Η Δευτέρα, 24 Αυγούστου 2015, θα περάσει στην ιστορία της παγκόσμιας οικονομίας ως «μαύρη Δευτέρα», καθώς η δραματική πτώση των κινεζικών μετοχών προκάλεσε μεγάλες απώλειες στα χρηματιστήρια της Ευρώπης, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, της Μέσης Ανατολής, της Αυστραλίας και άλλων περιοχών.

Στο επίκεντρο της οικονομικής κρίσης βρίσκεται η επιβράδυνση που παρατηρείται, τις τελευταίες εβδομάδες, στην οικονομία της Κίνας, με επιπτώσεις στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Οι μετοχές στην Κίνα κατέγραψαν απώλειες ύψους 8% σε γενικές γραμμές, ενώ σε κάποιους τομείς της οικονομίας το ποσοστό απώλειας ήταν κατά πολύ υψηλότερο. Στην Αυστραλία, οι απώλειες στην αξία των μετοχών πλησίασαν το 4%.

Από την πλευρά της, η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας άρχισε να λαμβάνει μέτρα για σημαντική αύξηση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα της χώρας, με στόχο την ώθηση στον δανεισμό από τις τράπεζες για να ενισχυθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα και η αύξηση στην κατανάλωση προϊόντων και στη χρήση διαφόρων υπηρεσιών. Παράλληλα, η κεντρική κυβέρνηση ενθαρρύνει το κύριο ασφαλιστικό ταμείο να επενδύσει σε μετοχές επιχειρήσεων, κίνηση που θα συμβάλει στην αύξηση της ρευστότητας 

στον επιχειρηματικό τομέα.

Εκείνο που ανησυχεί ιδιαίτερα τους οικονομικούς αναλυτές, είναι το γεγονός ότι, ενώ οι μεγάλες οικονομίες της Δύσης -Ευρώπη και ΗΠΑ- βρίσκονται σε φάση αναθέρμανσης, οι οικονομίες της Ασίας, με πρώτη την Κίνα, δείχνουν δείγματα εισόδου σε μια φάση ύφεσης. Όταν λάβουμε υπόψη πως η Κίνα θεωρείται η ατμομηχανή της οικονομίας της Ασίας, καθώς και το γεγονός ότι η Ασία έχει πάνω από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, αντιλαμβανόμαστε τη σημασία των οικονομικών εξελίξεων στην ήπειρο αυτή για τον υπόλοιπο κόσμο.

Ο παρακάτω πίνακας δίνει μια εικόνα των 12 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, με βάση το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) για το 2014. Στην τρίτη στήλη του πίνακα έχω προσθέσει τον πληθυσμό των 12 αυτών χωρών, για συγκριτικούς λόγους. Για παράδειγμα, βλέπουμε πως η Κίνα, με τον μεγαλύτερο πληθυσμό σε παγκόσμια κλίμακα, έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία. Για τους λόγους αυτούς, οι οποιεσδήποτε διακυμάνσεις στην οικονομία της έχουν, αναπόφευκτα, παγκόσμιες επιπτώσεις.

Οι 12 πλουσιότερες χώρες του κόσμου με βάση

το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), 2014

Χώρες ΑΕΠ σε $ ΗΠΑ Πληθυσμός

1. ΗΠΑ 17.418.925.000 318.270.000

2. Κίνα 10.380.380.000 1.364.270.000

3. Ιαπωνία 4.616.335 127.132.000

4. Γερμανία 3.859.547 80.890.000

5. Βρετανία 3.056.499 64.510.000

6. Γαλλία 2.846.889 66.201.000

7. Βραζιλία ….2.353.025 202.034.000

8. Ιταλία 2.147.952 61.336.000

9. Ινδία 2.049.501 1.267.402.000

10. Ρωσία 1.857.461 143.820.000

11. Καναδάς 1.788.717 35.540.000

12. Αυστραλία 1.444.189 23.491.000

ΕΛΛΟΧΕΥΕΙ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΥΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ

Μετά από την οικονομική κρίση του 2009, οι χώρες της Δύσης έχουν σταδιακά εισέλθει σε μια περίοδο αναθέρμανσης των οικονομιών τους. Ενόψει αυτής της εξέλιξης, η επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας, της δεύτερης σε μέγεθος μετά την οικονομία των ΗΠΑ και πρώτης σε εξαγωγή προϊόντων – μέχρι πρόσφατα ήταν η Γερμανία -, εγκυμονεί νέους κινδύνους για μια περίοδο ύφεσης σε παγκόσμια κλίμακα. Ακόμα πιο ευπρόσβλητες είναι οι αναδυόμενες οικονομίες μικρότερων χωρών.

Ιδιαίτερη ανησυχία στις χώρες της Δύσης προξενεί η απόφαση της Κίνας να υποτιμήσει το εθνικό της νόμισμα γουάν, για να ενισχύσει τις εξαγωγές κινεζικών προϊόντων. Η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος μιας χώρας καθιστά τα εξαγώγιμα προϊόντα της φθηνότερα, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το εξαγωγικό της εμπόριο. Ένα επιπρόσθετο πλεονέκτημα είναι ότι τα εισαγόμενα προϊόντα καθίστανται ακριβότερα και έτσι ενθαρρύνεται η εγχώρια παραγωγή.

Οι αρνητικές επιπτώσεις από την υποτίμηση του γουάν για άλλες χώρες που παράγουν παρόμοια με την Κίνα προϊόντα θα είναι τεράστιες, ιδιαίτερα για εκείνες τις χώρες οι οικονομίες των οποίων πασχίζουν να επιστρέψουν σε τροχιά ανάπτυξης που μόνο η αύξηση στις εξαγωγές των προϊόντων μπορεί να εξασφαλίσει.

Όμως, μια τέτοια πολιτική είναι δίκοπο μαχαίρι στην περίπτωση της Κίνας, γιατί εισάγει μεγάλες ποσότητες μεταλλευμάτων και προϊόντων για παραγωγή ενέργειας, όπως ο λιγνίτης και το πετρέλαιο. Ως εκ τούτου, με την υποτίμηση του γουάν, η εισαγωγή των προϊόντων αυτών θα κοστίζει περισσότερο στην Κίνα.

Με την απόφασή τους να προβούν στην υποτίμηση του γουάν, οι κινεζικές αρχές ποντάρουν στην προοπτική αναθέρμανσης της διεθνούς οικονομίας στο άμεσο και απώτερο μέλλον. 

Δεδομένου, όμως, ότι η Κίνα ως η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία, καθώς και οι ΗΠΑ, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, δεν δείχνουν σημεία αύξησης στην οικονομική τους δραστηριότητα, ενώ η Ευρώπη έχει τα δικά της προβλήματα, με κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και άλλες, να χρειάζονται οικονομική στήριξη, η προοπτική οικονομικής ανάπτυξης σε παγκόσμια κλίμακα στο άμεσο μέλλον δεν φαίνεται πραγματοποιήσιμη.

Από τα παραπάνω προκύπτει πως η νομισματική πολιτική της Κίνας που από την πλευρά της κρίνεται ως λογική, γιατί θα συμβάλει στην υπέρβαση των οικονομικών της προβλημάτων, ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομική ισορροπία.

Σύμφωνα με το άρθρο «Ο μεγάλος κινεζικός πονοκέφαλος» (Η Καθημερινή, 26 Αυγούστου 2015), ο Κένεθ Ρογκόφ, Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, έχει προβλέψει με μεγάλη ακρίβεια πως η Κίνα αποτελεί τη μεγάλη απειλή στην παγκόσμια οικονομία.

«Είναι πολύ ευάλωτη, λόγω του επαχθούς χρέους», είχε τονίσει ο Κένεθ Ρογκόφ, φέρνοντας στην επιφάνεια κάτι για το οποίο δεν είχε γίνει λόγος στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και το οποίο είμαι βέβαιος πως θα ξαφνιάσει πολλούς αναγνώστες.

Ο Κένεθ Ρογκόφ αναφέρεται σε έκθεση της εταιρίας McKinsey & Company, η οποία είναι οικονομικός σύμβουλος της Κίνας. Πρόκειται για το χρέος της Κίνας, το οποίο από 7 τρισεκατομμύρια δολάρια της Αμερικής που ήταν το 2007, ως τα μέσα του 2014 ανήλθε στα 28 τρισεκατομμύρια δολάρια Αμερικής, ποσό που αντιστοιχεί στο 282% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της Κίνας.

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Όλοι μιλάνε για το 320% του χρέους της Ελλάδας, πουθενά όμως μέχρι τώρα δεν είχα δει αναφορά στο χρέος της Κίνας, ύψους 282% του ΑΕΠ της χώρας. Βέβαια, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών, δεδομένου ότι το χρέος της Ελλάδας δεν θεωρείται διαχειρίσιμο, ενώ της Κίνας κρίνεται πως είναι διαχειρίσιμο.

Ο Κένεθ Ρογκόφ επισημαίνει το γεγονός ότι η Κίνα είχε πείσει τον εαυτόν της, αλλά και πολλούς άλλους, ότι μπορούσε να συγκεντρώσει μεγάλο χρέος και πως ήταν απρόσβλητη από τους νόμους της οικονομικής επιστήμης. Οι τελευταίες εξελίξεις θέτουν υπό αμφισβήτηση αυτήν 

την αυτοπεποίθησή της.

Το τεράστιο χρέος της Κίνας με κάνει να διερωτώμαι αν η αυξανόμενη αγορά ακινήτων στην Αυστραλία τα τελευταία χρόνια, αποτέλεσμα της οποίας είναι η ραγδαία αύξηση στην τιμή τους που τα καθιστά απρόσιτα σε νέα ζευγάρια Αυστραλών πολιτών, γίνεται με δανεικά χρήματα και με την προσδοκία πως όταν σε λίγα χρόνια θα πουληθούν σε πολύ υψηλότερες τιμές, θα αφήσουν μεγάλα κέρδη στους νέους τους κατόχους.

Από τα παραπάνω νομίζω πως προκύπτει το συμπέρασμα πως στο προσεχές μέλλον θα δούμε την παρούσα αναταραχή στην παγκόσμια οικονομία να παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις και πως οι νέες γενιές στην Αυστραλία θα έχουν μεγάλες δυσκολίες στην αγορά κατοικίας, κάτι που για τη δική μας γενιά αποδείχθηκε σχετικά εύκολο.

Επιπλέον, η Αυστραλιανή οικονομία θα επηρεασθεί αρνητικά από τη μείωση εξαγωγών πρώτων υλών στην Κίνα, ενόψει των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει. Ήδη η οικονομία της Αυστραλίας έχει επηρεασθεί αρνητικά από το κλείσιμο εργοστασίων παραγωγής αυτοκινήτων και τη μεταφορά επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών σε χώρες της Ασίας, όπου τα ημερομίσθια είναι χαμηλότερα.

Οπότε θα έλεγα πως ο τίτλος της στήλης «Όταν η Κίνα φταρνίζεται, ο υπόλοιπος κόσμος αρπάζει κρύωμα», ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό για την Αυστραλία από ότι για άλλες χώρες.