Το θέατρο στην υπηρεσία των παιδιών με αυτισμό

Συνδυάζοντας το εκπαιδευτικό δράμα με τις τεχνικές θεραπείας των αναπτυξιακών δυσκολιών, η Χάρις Καρνέζη έδωσε διέξοδο σε δεκάδες οικογένειες

Είναι τόσο σπάνια πλέον τα μηνύματα αισιοδοξίας και δημιουργίας από την Ελλάδα που αρκεί μία είδηση για κάποιον επαγγελματία ή επιστήμονα που διαπρέπει στο αντικείμενό του, για να προκαλέσει ένα είδος ανάτασης. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για κάποιον που δουλεύει με παιδιά και δη με εκείνα που αντιμετωπίζουν αναπτυξιακές δυσκολίες, προσφέροντάς τους τη δυνατότητα να τις ξεπεράσουν και να προοδεύσουν στη ζωή τους.

Αυτό κάνει η Χάρις Καρνέζη, η οποία έχει αναπτύξει ένα πρόγραμμα θεατρικού παιχνιδιού για παιδιά και εφήβους με επικοινωνιακές δυσκολίες, χαμηλή αυτοεκτίμηση, προβλήματα συμπεριφοράς, ΔΕΠΥ, υψηλής λειτουργικότητας αυτισμό, σύνδρομο Άσπεργκερ και επιλεκτική αλαλία.

Το μοντέλο που ανέπτυξε, το “Γνωσιακό Συμπεριφορικό Δράμα”, αποτελεί ένα από τα πολλά δείγματα προόδου στην αντιμετώπιση των αναπτυξιακών δυσκολιών παγκοσμίως, ενώ η ίδια κερδίζει σταδιακά, όλο και μεγαλύτερη εκτίμηση, τόσο στον επιστημονικό κόσμο όσο και στους γονείς των παιδιών που την προσεγγίζουν για βοήθεια. Πρόσφατα, μάλιστα, η Δρ. Καρνέζη βρέθηκε και στην Αυστραλία, προκειμένου να παρακολουθήσει τις εργασίες του Συνεδρίου Παιδαγωγικού Θεάτρου στο Σίδνεϊ, αλλά και να παρουσιάσει τη μέθοδό της στην επιστημονική κοινότητα. Στο Brisbane, ήρθε σε επαφή με τον Tony Attwood, την μεγαλύτερη αυθεντία για ζητήματα αυτισμού παγκοσμίως, κερδίζοντας την εύνοιά του.

“Το Γνωσιακό Συμπεριφορικό Δράμα αποδεικνύεται μία πολύ αποτελεσματική προσέγγιση που βοηθά τα παιδιά με Διαταραχή στο Φάσμα του Αυτισμού να κατανοήσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματα, να αναπτύξουν κοινωνικές δεξιότητες και να καταφέρουν να επιλύσουν προβλήματα με λειτουργικό τρόπο” δήλωσε, σε μία δημόσια στήριξη της Ελληνίδας ερευνήτριας. Η ίδια η Χάρις Καρνέζη δεν κρύβει την υπερηφάνειά της γι’ αυτήν την εξέλιξη. Κι όμως, πριν από μερικά χρόνια, δεν θα μπορούσε ούτε η ίδια να φανταστεί ότι θα βρισκόταν σήμερα σ’ αυτό το σημείο.

Ηθοποιός με μεταπτυχιακές σπουδές στο εκπαιδευτικό θέατρο στην Αγγλία, προσπαθούσε να βρει το δρόμο της στο καλλιτεχνικό πεδίο στην Αθήνα, μέχρι που η αλλαγή στην καριέρα της ήρθε τελείως τυχαία.

“Δούλευα ως ηθοποιός και ως υπεύθυνη καλλιτεχνικών εκδηλώσεων στο Βρετανικό Συμβούλιο στην Αθήνα” θυμάται. “Κάποια στιγμή, τυχαία, συνάντησα στα Εξάρχεια μια παλιά μου συμφοιτήτρια, Ιρλανδέζα, η οποία κάνει ακαδημαϊκή καριέρα και διατηρήσαμε επαφή. Μιλώντας για κοινούς μας γνωστούς, μού ανέφερε μία συμφοιτήτριά μας, η οποία έκανε διδακτορικό και είπα ότι κι εμένα θα μού άρεσε, αν και δεν το είχα σκεφτεί σοβαρά. Το είπα, όπως λέει κανείς ένα μακρινό όνειρο. Εκείνη ήταν που με ενημέρωσε ότι υπάρχει μία υποτροφία στην Ιρλανδία για το σύνδρομο Άσπεργκερ (σ.σ. πρόκειται για μια διαταραχή του φάσματος του αυτισμού που χαρακτηρίζεται από δυσκολίες στην κοινωνική αλληλεπίδραση και στη λεκτική επικοινωνία, ενώ παράλληλα εκδηλώνεται με περιορισμένες και επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές και ενδιαφέροντα) στο παιδαγωγικό θέατρο. Εγώ τότε, δεν ήξερα καν τι είναι το Άσπεργκερ, οπότε άρχισα να διαβάζω”.

Μπορεί να έχασε τότε εκείνη την υποτροφία -αφορούσε μόνο Ιρλανδούς πολίτες- όμως δεν το έβαλε κάτω. Συνέχισε να ενημερώνεται για το σύνδρομο Άσπεργκερ και κατάφερε να εκπονήσει το διδακτορικό της, με υποτροφία, στο Trinity College του Δουβλίνου. “Όταν ξεκίνησα το διδακτορικό μου, είχα ως δείγμα 80-90 παιδιά, χωρισμένα σε μικρές ομάδες, με τα οποία δούλευα τέσσερις μέρες την εβδομάδα” θυμάται. “Το πρώτο κομμάτι ήταν να γνωρίσω αυτά τα παιδιά στην πράξη, να καταλάβω το φάσμα του αυτισμού και το Άσπεργκερ πέρα από τα βιβλία, και να βρω έναν τρόπο να τα προσεγγίσω, και να τους είναι χαρά αυτή προσέγγιση”.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

Το ότι η ίδια προερχόταν από τον χώρο του θεάτρου και όχι της ψυχολογίας, ήταν αυτό που τελικά αποδείχθηκε το σημαντικότερό της πλεονέκτημα: “Το παιχνιδιάρικο κομμάτι της δουλειάς μου, το θεατρικό, με βοήθησε πάρα πολύ στην σχέση μου με τα παιδιά, γι’ αυτό και το πρόγραμμά μου δεν έχει κάτι το δασκαλίστικο”. Η προσέγγισή της είναι ένα πάντρεμα του θεάτρου με τις γνωσιακές συμπεριφορικές τεχνικές, οι οποίες απευθύνονται στα τρία βασικά χαρακτηριστικά του αυτισμού: την δυσκολία στην κοινωνική αλληλεπίδραση, στην επικοινωνία και στην ανάπτυξη της φαντασίας.

“Το μοντέλο που έφτιαξα βασίζεται πάνω στο θέατρο και στη φαντασία και στο παιχνίδι με τα παιδιά. Μέσα σ’ αυτό το παιχνίδι μπαίνουν οι παιδαγωγικοί στόχοι” εξηγεί η ίδια, περιγράφοντας κάθε συνεδρία σαν ένα μικρό επεισόδιο τηλεοπτικής σειράς, προσαρμοσμένο στα χαρακτηριστικά των παιδιών που καλούνται να συμμετέχουν βιωματικά σε συναρπαστικές ιστορίες και να ξεπεράσουν μια σειρά δοκιμασίες: να ανακαλύψουν το χαμένο θησαυρό, να βρουν το μαγικό τόπο με τα σοκολατένια ρυάκια, τα βουνά από παγωτό, τα ποτάμια της τσίχλας και τα δέντρα με τις καραμέλες, να πετάξουν με τα μαγικά χαλιά, να λύσουν το γρίφο της εξαφάνισης του μικρού μάγου, να φτιάξουν τη δική τους επιχείρηση, κ.ο.κ. Οι δοκιμασίες αυτές στοχεύουν να τονώσουν την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμηση των παιδιών και να τα παροτρύνουν να αναπτύξουν δεξιότητες που θα τα βοηθήσουν να δημιουργήσουν φιλίες και να βελτιώσουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις, όπως η αντίληψη και η έκφραση των συναισθημάτων τους, η αντίληψη της λεκτικής και μη λεκτικής επικοινωνίας, η ενσυναίσθηση, η ικανότητα να ακούνε τον συνομιλητή τους, να παρακολουθούν και να συμμετέχουν σε μια συζήτηση. “Το θέατρο σου δίνει την δυνατότητα να μπεις στην θέση του άλλου, να καταλάβεις τα συναισθήματα και να τα εκφράσεις. Κάθε στοιχείο του αυτισμού εντάσσεται σε κάθε μορφή θεάτρου” εξηγεί η ίδια την προσέγγισή της.

ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΗ ΑΠΗΧΗΣΗ 

Ύστερα από την εκπόνηση του διδακτορικού της, το 2009, η Χάρις Καρνέζη βρέθηκε στην Αυστραλία, προκειμένου να διαδώσει τη μέθοδό της σε ακαδημαϊκό πλαίσιο. Για τον σκοπό αυτό, συνεργάστηκε με το Western Autistic School, στην Βικτώρια, ένα κέντρο για παιδιά με αυτισμό, (έχει δύο μονάδες, μία στο Laverton, στο Burnley St., τηλ.: (03) 9097 2000 και μία στο Niddrie, Garnet & Teague Streets, τηλ.: (03) 9097 2000), βραβευμένο από το κράτος, το οποίο, εκτός από τις υπηρεσίες για παιδιά, προσφέρει και εκπαίδευση για δασκάλους. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 2010, οπότε και άνοιξε το δικό της κέντρο στους Αμπελόκηπους, την περίοδο που ξέσπασε η οικονομική κρίση. Η ίδια, πάντως, δεν φαίνεται να έχει επηρεαστεί από αυτό, καθώς όλο και περισσότεροι γονείς απευθύνονται σ’ εκείνη και τους συνεργάτες της, προκειμένου να εντάξουν τα παιδιά τους στο πρόγραμμά της.

Η αλήθεια είναι, ότι τα τελευταία χρόνια, όλο και αυξάνεται ο αριθμός των παιδιών, τα οποία διαγιγνώσκονται με κάποια διαταραχή στο φάσμα του αυτισμού, ή με κάποια άλλη αναπτυξιακή δυσκολία που καθιστά αναγκαία κάποιου είδους παρέμβαση. Να πρόκειται για κάποια επίδραση της αλλαγής του περιβάλλοντος; Για επιπτώσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής; Ή απλώς έχουν αυξηθεί οι δυνατότητες που μάς δίνει η επιστήμη να αναγνωρίσουμε και να αντιμετωπίσουμε κάποια ζητήματα; Η Χάρις Καρνέζη αποφεύγει να κάνει κάποια βιαστική εκτίμηση, αναγνωρίζει όμως τόσο την αύξηση του φαινομένου, όσο και την θέληση των γονιών στην Ελλάδα να αναγνωρίσουν το πρόβλημα και να το αντιμετωπίσουν, βοηθώντας τα παιδιά τους.

“Οι γονείς, όταν παίρνουν τη διάγνωση, τρομάζουν, οπότε προσπαθώ να τους εξηγήσω ότι δεν πρόκειται για άλλο παιδί, είναι το ίδιο παιδί που είχαν και πριν την διάγνωση, απλώς τώρα ξέρουν πώς να το βοηθήσουν. Η διάγνωση προσφέρει τα εργαλεία για να αντιμετωπιστεί η δυσκολία”. Όσο για το φάσμα του αυτισμού, η ίδια το εξηγεί φέρνοντας παράδειγμα τις δυσκολίες όρασης. “Υπάρχουν άνθρωποι με 0,5 βαθμούς μυωπία και άνθρωποι τυφλοί. Δεν έχουν τις ίδιες δυσκολίες, ή τις ίδιες ανάγκες. Το ίδιο ισχύει και με τον αυτισμό, υπάρχουν βαριά περιστατικά και ήπια. Γι’ αυτό και πρέπει οι γονείς να είναι ανοιχτοί και να κοιτούν την ελάχιστη δυσκολία που θα παρατηρήσουν στα παιδιά τους”.

Το Γνωσιακό Συμπεριφορικό Δράμα απευθύνεται σε παιδιά υψηλής λειτουργικότητας. Τα αποτελέσματά του έχουν εντυπωσιάσει όσους ασχολούνται με τις αναπτυξιακές δυσκολίες. “Είναι εντυπωσιακή η απήχηση που είχα” παραδέχεται η Χάρις Καρνέζη.

“Δεν το περίμενα να έχει τέτοια απόκριση τόσο γρήγορα” λέει, εξηγώντας ότι, τα δέκα χρόνια που υπάρχει το πρόγραμμα, έχουν περάσει από τα χέρια της πάνω από 200 θεραπευτές και πολύ περισσότερα παιδιά. “Ειδικά στην Ελλάδα που οι θεραπευτές είναι κακοπληρωμένοι, είναι συγκινητικό το ότι βάζουν χρήματα από την τσέπη τους, προκειμένου να παρακολουθήσουν το πρόγραμμα” λέει. Αλλά το πραγματικό μέτρο της επιτυχίας της είναι άλλο: “Μού λένε οι γονείς ότι τα παιδιά παρακαλάνε να έρθουν στο πρόγραμμα” λέει με εμφανή ικανοποίηση. “Είναι πολύ σημαντικό αυτό, γιατί μιλάμε για ένα εντατικό πρόγραμμα, το οποίο βασίζεται πάνω στις δυσκολίες του παιδιού. Το να βλέπεις παιδιά με δυσκολίες να θέλουν να έρθουν, να βρεθούν με άλλα παιδιά και να περάσουν χρόνο εστιάζοντας ακριβώς σ’ αυτό που τα δυσκολεύει, αυτή είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση”.

Όσο για τον δικό της προσωπικό στόχο, αυτός δεν είναι άλλος από την περαιτέρω διάδοση του προγράμματός της στην παγκόσμια κοινότητα των επαγγελματιών της ειδικής αγωγής και της θεραπείας. Το πρώτο βήμα έχει ήδη γίνει.