Η κυβέρνηση των Φιλιππίνων έγινε η πρώτη στην νοτιοανατολική Ασία που προσφέρθηκε να αποτελέσει ασφαλές καταφύγιο για τους χιλιάδες πρόσφυγες που βρίσκονται αποκλεισμένοι σε πλοία ανοιχτά της Ινδονησίας και της Ταϊλάνδης.
Αρνούμενη πληροφορίες που την ήθελαν να αρνείται και εκείνη να δεχθεί τους περίπου 8.000 πρόσφυγες που βρίσκονται στις θάλασσες της Νοτιοανατολικής Ασίας, η Μανίλα ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να βοηθήσει.
Την ίδια στιγμή, ο Αυστραλός πρωθυπουργός, Τόνι Άμποτ -η κυβέρνηση του οποίου εφαρμόζει την πολιτική να μην πλησιάζει πλοιάριο με πρόσφυγες στην Αυστραλία-, εξέφρασε τον αποτροπιασμό του για το «διαβολικό δουλεμπόριο που προκαλεί τόσες ανθρώπινες τραγωδίες».
«Κανείς δεν πρέπει να εμπιστεύεται την ζωή του σε δουλεμπόρους» είπε ο Αυστραλός πρωθυπουργός, μετά από πληροφορίες ότι χιλιάδες άνθρωποι βρίσκονται στη θάλασσα πάνω σε σαπιοπλοιάρια και πολλοί έχουν πνιγεί.
«Τα αυστηρά μέτρα είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να σωθούν οι ανθρώπινες ζωές» είπε ο Αυστραλός πρωθυπουργός και πρόσθεσε: «Πρέπει να σταματήσουμε τα πλοιάρια».
Την ίδια στιγμή και ο υπουργός Μετανάστευσης, Πίτερ Ντάτον, είπε ότι «οι δουλέμποροι δεν δίνουν δεκάρα αν πνίγονται εκατοντάδες πρόσφυγες στη Μεσόγειο, την Ασία ή στις θάλασσές μας».
Τα πλοία μεταφέρουν μετανάστες από την Μυανμάρ και το Μπανγκλαντές. Πληροφορίες κάνουν λόγο για τραγικές συνθήκες στα πλοία, ενώ δεκάδες μετανάστες είπαν ότι ξέσπασαν άγριες μάχες ανάμεσα στις δύο πλευρές (Μπανγκλαντεσιανούς και Ροχίνγκα).
Εκπρόσωπος του προέδρου της Μαλαισίας δήλωσε: «Θα συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σώσουμε ανθρώπινες ζωές» σύμφωνα με τους κανονισμούς του ΟΗΕ.
Η Μαλαισία, η Ινδονησία και η Ταϊλάνδη έχουν αρνηθεί να δεχθούν τα πλοία, παρά την προειδοποίηση του ΟΗΕ ότι τα πλοία αυτά αποτελούν «πλέοντα φέρετρα» στις θάλασσες της περιοχής.
Την ανακοίνωση των Φιλιππίνων χαιρέτισε εκπρόσωπος του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης. «Λέμε εδώ και δέκα ημέρες (ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δεχθούν τους πρόσφυγες). Δεν ξέρουμε πόσοι έχουν πλέον χαθεί» είπε ο Τζο Λόουρι.
Ωστόσο, θεωρείται ότι το ταξίδι των μεταναστών -που εκτιμάται ότι βρίσκονται στην θάλασσα Ανταμάν- προς τις Φιλιππίνες, θα είναι μακρύ και δύσκολο.
Άγνωστη είναι η τύχη ενός σκάφους με περίπου 300 μετανάστες, το οποίο έδιωξαν τόσο η Μαλαισία όσο και η Ταϊλάνδη. Εδώ και τρεις ημέρες δεν υπάρχει επικοινωνία με το πλοίο, ανέφερε ο Λόουρι.
«ΜΑΣ ΧΤΥΠΗΣΑΝ ΜΕ ΜΑΤΣΕΤΕΣ, ΜΕ ΤΣΕΚΟΥΡΙΑ…»
Μετανάστες από τη Μιανμάρ και το Μπανγκλαντές ενεπλάκησαν σε άγριες μάχες με μαχαίρια, ματσέτες και σιδερένιες ράβδους πάνω σε σκάφος ανοικτά της Ινδονησίας, έκαναν γνωστό επιζήσαντες, οι οποίοι μιλούν για 100 νεκρούς.
Οι μετανάστες περιγράφουν σκηνές φρίκης: Λένε ότι απελπισμένοι, άρχισαν να «σφάζουν» ο ένας τον άλλο για να αποκτήσουν πρόσβαση στα τρόφιμα που μειώνονταν συνεχώς.
Οι αιματηρές σκηνές εκτυλίχθηκαν πάνω στο υπερφορτωμένο πλοίο που εγκαταλείφθηκε την περασμένη εβδομάδα από το πλήρωμά του και ενώ οι αρχές της Ταϊλάνδης αρνούνταν να τους προσφέρουν καταφύγιο.
Οι μετανάστες περιλαμβάνονται στους σχεδόν 3.000 πολίτες του Μπανγκλαντές και μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας Ροχίνγκια της Βιρμανίας, οι οποίοι αποβιβάσθηκαν τις τελευταίες ημέρες στις ακτές της νοτιοανατολικής Ασίας μετά τη σκλήρυνση της πολιτικής της Ταϊλάνδης έναντι των διακινητών.
Εξαντλημένοι επιζώντες, το σώμα των οποίων είναι συχνά γεμάτο μώλωπες και κοψίματα, αφηγήθηκαν τη δοκιμασία τους στους προσφυγικούς καταυλισμούς της επαρχίας Άτσεχ, στη βορειοδυτική Ινδονησία, όπου βρήκαν καταφύγιο.
Πολλοί από τους ανθρώπους που επέβαιναν στο σκάφος δολοφονήθηκαν με ματσέτα, άλλοι έπεσαν στη θάλασσα για να ξεφύγουν από τη σφαγή, ενώ όσοι επέζησαν περισυλλέχθηκαν από ψαράδες που τους μετέφεραν στην ακτή. Οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται ότι η μία επιτέθηκε στην άλλη.
«Ξαφνικά οι Μπανγκλαντεσιανοί εμφανίσθηκαν στην πάνω γέφυρα του πλοίου και επιτέθηκαν σε όσους βρίσκονταν εκεί» είπε η Ασίνα Μπεγκούν, μια 22χρονη Ροχίνγκια που βρίσκεται στη Λάνγκσα, όπως και πολλοί άλλοι μετανάστες.
«Όσοι ήθελαν να σώσουν τη ζωή τους υποχρεώθηκαν να πηδήξουν στη θάλασσα, αλλά ο αδελφός μου δεν τα κατάφερε. Όταν τον βρήκαν, τον ξυλοκόπησαν και τον έσφαξαν. Μετά τον πέταξαν στη θάλασσα» πρόσθεσε.
Οι μετανάστες από το Μπανγκλαντές αμφισβητούν αυτή την εκδοχή. Κατηγορούν τους Ροχίνγκια ότι είχαν ευνοϊκή μεταχείριση από τον καπετάνιο του πλοίου.
Υποστηρίζουν πως αυτοί ήταν που δέχθηκαν επίθεση από τους Ροχίνγκια, από τους οποίους ζητιάνευαν κάτι να φάνε.
Ο Μοχαμάντ Μουράντ Χουσέιν, πολίτης του Μπανγκλαντές, αφηγείται πώς όλοι οι Ροχίνγκιας βρίσκονταν στην πάνω γέφυρα και οι Μπανγκλαντεσιανοί, που αποτελούσαν τον κύριο όγκο των επιβατών, ήταν στην κάτω γέφυρα.
Όταν ξέσπασαν οι συγκρούσεις, οι Ροχίνγκια επιχείρησαν να εμποδίσουν τους Μπανγκλαντεσιανούς να ανέβουν στην πάνω γέφυρα χτυπώντας τους με ματσέτες και ρίχνοντάς τους νερό με πιπέρι, υποστηρίζει ο Χουσέιν.
«Από εκεί ψηλά, μας έριχναν ζεστό νερό, νερό με πιπέρι, όσους ανέβαιναν τους χτυπούσαν με τσεκούρι» λέει ο 30χρονος μετανάστης, το σώμα του οποίου είναι γεμάτο πληγές.
«Στο τέλος καταλάβαμε ότι θα πεθαίναμε. Τότε αποφασίσαμε να πολεμήσουμε και να τους ρίξουμε στο αμπάρι μας» είπε.
Καθώς οι μάχες κλιμακώνονταν, το πλοίο έπαιρνε νερό και άρχιζε να βυθίζεται. Τότε ήταν που πολλοί απελπισμένοι πήδηξαν στη θάλασσα, θυμάται.
Ο Μοχάμαντ Αμίχ, ένας πρόσφυγας Ροχίνγκια, κατηγορεί από την πλευρά του τους Μπανγκλαντεσιανούς ότι επιτέθηκαν στα μέλη της κοινότητάς του όταν αυτά επέμειναν ότι το νερό που απέμενε έπρεπε να φυλαχθεί για τα παιδιά.
Ο Αμίχ αφηγείται πως μάταια προσπάθησε να κρυφτεί ανάμεσα στις γυναίκες που ήταν εκεί. «Με χτύπησαν στο κεφάλι και με πέταξαν στη θάλασσα. Μετά κολύμπησα μέχρι τα αλιευτικά» είπε.
Πολλοί από τους μετανάστες έχουν φύγει εδώ και δύο μήνες και σκέπτονται την οικογένειά τους.
«Δεν μπορούμε να καλέσουμε τους συγγενείς μας. Δεν ξέρουν αν ζούμε ή αν πεθάναμε. Σκέπτονται πιθανόν πως είμαστε όλοι νεκροί» λέει ο Μοχάμαντ Μεσάρ Άλι, μετανάστης από το Μπανγκλαντές.