Εθνολογικά η Συρία είναι αραβική χώρα, όπως αραβικές είναι και οι γειτονικές της χώρες Λίβανος και Ιορδανία. Και οι δύο αυτές χώρες είναι μικρές σε έκταση και σχετικά φτωχές. Η έκταση του Λιβάνου είναι 10.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, και ο πληθυσμός του 4,5 εκατομμύρια. Η έκταση της Ιορδανίας είναι 88.780 τετραγωνικά χιλιόμετρα, και ο πληθυσμός της 6,6 εκατομμύρια.

Παρά την μικρή έκταση των παραπάνω χωρώ και τους περιορισμένους οικονομικούς πόρους που διαθέτουν, ο Λίβανος φιλοξενεί 1.170.000 Σύρους πρόσφυγες (το ένα τέταρτο του πληθυσμού του) και η Ιορδανία 630.000 Σύρους πρόσφυγες.

Σε αντίθεση με τον Λίβανο και την Ιορδανία, οι πέντε πλουσιότερες αραβικές χώρες, δηλαδή η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ, το Κουβέιτ και το Μπαχρέιν, δεν έχουν δεχτεί ούτε έναν πρόσφυγα από τη Συρία!

Τα πέντε αυτά αραβικά κράτη προβάλλουν το επιχείρημα πως η αποδοχή προσφύγων από τη Συρία αποτελεί σοβαρή απειλή για την ασφάλεια των πολιτών τους, καθότι τρομοκράτες μπορούν να κρυφτούν ανάμεσα στους πρόσφυγες. Μα και οι ευρωπαϊκές χώρες, προς τις οποίες κατευθύνεται ο όγκος των Σύρων προσφύγων, θα μπορούσαν να προβάλουν το ίδιο επιχείρημα. Και να σκεφθεί κανείς πως οι παραπάνω πέντε αραβικές χώρες έχουν το ίδιο θρήσκευμα με τη συντριπτική πλειονότητα των Σύρων προσφύγων, κάτι που δεν ισχύει για την Ευρώπη.

Για τη στάση των πλούσιων αραβικών χωρών, σε πρόσφατη δήλωσή του, ο επικεφαλής του τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας για τα δικαιώματα των προσφύγων και των μεταναστών, Σερίφ Ελ Σαγίντ, είπε τα ακόλουθα: «Τα στοιχεία από τις χώρες του Κόλπου (εννοεί τις προαναφερμένες πέντε αραβικές χώρες) είναι απολύτως φρικτά, όσον αφορά την πραγματικότητα, τη συμπόνια για την ανάληψη της ευθύνης αυτής της κρίσης … Είναι ντροπή».

Σημειωτέον ότι κανένα από τα προαναφερόμενα αραβικά κράτη δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση για τους Πρόσφυγες του 1951, η οποία ορίζει νομικά ως πρόσφυγα «ένα άτομο που λόγω βάσιμου φόβου δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του».

Στην Τουρκία έχουν καταφύγει 1.800.000 Σύροι πρόσφυγες. Η Τουρκία όμως δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένη να τους απορροφήσει, παρά το γεγονός ότι είναι ομόθρησκοι. Εκείνο που κάνει κάθε τόσο είναι να τους μεταβιβάζει στα παρακείμενα ελληνικά νησιά, και ιδίως στην Μυτιλήνη, πρωτεύουσα της Λέσβου, στην οποία είχαν συγκεντρωθεί γύρω στις 20.000 πρόσφυγες.

Όταν λάβουμε υπόψη πως ο πληθυσμός της Μυτιλήνης είναι 28.000, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος του προβλήματος για τους κατοίκους της από την παρουσία 20.000 προσφύγων. Μόνο τις τελευταίες ημέρες μπόρεσε να ανασάνει η πόλη, όταν οι ελληνικές αρχές μετέφεραν στην ηπειρωτική Ελλάδα τους 20.000 πρόσφυγες. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία πως σύντομα η Τουρκία θα στείλει νέα ρεύματα προσφύγων στην Μυτιλήνη. Ενόψει αυτού του ενδεχομένου, οι ελληνικές αρχές έχουν αρχίσει τη δημιουργία υποδομών υποδοχής των προσφύγων, για να αποφευχθεί η ταλαιπωρία τους, και η δημιουργία χάους για τους κατοίκους της πόλης.

Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Σε γενικές γραμμές, οι ευρωπαϊκές χώρες καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για την ανθρωπιστική διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος, με εξαίρεση την Ουγγαρία, η οποία κατασκευάζει έναν φράχτη μήκους 175 χιλιομέτρων στα σύνορά της με τη Σερβία για να εμποδίσει την είσοδο νέων προσφύγων στο έδαφός της. 

Εντυπωσιάζει η στάση της Γερμανίας στο προσφυγικό πρόβλημα, μετά από την πρόσφατη δήλωση της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, πως μέχρι το τέλος του 2015 θα δεχθεί γύρω στις 800.000 πρόσφυγες από εκείνους που αναμένονται να καταφύγουν στην Ευρώπη για πολιτικό άσυλο, η πλειονότητα των οποίων θα είναι Σύροι. Πιο πρόσφατα νέα κάνουν λόγο για ένα εκατομμύριο πρόσφυγες.

Για τη στάση της αυτή, η Γερμανία επέσυρε την επίκριση του Πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, ο οποίος εξέφρασε την άποψη πως η ανθρωπιστική στάση της Γερμανίας θα προσελκύσει και άλλους πρόσφυγες στην Ευρώπη. Μέχρι τώρα ο αριθμός των προσφύγων στην Ευρώπη υπολογίζεται γύρω στις 430.000, σε σύγκριση με τις 200.000 για ολόκληρο το 2014. 

Ομολογουμένως, η Γερμανία χρειάζεται εργατικά χέρια για τη βιομηχανία της, δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το φαινόμενο της υπογεννητικότητας. Δεν πρέπει όμως να παραβλέπεται το ότι μια χριστιανική χώρα ανοίγει τα σύνορά της σε κύματα μωαμεθανών προσφύγων, όταν οι πλουσιότερες αραβικές χώρες κρατούν τα δικά τους σύνορα ερμητικά κλειστά, και μάλιστα για ομόθρησκους και ομοεθνείς πρόσφυγες. Και αυτές οι χώρες έχουν ανάγκες για εργατικό δυναμικό, για το οποίο όμως στρέφονται στη Ινδία.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση που έγινε την περασμένη εβδομάδα, το 61% των Γερμανών δήλωσε πως δεν ανησυχεί για τον αυξανόμενο αριθμό των προσφύγων που ζητούν άσυλο στη χώρα.

Με τη στάση της αυτή, η Γερμανία παίρνει το ευρωπαϊκό προβάδισμα στην υποδοχή των προσφύγων. Αν στο θέμα αυτό τη Γερμανία μιμηθούν και άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, η Ευρώπη θα καταστεί ήπειρος επάξια προς μίμηση από άλλες ηπείρους σε ανθρωπιστικά θέματα, όπως είναι το προσφυγικό.

Σε αντίθεση, δεινή εντύπωση δημιούργησε η δήλωση του κ. Μπαράκ Ομπάμα, Προέδρου των ΗΠΑ, πως η χώρα του θα δεχθεί 10.000 Σύρους πρόσφυγες. Ομολογουμένως, γεωγραφικά οι ΗΠΑ απέχουν πολύ από τη Μέση Ανατολή. Αυτό όμως δεν τις σταμάτησε να εισβάλουν στο Ιράκ το 2003, γεγονός που δημιούργησε ένα ισχυρό αντιδυτικό κίνημα από οργανωμένα τμήματα ισλαμιστών. 

Σε σύγκριση με τους 10.000 πρόσφυγες που θα δεχθούν οι ΗΠΑ, η πρόσφατη ανακοίνωση από τον κ. Τόνυ Άμποτ πως η Αυστραλία θα πάρει 12.000 Σύρους πρόσφυγες φαίνεται γενναιόδωρη.

Όμως η εφημερίδα ‘The Age’ στο κύριό της άρθρο με τίτλο «The dark side of our refugee policies» (11/9/15) δεν ερμηνεύει με αυτόν τον τρόπο την πολιτική του κ. Άμποτ, καθώς χαρακτηρίζει ως «επονείδιστο» (shameful) τον τρόπο με τον οποίο η Αυστραλία μεταχειρίζεται τους πρόσφυγες, τους οποίους στέλνει σε καταυλισμούς σε γειτονικά νησιά, στους οποίους οι συνθήκες διαβίωσης είναι τρισάθλιες.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟ ΤΗΣ

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ακόλουθα αποσπάσματα από δημοσίευμα στην αθηναϊκή εφημερίδα ‘Έθνος’, με τίτλο «Οι πρόσφυγες γνωρίζουν την αλληλεγγύη των κατοίκων», 11/9/15:

{…} «Την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά τους στους εκατοντάδες πρόσφυγες και μετανάστες που έχουν βρει καταφύγιο στην πλατεία Βικτωρίας δείχνουν πολλοί συμπολίτες μας που, σε πείσμα των αντικειμενικών δυσκολιών της εποχής, προσφέρουν αγόγγυστα από το υστέρημά τους, αποδεικνύοντας ότι ο «φούρναρης της Κω» δεν ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση, αλλά ένας από τους πολλούς ευαισθητοποιημένους πολίτες μας που κάνουν ό,τι μπορούν για να απαλύνουν τον πόνο των ξεριζωμένων από τα σπίτια τους ανθρώπων».

{…} «Ένας από αυτούς τους ανθρώπους είναι η Μαρία Πολλάλη, η οποία κάθε λίγες μέρες γεμίζει μερικές σακούλες με είδη πρώτης ανάγκης και τα πηγαίνει στους πρόσφυγες της πλατείας. Χθες είχε μαζί της παιδικά ρούχα, τα οποία μοίρασε μέσα σε λίγα λεπτά. Όσα παιδιά δεν πρόλαβαν να πάρουν ένα μπλουζάκι την τράβαγαν από τα ρούχα κάνοντάς την να λυγίσει. «Θα ξανάρθω το απόγευμα και θα φέρω και σε εσάς», τους είπε.

Σε πρόσφατες δηλώσεις της για το προσφυγικό πρόβλημα, η Υπηρεσιακή Πρωθυπουργός, κ. Βασιλική Θάνου, τόνισε πως η Ελλάδα εφαρμόζει αυστηρά τις ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες για τους πρόσφυγες, τους οποίους οι Έλληνες βλέπουν ως συνανθρώπους εξαναγκασμένους να εγκαταλείψουν τις εστίες και τη χώρα τους, εξαιτίας ενός εμφύλιου πολέμου. Για τους λόγους αυτούς, η Ελλάδα τους δέχεται με τον προσήκοντα ανθρωπισμό, παρά τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ίδια.

Παράλληλα, η Ελλάδα επιταχύνει την ενίσχυση των σχετικών δομών για την καταγραφή και ταυτοποίηση των προσφύγων με εξοπλισμό και στελέχη, και μεριμνά για τη βελτίωση των συνθηκών προσωρινής φιλοξενίας και περίθαλψης των προσφύγων.

Στο έκτακτο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περασμένη Δευτέρα, ο Γιάννης Μουζάλας, αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, δήλωσε πως η Ελλάδα δεν μπορεί να μετατραπεί σε έναν τεράστιο καταυλισμό προσφύγων, και ζήτησε τη συμπαράσταση των άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε. 

Τελικά, αποφασίσθηκε η μετεγκατάσταση 40.000 προσφύγων από την Ελλάδα και την Ιταλία σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ένδειξη πως η Ευρώπη αναγνωρίζει την έκταση του προσφυγικού προβλήματος.