Μια θέση που ο ίδιος δεν κρατά για τον εαυτό του, αλλά απλά φιλοδοξεί να μοιραστεί μαζί μας.
Στην ουσία, γνωρίζοντας τον εκδότη του νέου περιοδικού “Dura”, αντιλαμβάνεσαι ότι τίποτε που έχει σχέση μ’ εκείνον και -κατ’ επέκταση- με όσα δημιουργεί, δεν είναι ούτε απλό ούτε τυχαίο.
Όταν προ μηνών εισέβαλε ορμητικά με μια αφοπλιστική ευγένεια ανάμικτη με κάποια έπαρση, θα έλεγα, κρατώντας το Dura (της Mildura) στα χέρια του, εισέπραξα ότι ήθελε να πουλήσει κάτι.
Προχτές στην κουβέντα που είχα, κατ’ ιδίαν μαζί του, επαληθεύτηκε η υποψία μου, όταν στην ερώτηση “τι ζητάς ακριβώς;” θα απαντήσει αυθόρμητα “μα, φυσικά να πουλήσω”.
Εννοεί τη νέα έκδοση -τη νεογέννητη του Μelbourne DURA- στην πόλη μας, “αδελφή” των άλλων πέντε που έχουν προηγηθεί στη Mildura.
Εκδότης, αρχισυντάκτης, σχεδιαστής, promoter, ο ίδιος, γνωρίζει ακριβώς την αξία του “νέου παιδιού” του, στο οποίο -εισπράττω- εναποθέτει πολλές ελπίδες.
ΝΕΑ ΠΝΟΗ
Μέγεθος Α3, μαυρόασπρο, σε χαρτί πολυτελείας, το DURA που κυκλοφορεί σήμερα, αποτελεί μια εισβολή στον έντυπο χώρο, εντυπωσιακή όσο και διεκδικητική. “It stands out”, είναι μια επιφανειακή, όσο και ακριβής, πρώτη εκτίμηση.
Όταν το πάρεις φυσικά στα χέρια σου και το ξεφυλλίσεις, αισθάνεσαι ότι μέσα σ’ έναν κόσμο που πολλοί πιστεύουν ότι το χαρτί και το μελάνι έχουν, κατά ένα μεγάλο μέρος πεθάνει και κατά το υπόλοιπο… ψυχορραγούν, το DURA, έρχεται να πει μια άλλη ιστορία. Αυτό, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Το πρώτο, γιατί δεν υπάρχει κάτι ούτε καν παρόμοιο, στα ράφια των News angencies, οπότε, έστω και φαινομενικά, γεμίζει ένα κενό, μεταφέροντας τον παρατηρητή στο Λονδίνο, Παρίσι, Νέα Υόρκη. Στην κυριολεξία, το κενό που γεμίζει είναι ακόμη μεγαλύτερο, διαπιστώνεις, αφού στις σελίδες του αναβιώνει η Μελβούρνη του χτες, μ’ έναν ολοζώντανο και αφοπλιστικό τρόπο.
Είναι η ιστορία που προσφέρεται με τρόπο σοφά επιλεγμένο, από τον ερευνητή -Χάρη Ρέκα- ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά ότι “η ιστορία είναι μία, ο τρόπος που δίνεται μόνο διαφέρει”.
Μου θυμίζει τη “σοφία” του Φρέντυ Γερμανού που πάντα “πάντρευε ” την ιστορία με τον άνθρωπο, χωρίς να παραλείπει ποτέ, τις αδυναμίες και τα πάθη του, πιστεύοντας ότι “η ιστορία χωρίς τη ζωντανή παρουσία του ανθρώπου, είναι ό,τι πιο ανιαρό μπορεί να φανταστεί και περισσότερο να διαβάσει κανείς”.
Ο Χάρης Ρέκας, ταξιδεύοντάς μας, στο χτες, επιδιώκει, εκμυστηρεύεται -και μας πείθει- μια μοντέρνα προσέγγιση.
Απλώνει, μπροστά μας, για παράδειγμα, μια πανοραμική άποψη της Μελβούρνης του 1888 και σταματά στο κεφάλαιο Victorian Dreams and Nightmares, από το βιβλίο “The Land Boomers” του Michael Cannon.
Με τίτλο “A Golden Street in Marvelous Melbourne”, απλώνει μπροστά μας, μια ζωντανή εικόνα της παλιάς Μελβούρνης. Σε ελεύθερη μετάφραση διαβάζουμε: “Οι επισκέπτες στη Βικτώρια του 1880 ήταν έκπληκτοι και θαμπωμένοι από την απίστευτη πρόοδο της πρωτεύουσας της πολιτείας. Άρχισαν να την αποκαλούν “Η Υπέροχη Μελβούρνη”. Όπου και να κοίταζαν τα απλά, παλιά κτίρια των πρώτων αποικιοκρατών είχαν γκρεμιστεί και στη θέση τους υψώνονταν τώρα πελώρια, μεγαθήρια από γρανίτη, που ανήκαν σε μυριάδες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Στα προάστια, στους γραφικούς λόφους του Camberwell και στους βοσκότοπους του Brighton, άρχισαν να χτίζονται αμέτρητες πολυτελέστατες επαύλεις από τους νεόπλουτους.
Στα κοντινά, εσωτερικά προάστια, εξάλλου, ξεφύτρωναν ολόκληρες σειρές, κατά χιλιάδες, terrace houses και cottages, από την εργατική τάξη που ξαφνικά έγιναν εύποροι. Οι επιχειρήσεις άνθιζαν, οι τράπεζες έκαναν χρυσές δουλειές. Χρήματα εισέρρεαν άφθονα από το εξωτερικό.Ο οικοδομικός οργασμός στο φόρτε του. Χιλιάδες άκρες γης στα προάστια, κόπηκαν σε οικόπεδα και μεταπουλιόνταν πολλές φορές, κάθε φορά δε, όλο και πιο ακριβά. Εκατομμύρια μετοχών άλλαζαν χέρια στο χρηματιστήριο. Η εντύπωση ήταν ότι οποιοσδήποτε, μπορούσε να πλουτίσει γρήγορα σ’ αυτήν την υπέροχη αποικία”.
ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Στο ίδιο κεφάλαιο, βρίσκουμε στο εξώφυλλο γαλλικού περιοδικού με τίτλο Journal des Voyages, στιγμιότυπο από την Διεθνή Έκθεση Μελβούρνης, στο Royal Exhibition Building, το 1881.
Αποικιοκράτες αριστοκράτες που επισκέπτονται την έκθεση δίνουν τον οβολό τους σε επαίτες Αβοριγίνες.
Χώρος επαρκής στο περιοδικό Melbourne DURA, προσφέρεται από τον Χάρη Ρέκα, στους πρώτους κατοίκους της Πέμπτης Ηπείρου.
Αποσπάσματα, προσεχτικά επιλεγμένα, φωτίζουν σημεία – ορόσημα των πρώτων κατοίκων αυτής της γης που ακόμη αγωνίζονται, εντονότερα ίσως από ποτέ, να αναγνωριστεί η αλήθεια.
Ο Ρέκας το επιχειρεί με τη σύμπραξη του William Blandowski, ο οποίος έζησε στην Αυστραλία το διάστημα 1822 – 1876.
Το βιβλίο του προσφέρει μια ματιά στη ζωή των Αβοριγίνων, 60 χρόνια μετά την αρχή της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, πολύ πριν μελετηθεί συστηματικά η κουλτούρα τους.
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Είναι ο τίτλος του άρθρου του James Petras, ο οποίος υπήρξε διευθυντής του Κέντρου Μεσογειακών Μελετών στην Αθήνα μεταξύ 1981-1984 και σύμβουλος του πρωθυπουργού, Ανδρέα Παπανδρέου, το ίδιο χρονικό διάστημα.
Στο άρθρο αυτό, αποσπάσματα του οποίου βρίσκουμε στο DURA, αναλύει την κρίση στην Ελλάδα και το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σ’ ένα από αυτά, διαβάζουμε: H θέση των Βρυξελλών, απέναντι στην Ελλάδα οδηγείται από την αρχή “Κυβέρνα ή κατάστρεφε” (rule or ruin). O όρος “διάσωση” (bail out) είναι ευφημισμός, που στην ουσία σημαίνει την ανακύκλωση χρηματοδότησης μέσω Ελλάδας στις ευρωπαϊκές τράπεζες, ενώ την ίδια ώρα εργαζόμενοι και εργοδότες επιφορτίζονται με μεγαλύτερα χρέη και συνεχόμενο έλεγχο.
Η “διάσωση” των Βρυξελλών είναι απλά ένα εργαλείο ελέγχου από τα κυρίαρχα καθεστώτα, είτε αυτά λέγονται “Τρόικα” ή κάτι άλλο”, καταλήγει ο James Petras.
TI ΖΗΤΑΝΕ ΟΙ ΧΑΡΤΟΠΑΙΚΤΕΣ
Στην ίδια έκδοση του Melbourne DURA βρίσκουμε να φωτογραφίζονται οι “Έλληνες χαρτοπαίκτες”, μιας άλλης βέβαια εποχής , μ’ έναν τρόπο ιδιαίτερα καλλιτεχνικό, όσο και ρεαλιστικό.
“Χαρτοπαίκτες”, με στιλ, με ρούχα υπέρκομψα, με αξεσουάρ εντυπωσιακά και ύφος ανάλογο.
Προς τι; είναι το ερώτημα που απευθύνω στον Χάρη, τρέφοντας μια ιδιαίτερη αποστροφή -και όχι άνευ λόγου- στο “σπορ”.
Παιχνίδισμα χαμόγελου, έκφραση απορίας και απάντηση που έρχεται άμεσα, όσο και αυθόρμητα:
“Γιατί το όλο σκηνικό με τους παίκτες-πρωταγωνιστές, με γοήτευσε από παιδί. Ο θείος μου με την παρέα του έπαιζαν
συχνά χαρτιά μέσα σ’ ένα αισθητικά εντυπωσιακό περιβάλλον. Υπέρκομψα ντυμένοι με τα χέρια, το σώμα, το βλέμμα στην πράσινη τσόχα με τον κατάλληλο υποβλητικό φωτισμό, η όλη ατμόσφαιρα ασκούσε μια περίεργη μαγεία πάνω μου. Ήταν κάτι που είχα μέσα μου και ένοιωθα την ανάγκη να εκφράσω μ’ έναν καλλιτεχνικό, στημένο βέβαια, αλλά πολύ αντιπροσωπευτικό του τι είχα μέσα μου, τρόπο” καταλήγει ο Χάρης Ρέκας, ρουφώντας τον ελληνικό καφέ με ολίγη.
Πίσω στην πρώτη έκδοση του Melbourne Dura, να πούμε ότι διατίθεται στα News agencies της πόλης μας και γίνεται ανάρπαστο. Όσοι οι πιστοί προσέλθετε!