Δυσάρεστη έκπληξη για τους εξαγωγείς ζωντανών βοοειδών από την Αυστραλία επιφύλαξε η απόφαση της κυβέρνησης της Ινδονησίας να περιορίσει τον αριθμό των βοοειδών που θα εισάγει σε 50 χιλιάδες για το επόμενο τρίμηνο, μόλις το ένα πέμπτο από αυτό που εισήγαγε το περασμένο τρίμηνο και ένα τέταρτο των 200 χιλιάδων που προσδοκούσαν ότι θα εξαγάγουν οι Αυστραλοί κτηνοτρόφοι.
Σύμφωνα με επίσημες πηγές, αυτό έγινε γιατί η κυβέρνηση της Ινδονησίας θεωρεί ότι η εγχώρια κτηνοτροφία είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες της χώρας, εκτίμηση την οποία οι ειδικοί θεωρούν ως λανθασμένοι, παραπέμποντας σε αντίστοιχα περιστατικά του παρελθόντος, στα οποία εν τέλει χρειάστηκε να αυξηθεί ο όγκος των βοοειδών που μεταφέρθηκαν από την μία χώρα στην άλλη.
Η Αυστραλία εξάγει στην Ινδονησία περίπου το 50% του συνόλου των εξαγομένων ζωντανών βοοειδών, κάτι που καλύπτει το 40% των σχετικών αναγκών της Ινδονησίας, η οποία εκτρέφει τα εισαγόμενα βοοειδή για τρεις μήνες πριν την σφαγή τους. Τώρα, οι Αυστραλοί κτηνοτρόφοι καλούνται να βρουν επειγόντως νέες αγορές για την διάθεση περίπου 150 χιλιάδων βοοειδών, περιμένοντας παράλληλα την τελική καταμέτρηση των αποθεμάτων της Ινδονησίας.
Σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, όμως, αυτή η εμπλοκή δεν έχει να κάνει με τις πραγματικές ανάγκες της Ινδονησίας σε εισαγόμενα βοοειδή, αλλά είναι το πιο πρόσφατο επεισόδιο ενός ανεπίσημου διπλωματικού πολέμου ανάμεσα στις δύο χώρες, ύστερα από την εκτέλεση των δύο Αυστραλών εμπόρων ναρκωτικών, αλλά και την συμπεριφορά της Αυστραλίας σχετικά με την απομάκρυνση των πλοίων που μεταφέρουν πρόσφυγες. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, η Υπουργός Εξωτερικών, κ. Julie Bishop, απέρριψε αυτήν την θεωρία, τονίζοντας ότι οι άδειες εισαγωγής ζώντων βοοειδών είναι ένα θέμα που αφορά αποκλειστικά τον εμπορικό κόσμο και “δεν σχετίζεται με τις συνολικές σχέσεις της Αυστραλίας με την Ινδονησία, οι οποίες είναι πολύ ισχυρές και πολύ καλές”.
Η είδηση πάντως, είχε ως άμεσο αποτέλεσμα την εκτίναξη στα ύψη της τιμής του νωπού βοείου κρέατος στην Ινδονησία.