Τις τελευταίες ημέρες έχει γίνει πασιφανές πως οι διαπραγματεύσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης με τους Ευρωπαίους εταίρους έχουν περιέλθει σε αδιέξοδο, όταν συγκρίνει κανείς τις πρόσφατες προτάσεις της Κυβέρνησης με τις προτάσεις των Ευρωπαίων εταίρων της, ή θεσμών, όπως τους αποκαλεί η Κυβέρνηση.

Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Η Καθημερινή», στις 7/6/2015, με τίτλο «Ενώπιον διπλού αδιεξόδου ο κ. Τσίπρας», ο Κωστής Παπαδιόχος κάνει το ακόλουθο σχόλιο: 

«Με ορατό, πλέον, τον κίνδυνο η χώρα να βρεθεί «εκτός ελέγχου», την κυβέρνηση να έχει περιέλθει σε καθεστώς σχεδόν πλήρους απομόνωσης από τους εταίρους, και τους εκπροσώπους των πιστωτών να ζητούν μέτρα και μεταρρυθμίσεις που υπερβαίνουν τις αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ, ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας καλείται τις επόμενες ώρες και ημέρες να λάβει καθοριστικές αποφάσεις».

Το παραπάνω σχόλιο παραπέμπει στην ομιλία του κ. Αλέξη Τσίπρα, στο πλαίσιο της Περιφερειακής Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ στο Ηράκλειο της Κρήτης, στις 13 Δεκεμβρίου 2014, στην οποία, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο ανάδειξης του κόμματός του σε κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015, με άκρατο κομπασμό ο κ. Τσίπρας είπε τα ακόλουθα:

«Μερικοί νομίζουν ότι οι αγορές θα βαράνε το νταούλι κι εμείς θα χορεύουμε στο σκοπό τους. Ε, λοιπόν, εμείς θα παίζουμε στο εξής το νταούλι, ή μάλλον τη λύρα της Κρήτης, κι εκείνοι θα χορεύουν πεντοζάλη».

Το ποιοι παίζουν το νταούλι και ποιοι χορεύουν το βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες. Από το Ηράκλειο, ο κ. Τσίπρας δεν είχε περιοριστεί στον παραπάνω κομπασμό, αλλά είχε δηλώσει απερίφραστα πως η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα σήμαινε μόνο την αλλαγή της κατάστασης στην Ελλάδα, αλλά θα ήταν και η αρχή αλλαγής στην Ευρώπη!

Κατά την προεκλογική περίοδο ο κ. Τσίπρας δεν παρέλειπε να διαβεβαιώνει τον ελληνικό λαό πως το πρόγραμμα του κόμματός του, όπως το είχε εξαγγείλει από την Έκθεση της Θεσσαλονίκης το 2014, θα αποτελεί «κόκκινες γραμμές» για το κόμμα του, αν αναλάμβανε την εξουσία. 

Πριν από λίγες ημέρες ο υπουργός Οικονομικών, κ. Γιάνης Βαρουφάκης, ομολόγησε πως στην πρόταση των 47 σελίδων που κατέθεσε στους θεσμούς η ελληνική κυβέρνηση έχει υπερβεί «πολλές κόκκινες γραμμές», και έχει υπαναχωρήσει από πολλές προεκλογικές της υποσχέσεις.

Αυτά ως ένδειξη προεκλογικών υποσχέσεων και μετεκλογικών αναδιπλώσεων.

Η ΑΠΡΑΞΙΑ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΜΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ

Δεν πρόκειται μόνο για την υπέρβαση «πολλών κόκκινων γραμμών» και για την αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων. Αυτό, εξάλλου, είναι σύνηθες φαινόμενο για τα πολιτικά κόμματα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.

Στην περίπτωση της Κυβέρνησης του κ. Αλέξη Τσίπρα το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στις παραπλανητικές προεκλογικές υποσχέσεις. Είναι και η μετεκλογική απραξία, αφού κανένα ουσιώδες μέτρο δεν έχει λάβει η Κυβέρνηση για πάνω από τέσσερις μήνες για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, ενώ οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους της Ευρωζώνης καρκινοβατούσαν με την «δημιουργική ασάφεια» που είχε υιοθετήσει ο Υπουργός Οικονομικών, και για την οποία καυχιόταν. Η νοοτροπία του έξυπνου Έλληνα και του κουτόφραγκου καλά κρατεί…

Εκείνο που βρίσκω ιδιαίτερα επιλήψιμο είναι το γεγονός ότι στους πάνω από τέσσερις μήνες που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην εξουσία δεν έχει αναλάβει καμιά πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση των πολλαπλών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, με αποτέλεσμα η οικονομική κρίση να έχει βαθύνει ακόμη πιο πολύ.

Σχετικά με την απραξία αυτή, η εφημερίδα «Το Βήμα» στο κύριό της άρθρο με τίτλο «Πληρώνουμε ακριβά παλινωδίες και αναξιοπιστία» (6/6/2015) γράφει, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:

«Μια σύγκριση του e-mail Χαρδούβελη με την πρόταση της Τρόικας, που αποκάλυψε το «Βήμα», αποδεικνύει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο το δυσθεώρητο κόστος της αναποφασιστικότητας, των παλινωδιών και της έλλειψης συγκεκριμένου σχεδίου διαπραγματευτικής τακτικής. Ο χρόνος που χάθηκε από την προκήρυξη των εκλογών μέχρι σήμερα, δεν επιδείνωσε μόνο δραματικά την κατάσταση της οικονομίας, δεν δημιούργησε μόνο ένα καθεστώς χρηματοπιστωτικής ασφυξίας, αλλά αφαίρεσε και κάθε ίχνος αξιοπιστίας της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, απέναντι στους εταίρους μας. Αποτέλεσμα να ζητούν σήμερα πολλαπλάσια μέτρα, με μεγάλο κοινωνικό κόστος για να συναινέσουν στην ομαλή χρηματοδότηση της χώρας.

{…} Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός αυτοπαγιδεύτηκαν με τις υποσχέσεις τους και τα μεγάλα λόγια για πολιτική διαπραγμάτευση, για αλλαγή συσχετισμών στην Ευρώπη, για ανύπαρκτες συμμαχίες, και παγίδεψαν και τη χώρα σε ένα ολισθηρό δρόμο».

Σύμφωνα με την Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, η οποία δημοσιοποιήθηκε στα τέλη του περασμένου Απριλίου, η οικονομία της Ελλάδας υποτροπιάζει λόγω της αβεβαιότητας που επικρατούσε κατά τη μακρά περίοδο των διαπραγματεύσεων με τους Ευρωπαίους εταίρους.

Αποτέλεσμα αυτής της αβεβαιότητας, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, ήταν το γεγονός ότι από τα τέλη του Νοεμβρίου 2014 μέχρι τα τέλη του Απριλίου 2015, οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες είχαν μειωθεί κατά 26 δισεκατομμύρια ευρώ. Πιο πρόσφατες εκτιμήσεις ανεβάζουν τη μείωση των καταθέσεων στα 33 δισεκατομμύρια ευρώ, γεγονός που δίνει λαβή σε σχόλια πως η Κυβέρνηση θα επιβάλει περιορισμούς στο ποσό αναλήψεων από τους καταθέτες.

Μια τέτοια πολιτική θα αύξανε περαιτέρω την υπάρχουσα αβεβαιότητα, όχι μόνο στα νοικοκυριά αλλά και στις επιχειρήσεις αναφορικά με την πρόσβαση στις καταθέσεις τους, και θα αποτελούσε κίνητρο ο κόσμος να κρύβει τις αποταμιεύσεις του κάτω από το στρώμα, ή να τις καταθέτει σε ξένες τράπεζες, αντί για τις ελληνικές τράπεζες. Δεδομένου ότι οι τράπεζες ήδη έχουν προβλήματα ανακεφαλαίωσης και ρευστότητας, η εξέλιξη αυτή θα χειροτέρευε την κατάσταση.

ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΚΟ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ

Ενώ στο τέλος του 2014 ο προϋπολογισμός έδειχνε πρωτογενές πλεόνασμα, τώρα σημειώνει πρωτογενές έλλειμμα, γεγονός που σημαίνει πως η Κυβέρνηση δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις εσωτερικές της υποχρεώσεις, και οπωσδήποτε στις δόσεις για την αποπληρωμή του χρέους. 

Ενώ ο κ. Αλέξης Τσίπρας προεκλογικά δήλωνε πως θα έσχιζε τα μνημόνια, τώρα διαπραγματεύεται νέο μνημόνιο, μετονομασμένο βέβαια…

Χρόνιο πρόβλημα της Κυβέρνησης είναι οι ακραίες θέσεις που υιοθετούν κάποιες από τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός να μάχεται παράλληλα σε δύο μέτωπα, το ένα με τους Ευρωπαίους εταίρους και το άλλο με μέλη του κόμματός του.

Το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο η Κυβέρνηση θα πρέπει να καθορίσει την πολιτική της είναι ιδιαίτερα στενό, καθότι η Γερμανία δήλωσε πως οι δύο εκθέσεις, της Ευρωζώνης και της Κυβέρνησης, θα χρειασθεί να συμβιβαστούν μέχρι τις 14 Ιουνίου, καθότι πρέπει να ψηφιστούν από το γερμανικό Κοινοβούλιο μέχρι τα τέλη του Ιουνίου.

Σε μια περίοδο που στόχος της Κυβέρνησης έπρεπε να είναι η δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης εκ μέρους των πολιτών της χώρας και των ξένων επενδυτών, συμβαίνει το αντίθετο, με αποτέλεσμα τη μετανάστευση επιστημόνων και ανθρώπων των γραμμάτων από τη μια, και με τη μεταφορά κεφαλαίων σε ξένες τράπεζες από την άλλη.

Θα κλείσω με μέρος από το κύριο άρθρο της αθηναϊκής εφημερίδας «Η Καθημερινή», στις 7/6/2015, στο οποίο συνοψίζει την κατάσταση όπως επικρατεί στην Ελλάδα αυτές τις ημέρες:

«Η Ελλάδα βρίσκεται, για μια ακόμη φορά, στο χείλος της αβύσσου. Η ανευθυνότητα περισσεύει. Ο πρωθυπουργός έχασε πολύτιμο χρόνο, χωρίς κανένα λόγο και κανένα κέρδος για τον τόπο. Δοκίμασε τις πρωτότυπες διαπραγματευτικές τακτικές αυτοσχέδιων μάγων και κατέληξε σε μία πρόταση, που είναι χειρότερη από εκείνη που είχε μπροστά του ο κ. Σαμαράς στα τέλη του 2014. Έχει χάσει τον έλεγχο του κόμματός του, στο οποίο κυριαρχούν ακραίες φωνές που θέλουν τη ρήξη και τη δραχμή.

{…} Η καμπάνα, κ. Τσίπρα, χτυπάει για όλους. Σήμερα, όμως, χτυπάει πρωτίστως για εμάς τους Έλληνες. Αν δεν την ακούσετε, και δεν την ακούσουμε κι εμείς όλοι, θα είστε υπόλογος στην Ιστορία για όσα θα ακολουθήσουν. Όπως και όσοι σιώπησαν ή αδράνησαν καθώς η χώρα όδευε σε μια μεγάλη ήττα».