Τρεις δεκαετίες σχεδόν, ως ανώτερος νομικός (barrister), ο Ιάκωβος Φρονίστας έχει δει αρκετούς ομογενείς της πρώτης γενιάς να χάνουν τα σπίτια τους, “τη στέγη τους πάνω από το κεφάλι τους”, αλλά και ολόκληρες περιουσίες, εξαιτίας των παιδιών τους.
Το θέμα καυτό, εν πολλοίς γνωστό και -δυστυχώς- αρκετά διαδεδομένο.
Την ανατομία του επιχειρούμε -αυτή τη φορά- με τον κορυφαίο νομικό της ομογένειας, που ακόμη δεν μπορεί να καταλάβει “πώς είναι δυνατόν παιδιά να καταστρέφουν τους ίδιους τους γονείς τους”.
“Έχω δει πάρα πολλά, όλα αυτά τα χρόνια, τόσο στον επαγγελματικό όσο και στον κοινωνικό χώρο. Εκείνο, όμως, που βρίσκω δύσκολο να χωνέψω είναι πώς τα παιδιά μπορούν να γίνουν αιτία να μείνουν οι γονείς τους στο δρόμο. Να τους καταστρέψουν, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και ψυχολογικά. Και όμως συμβαίνει”.
Γίνεται μια αναδρομή στο χρόνο, στο χθες, αλλά και ένας σταθμός στο σήμερα, που “η κατάσταση, για το θέμα που μιλάμε είναι πολύ πιο διαδεδομένη, δυστυχώς, απ’ ό,τι μπορεί κανείς να υποθέσει. Οι περιπτώσεις ομογενών μας, της πρώτης γενιάς, που μετά από χρόνων σκληρής δουλειάς, κατάφεραν να αποκτήσουν ένα σπίτι και να αποταμιεύσουν κάποια χρήματα για τα γηρατειά τους, αλλά και για μια ώρα ανάγκης και μετά τα βλέπουν να εξανεμίζονται, δεν είναι σπάνιες.
Αντίθετα , τις συναντάμε όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια” θα πει ο διακεκριμένος νομικός, με φανερή ανησυχία για “ένα φαινόμενο που παίρνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις”.
ΥΠΙΟΓΡΑΦΗ-ΚΑΤΑΔΙΚΗ
“Όλα ξεκινούν συνήθως πολύ απλά. Τα παιδιά, για παράδειγμα, ζητούν από τους γονείς τους να βάλουν μια υπογραφή με την οποία θα μπαίνει το σπίτι τους υποθήκη, προκειμένου οι ίδιοι να πάρουν κάποιο δάνειο. Να γίνουν, δηλαδή, οι γονείς τους, εγγυητές.
Πολλοί δεν γνωρίζουν τι υπογράφουν. Δεν γνωρίζουν ότι μια απλή υπογραφή μπορεί να τους αφήσει άστεγους. Όταν το πληροφορούνται, με τον πιο σκληρό τρόπο που γίνεται, είναι αργά για να σωθούν. Ο εγγυητής, όπως γνωρίζουμε, έχει όλο το βάρος της ευθύνης. Οι τράπεζες είναι, ως γνωστόν, αμείλικτες.
Το πρόβλημα ξεκινά, τις περισσότερες φορές, από το γεγονός ότι οι γονείς δεν γνωρίζουν τι υπογράφουν. Κάτω από την πίεση των παιδιών τους, υποκύπτουν με ολέθριες συνέπειες. Με θλίβει, αλλά και με εξοργίζει το γεγονός, ότι συχνά τα παιδιά ζητούν την εύκολη λύση, τα έτοιμα. Χωρίς να υπολογίσουν ότι οι γονείς τους ανάλωσαν ολόκληρη ζωή και κάτω από πολύ δυσχερείς συνθήκες για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν ένα ιδιόκτητο σπίτι ή μια άλφα περιουσία. Να νοιώθουν ασφαλείς στα γεράματά τους. Με ποιο δικαίωμα, λοιπόν, τα παιδιά τους να τους στερήσουν αυτήν την ασφάλεια;”
Από τις περιπτώσεις που έχει δει ο ίδιος, καλούμενος ‘κατόπιν εορτής’, να κάνει κάτι, μας πληροφορεί ότι “συνήθως, πιέζουν τους γονείς να βάλουν υποθήκη το σπίτι τους, για να μπορέσουν οι ίδιοι να κάνουν κάποια επιχείρηση η οποία θα τους αποφέρει κέρδη. Δίνονται υποσχέσεις ότι θα τα επιστρέψουν πίσω στο ακέραιο, ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που υπόσχονται να τους δώσουν πίσω πολύ περισσότερα από όσα δανείστηκαν. Μπορεί να το εννοούν. Πάντα, όμως, υπάρχει το ρίσκο και δεν γίνεται να ρισκάρεις τη ζωή των γονιών σου. Οι άνθρωποι αυτοί είναι σ’ ένα στάδιο της ζωής τους, όπου δεν είναι πλέον σε θέση να αναπληρώσουν αυτά που έχασαν τα παιδιά τους”.
ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ ΕΞΑΝΕΜΙΖΟΝΤΑΙ
Ο ίδιος θα αναφερθεί σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν χάνονται μόνο σπίτια, αλλά εξανεμίζονται ολόκληρες περιουσίες.
“Αν κάνουν τα παιδιά τους πληρεξούσιους, επειδή οι ίδιοι θα ταξιδέψουν ή συμβαίνει να έχουν προβλήματα υγείας, υπάρχει ο φόβος να εξανεμιστεί ολόκληρη περιουσία, χωρίς να το πάρουν είδηση, παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά”.
Ποιες είναι, λοιπόν, οι πιο επικίνδυνες παγίδες και πώς (αν) μπορούν να ξεφύγουν;
“Ξέρεις, ίσως ακούγεται παράδοξο, αλλά μερικές φορές, οι ίδιοι γονείς, παρότι γνωρίζουν ότι υπάρχει κίνδυνος, και μάλιστα έχουν ακούσει περιπτώσεις που έχουν συμβεί τα χειρότερα, προτιμούν να αυταπατώνται, λέγοντας στον εαυτό τους “αυτό δεν πρόκειται να συμβεί σε μένα. Ο δικός μου ο γιος είναι έξυπνος”. Όταν διαψευστούν, βέβαια, είναι αργά για να επανορθώσουν τη ζημιά.
Άλλη παγίδα, είναι η ψυχολογική πίεση που ασκείται, από τα παιδιά στους γονείς -“δεν μού έχεις εμπιστοσύνη, είναι δυνατόν εγώ να θέλω το κακό σου;”- στην οποία παγίδα, είναι πράγματι εύκολο να πέσουν.
Υπάρχει ακόμη και μια άλλη πλευρά ψυχολογικού εκβιασμού. “Καλά μη με βοηθάτε τώρα που έχω ανάγκη, αλλά, αν με χρειαστείτε, δεν θα είμαι εδώ. Ξεχάστε με. Βρείτε άλλον να σας κοιτάξει”.
Τώρα, με ρωτάς πώς μπορούν να ξεφύγουν.
Ο πιο ασφαλής τρόπος είναι να πάνε σε δικηγόρο ή λογιστή, προκειμένου να τους εξηγήσει τι ακριβώς γίνεται και τι θα συμβεί αν κάτι δεν πάει καλά.
Το θετικό σήμερα είναι ότι οι τράπεζες, μετά από αυτού του είδους τα προβλήματα που αντιμετώπισαν στο παρελθόν, σήμερα ζητούν οι εγγυητές γονείς να πάρουν ‘independent legal advice’ (ανεξάρτητη νομική συμβουλή).
Πριν συμβεί αυτό, είχα βοηθήσει πολλούς με το να υποστηρίξω ότι δεν γνώριζαν τι πέγραφαν. Σήμερα αυτό δεν ισχύει, για το λόγο ότι οι ίδιες οι τράπεζες και άλλοι δανειοδοτικοί οργανισμοί, κοιτάζουν να περιφρουρήσουν τα συμφέροντά τους”.
Το θετικό, υποστηρίζει ο ίδιος, είναι ότι μερικοί αρχίζουν να μαθαίνουν από τα παθήματα των άλλων.
Υπάρχει, επίσης, το εξής επιχείρημα το οποίο μπορούν να χρησιμοποιούν οι γονείς, πιστεύω αποτελεσματικά.
“Το σπίτι δεν πρόκειται να το αγγίξω γιατί δεν θέλω να μείνουμε με τη μητέρα σου στο δρόμο, αλλά και για σένα, να ξέρουμε πως ό,τι κι αν συμβεί στη ζωή σου, θα έχεις μια στέγη πάνω από το κεφάλι σου. Απλώς, πες ότι δεν υπήρχε, το σπίτι. Τι θα έκανες;”
ΖΩΝΤΑΝΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Ακολουθώντας την παρότρυνσή του Ιάκωβου “να βρω ζωντανά παραδείγματα”, κατέφυγα σε δύο περιπτώσεις που γνωρίζω προσωπικά.
Γεγονός ότι υπήρχε -και στις δύο- τάση αποφυγής συζήτησης ενός θέματος που πονάει, η υπογράμμιση, όμως, από μέρους μου, ότι έτσι, πιθανόν να βοηθηθούν άλλοι, είχε ως αποτέλεσμα, να δεχτούν να μιλήσουν, όχι, όμως, επώνυμα.
Η μία περίπτωση, ομολογουμένως, χειρότερη από την άλλη.
“Μοναχογιός, ο γιος μας, με σπουδές στο πανεπιστήμιο, Οικονομικά, ήλθε ένα βράδυ, όπως συνήθιζε μετά τη δουλειά, και μας είπε ότι έχει στο νου του ένα σχέδιο που θα του απέφερε μεγάλα κέρδη, αλλά δεν είχε το απαιτούμενο κεφάλαιο για να το πραγματοποιήσει.
Είχαμε κάτι οικονομίες στην τράπεζα και στην αρχή νομίσαμε ότι ζητούσε να του τα δανείσουμε ή κάτι.
Θυμάμαι, κοιταχτήκαμε με την μητέρα του, σαν να προαισθανθήκαμε κάτι κακό. Δεν μας είχε συνηθίσει, είναι γεγονός, σε εκπλήξεις και, κυρίως, να μας ζητάει χρήματα.Δεν αναφερόταν όμως στις οικονομίες μας. Αυτό που είχε στο νου του, είπε, ήταν να βάλουμε το σπίτι υποθήκη για να πάρει ένα δάνειο από την τράπεζα. Πέσαμε από τα σύννεφα, γιατί ποτέ στη ζωή μας δεν είχαμε κάνει τέτοιο πράγμα. Ξεπληρώσαμε το σπίτι πριν τριάντα χρόνια, από τότε είχε πάρει μεγάλη αξία και αυτό μας έκανε να αισθανόμαστε κάποια ασφάλεια.
Να το σκεφτούμε λίγο, πρότεινα, για να κερδίσω χρόνο, αλλά είδα ότι δεν του άρεσε. Καλά, δεν μου έχετε εμπιστοσύνη; Έκανα ποτέ κάτι για να σας δώσω το δικαίωμα να σκεφθείτε ότι δεν ξέρω τι κάνω;
Δεν προλάβαμε να πούμε λέξη, γιατί σηκώθηκε άνοιξε την πόρτα και έφυγε, χωρίς καν να μας χαιρετίσει. Αυτή, ήταν η πρώτη φορά που γινόταν κάτι τέτοιο”.
Σταματά εδώ και μου δίνει την εντύπωση ότι δεν θα συνεχίσει. Δεν έπεσα πολύ έξω. “Συγγνώμη, αλλά δεν θέλω να τα θυμάμαι” είπε.
Τη συνέχεια, την πληροφορήθηκα από φίλο της οικογένειας ο οποίος, λακωνικά, με πληροφόρησε: “Ο Νίκος έχασε το σπίτι του. Του το πήρε η τράπεζα, γιατί με τους τόκους που είχαν μαζευτεί, είχε φαγωθεί όλο το σπίτι. Δεν έμεινε τίποτε. Προσπάθησε να το σώσει, αλλά μόνο τα έξοδα που έκανε. Δεν είχε καλό τέλος. Σήμερα νοικιάζουν και η γυναίκα του έχει πάθει κατάθλιψη. Άστα, ούτε στον εχθρό σου”.
Στη δεύτερη περίπτωση, δεν χάθηκε μόνο το σπίτι ενός ζευγαριού, πρώτης γενιάς, ομογενών μας, αλλά και οι οικονομίες που είχαν στην τράπεζα, πάλι από πρωτοβουλία, του γιου, ν’ ανοίξει μαγαζί, take away, με χρήματα των γονιών του που προήλθαν πάλι από υποθήκη του σπιτιού τους, αλλά και των οικονομιών που είχαν στην τράπεζα και έπαιρναν έναν μικρό τόκο που τους εξασφάλιζε όμως μαζί με τη σύνταξη μια σχετικά άνετη διαβίωση. Η συνέχεια, αυτή που μαντεύετε. Το μαγαζί δεν πήγε καλά, το χρέος “έφαγε” το σπίτι και τις οικονομίες των γονιών. Επιπλέον, χάλασαν και οι σχέσεις τους, με αποτέλεσμα σήμερα να μην έχουν καμιά επαφή, ούτε ακόμη αυτές τις γιορτές.
“Μάθετε να λέτε όχι”, είναι η συμβουλή του Ιάκωβου Φρονίστα, ο οποίος στην πολύχρονη καριέρα του, έχει δει περιουσίες να εξανεμίζονται και άνθρωποι από άνετοι οικονομικά, να δυστυχούν.