στα σχολεία, οι εκπαιδευτικοί επικεντρώνουν την προσοχή τους στο να ενθαρρύνουν τον μαθητή, έστω και αν οι αποδόσεις του είναι μέτριες και να τον εξοπλίσουν με αυτοπεποίθηση.

Όσο για τον εργασιακό χώρο στην Ελλάδα, μετά τα 30-35 είναι πολύ δύσκολο να βρεις δουλειά. Εδώ, αντίθετα σ’ αυτήν την ηλικία έχεις τη δυνατότητα να ξεκινήσεις μια νέα καριέρα.

Εγώ, για παράδειγμα, μητέρα δύο μικρών παιδιών, έχω την ευκαιρία να σπουδάσω Προσχολική Παιδεία (Early Childhood Education). Μπορώ να κάνω κάτι για μένα κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο!”

Καταλήγοντας, η Ράνια Χούσου θα ρίξει ακόμη πιο λαμπερό φως στην άλλη όψη του νομίσματος:”Ακούστε, η Αυστραλία έχει όλα τα καλά του Θεού! Αρκεί να ξέρεις να τα γευτείς…”