Τις τελευταίες ημέρες η Ελληνική Κυβέρνηση επανέφερε στην επικαιρότητα το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων για καταστροφές που προκάλεσαν στην Ελλάδα τα ναζιστικά στρατεύματα κατά τη διάρκεια της Κατοχής 1941-1944, καθώς και για την πληρωμή του υποχρεωτικού κατοχικού δανείου που πήρε η Γερμανία από την Ελλάδα το 1942.
Κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου 2015 η Επιτροπή ειδικών, στην οποία η προηγούμενη Κυβέρνηση της Ελλάδας είχε αναθέσει τη σύνταξη Έκθεσης για το κόστος των πολεμικών επανορθώσεων για τις ζημιές που προκλήθηκαν από τα γερμανικά στρατεύματα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και για το ποσό που οφείλει σήμερα η Γερμανία από το υποχρεωτικό δάνειο που είχε πάρει από την Ελλάδα το 1942, με δέσμευση να το αποπληρώσει μετά τη λήξη του πολέμου, πράγμα που δεν έχει κάνει μέχρι σήμερα.
Αν και η σημερινή Κυβέρνηση χαρακτηρίζει την εν λόγω Έκθεση ως κρατικό απόρρητο, σε δημοσίευμά της η αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα αναφέρει πως το συνολικό ποσό που οφείλει να πληρώσει η Γερμανία ανέρχεται στα 162 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το ποσό αυτό τα 108 δισεκατομμύρια ευρώ είναι για ανοικοδόμηση των έργων υποδομής, την καταστροφή των οποίων προκάλεσαν οι Γερμανοί κατά τη διάρκεια της Κατοχής, και 54 δισεκατομμύρια ευρώ για το κατοχικό δάνειο που είχε πάρει η Γερμανία με τη δέσμευση να το επιστρέψει.
Η Γερμανία ισχυρίζεται πως οι αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο έχουν παραγραφεί από τη διάσκεψη που είχε συγκληθεί στο Λονδίνο το 1953 για να συζητηθεί το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία προς διάφορες χώρες της Ευρώπης.
Εν όψει του γεγονότος ότι το 1953 η Γερμανία ήταν διχασμένη σε Δυτική και Ανατολική, και οι οικονομίες των δύο τμημάτων της δεν ήταν σε θέση να αναλάβουν την πληρωμή των πολεμικών αποζημιώσεων, η Διάσκεψη του 1953 στο Λονδίνο είχε λάβει την απόφαση όπως οι πολεμικές αποζημιώσεις τεθούν σε επαναδιαπραγμάτευση μετά την επανένωση των δύο τμημάτων της Γερμανίας.
Πριν από την ενοποίηση της Ανατολικής και της Δυτικής Γερμανίας, οι τέσσερις Δυνάμεις (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία και Σοβιετική Ένωση) που υπέγραψαν την σχετική Συνθήκη, δεν κάνουν μνεία των επανορθώσεων εκ μέρους της Γερμανίας της ζημιάς που είχε προκληθεί σε έργα υποδομής των χωρών που είχε καταλάβει κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Η Ελλάδα όμως ισχυρίζεται, και πολύ σωστά, πως η Συνθήκη αυτή δεν υπογράφηκε από τις άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, και επομένως διατηρεί το δικαίωμα διεκδίκησης των αποζημιώσεων και του Κατοχικού δανείου.
ΠΕΡΑΣΜΕΝΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ
Από την πλευρά της η Ελλάδα κατά καιρούς επαναφέρει στη δημοσιότητα το θέμα αυτό, χωρίς όμως να έχει λάβει τα απαραίτητα νομικά μέτρα για να υποχρεώσει τη Γερμανία να τακτοποιήσει την εκκρεμότητα αυτή.
Για την ιστορία αναφέρω πως η Γερμανία πλήρωσε στην Πολωνία το 1956 και στην Γιουγκοσλαβία το 1971 για παρόμοια κατοχικά δάνεια.
Όταν το 1995 η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε από τη Γερμανία την έναρξη διαπραγματεύσεων, ο Γερμανός Υφυπουργός Εξωτερικών απάντησε ότι: «Μετά την πάροδο 50 ετών το πρόγραμμα των επανορθώσεων απώλεσε τη δικαιολογητική του βάση. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν να προσδοκά η ελληνική κυβέρνηση ότι η γερμανική κυβέρνηση θα προσέλθει σε συνομιλίες για το θέμα αυτό».
Κατά την άποψή μου ο κύριος λόγος που η Γερμανία αρνείται κατηγορηματικά την όποια διαπραγμάτευση για τις πολεμικές επανορθώσεις είναι ότι και άλλες χώρες που υπέστησαν ζημιές από την γερμανική κατοχή θα έκαναν το ίδιο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Γερμανία βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με 53 χώρες. Ως εκ τούτου, αν αναγνώριζε τη διεκδίκηση πολεμικών αποζημιώσεων από την Ελλάδα, θα βρισκόταν αντιμέτωπη με παρόμοιες διεκδικήσεις και από πολλές άλλες χώρες, το κόστος των οποίων θα ανερχόταν σε τρισεκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με πολλούς Έλληνες και ξένους μελετητές, το ισχυρότερο νομικό «χαρτί» της Ελλάδας αποτελεί το αναγκαστικό δάνειο ύψους 13,5 εκατομμυρίων χρυσών λιρών το 1942 προς τα στρατεύματα κατοχής, για το οποίο υπήρξε ρητή δέσμευση εκ μέρους της Γερμανίας για την αποπληρωμή του. Σήμερα η αντίστοιχη αξία του δανείου ανέρχεται στα 54 δισεκατομμύρια ευρώ χωρίς τους τόκους.
ΔΙΚΑΙΟ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ, ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΟΜΩΣ Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΝΑΚΙΝΗΣΗΣ ΤΟΥ
Η επιδίωξη εκ μέρους της Ελλάδας για την αποπληρωμή του κατοχικού δανείου από τη Γερμανία μέσω διπλωματικών χειρισμών παραμένει, κατά την άποψή μου, η ορθότερη πορεία που μπορεί να ακολουθήσει, καθότι μια ικανοποίηση του ελληνικού αιτήματος για το κατοχικό δάνειο δεν θα έχει επιπτώσεις σε σχέση με διεκδικήσεις άλλων κρατών, αφού αυτό είναι το μόνο εναπομένον κατοχικό δάνειο που πήρε η Γερμανία.
Επιπρόσθετα, μετά το 1990, δηλαδή μετά από την ενοποίηση των δύο τμημάτων της Γερμανίας, οι ελληνικές κυβερνήσεις τόνιζαν ότι η Ελλάδα θεωρεί ανοιχτό το θέμα, και το 1995 επέδωσε ρηματική διακοίνωση προς τη Γερμανία, όπου τίθεται το θέμα αυτό.
Σύμφωνα με τον Στέλιο Περράκη, Καθηγητή Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ο πιο αποτελεσματικός και σύντομος δρόμος για την καταβολή των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα περνάει μέσα από την απ’ ευθείας συνεννόηση μεταξύ των δύο κρατών.
Επιπρόσθετα, πάλι κατά την άποψη του Καθηγητή Σ. Περράκη, σύμφωνα με την τελευταία απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (3 Φεβρουαρίου 2012), προκειμένου ο θεσμός της διεθνούς ευθύνης να εφαρμοστεί πλήρως, θα πρέπει η Γερμανία να προχωρήσει σε διαδικασία συνεννόησης με την ενδιαφερόμενη χώρα, στην περίπτωση αυτή την Ελλάδα.
Η απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης να φέρει στο προσκήνιο το θέμα των αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου σε μια περίοδο που για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που διέρχεται η Ελλάδα χρειάζεται τη συμπαράσταση των Ευρωπαίων εταίρων της στην Ευρωζώνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως της Γερμανίας, του ισχυρότερου μέλους, εύλογα δημιουργεί απορίες και ερωτηματικά.
Το ότι έχει κανείς το δίκαιο με το μέρος του δεν σημαίνει ότι και θα το βρει, όταν μάλιστα λάβουμε υπόψη πως ο συσχετισμός δυνάμεων δεν ήταν ποτέ χειρότερος σε βάρος της Ελλάδας.
Ιδιαίτερα ανησυχητικά είναι τα πορίσματα πρόσφατων δημοσκοπήσεων στη Γερμανία που δείχνουν έντονα ανθελληνικά αισθήματα. Σίγουρα τα αποτελέσματα αυτά θα ενισχύσουν την ήδη σκληρή στάση της Γερμανικής Κυβέρνησης στο θέμα των ελληνικών διεκδικήσεων.
Η Ελληνική Κυβέρνηση δεν πρέπει να αγνοήσει το γεγονός ότι η λαϊκή εντολή που της δόθηκε στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 ήταν να επαναδιαπραγματευθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές για την έξοδο από την οικονομική κρίση, χωρίς όμως να φτάσει σε πλήρη ρήξη με τη Γερμανία, το ισχυρότερο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Ξενοφών Γιαταγάνας, πρώην νομικός σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε άρθρο του στην αθηναϊκή εφημερίδα «Έθνος» (16/3/15) γράφει τα ακόλουθα μεταξύ άλλων:
{… } «Στα σεμινάρια περί της τεχνικής των διαπραγματεύσεων που είχα παρακολουθήσει κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας μου στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, έμαθα ότι χρυσός κανόνας της επιτυχίας είναι ο προσδιορισμός του κάθε φορά κεντρικού στόχου και η συγκέντρωση στον στόχο αυτόν των μειζόνων δυνατών συμμαχιών και συνεργειών για την επίτευξή του.
{… } Και όμως, τη στιγμή που αυτό είναι το κύριο ζητούμενο, στο οποίο θα έπρεπε να συγκεντρωθούν οι ευρύτερες δυνατές συμμαχίες, γινόμαστε μάρτυρες του ανοίγματος όλων των μετώπων προς κάθε κατεύθυνση, με αποτέλεσμα την προϊούσα απομόνωση της χώρας και την απομάκρυνση από την επίτευξη της ζωτικής στόχευσής της».
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να ζητήσει από τη Γερμανία, διαμέσου της ενδεδειγμένης νομικής διαδικασίας, να τηρήσει τη δέσμευση για την αποπληρωμή του κατοχικού δανείου, αξίας σήμερα 54 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η επιφύλαξη που εκφράζεται από τη στήλη αυτή έχει να κάνει με το κατά πόσο αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή για τη διεκδίκηση αυτού του νόμιμου αιτήματος. Γιατί πολλά είναι τα εθνικά συμφέροντα που διακυβεύονται από μια τέτοια παράταιρη ενέργεια…