Στην πραγματικότητα, είναι δύσκολο να τους ξεχωρίσεις από τους επαγγελματίες, όχι τουλάχιστον με την πρώτη ματιά. Τους προσπερνάς, προχωράς, οι τύψεις όμως σε τρυπούν και σε τυραννούν. Επισκέπτης εκεί, στην Ελλάδα της κρίσης, σίγουρα δεν μπορείς να περπατάς με τα μάτια κλειστά. Πόσους όμως μπορείς να βοηθήσεις; Καταλήγεις, σε κάποια στιγμή να πεις στον εαυτό σου “δεν είμαι θεός”.
Είναι η πρώτη δήλωση που παίρνω στο δρόμο για το ρεπορτάζ “Επισκέπτης στην Ελλάδα της Κρίσης”, από τον συμπάροικο Σάββα Γρηγορόπουλο.
Επισκέφθηκε την Αθήνα, το Γύθειο, την Καλαμάτα, τη Ναύπακτο, τη Λευκάδα, τον Πλαταμώνα και το Λιτόχωρο της Πιερίας. Τακτικός επισκέπτης της γενέτειρας μπορεί να δει, να προσλάβει εικόνες, να αφομοιώσει και να συγκρίνει το χτες με το σήμερα.
“Ως επισκέπτης, είναι φυσικό να θέλεις να χαρείς. Να απολαύσεις τις ομορφιές του τόπου που πραγματικά είναι μοναδικές, να χαρείς τη συντροφιά των ανθρώπων.
Τίποτε, όμως, δεν είναι το ίδιο. Η κρίση έχει αλλάξει τα πάντα. Ακόμη και τον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τη φτώχεια. Η ανέχεια, αλλά και το γεγονός ότι λίγο-πολύ έχει χτυπήσει την πόρτα των περισσότερων, βλέπεις ότι έχει ξυπνήσει μέσα τους το αίσθημα της αλληλεγγύης. Ο ένας βοηθάει τον άλλον, όσο και όπου μπορεί, ιδιαίτερα στην επαρχία.
Η φτώχεια δεν είναι στίγμα. Ήλθε ανεπάντεχα, απροσδόκητα, ακάλεστη βέβαια και δεν βιάζεται να φύγει”.
Εκείνο που του έκανε, επίσης, εντύπωση, εξομολογείται, είναι η γενναιότητα και η προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα με την οποία αντιμετωπίζει ο Έλληνας τη νέα κατάσταση.
“Ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να φύγουν. ‘Σπουδάστε και φύγετε’ είναι η προτροπή τους. Δεν υπάρχει ελπίδα στην Ελλάδα των μνημονίων”.
Εδώ, μου έρχεται στο νου η ευγενική μορφή της δυναμικής ομογενούς Ελένης Ρέβη που ζει εδώ και χρόνια στο Ρέθυμνο της Κρήτης. Τη συνάντησα τελευταία, κατά την επίσκεψή της στη Μελβούρνη και θαύμασα το πνεύμα ρεαλισμού που αντιμετωπίζει την κατάσταση, ιδιαίτερα αναφορικά με το μέλλον των παιδιών της. Η κόρη της σπουδάζει Αγγλική Φιλολογία στην Αθήνα. “Δεν θα ήθελα, σε καμία περίπτωση, όπως είναι τα πράγματα σήμερα, να γυρίσει στο νησί. ‘Επέλεξε, μεταξύ Αγγλίας και Αυστραλίας’ είναι η προτροπή μου”.
ΑΠΟΡΡΟΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Μια προτροπή που είναι απόρροια της κρίσης και αφορά την Ελλάδα των μνημονίων. Χιλιάδες απόφοιτοι πανεπιστημίων εγκαταλείπουν μια χώρα όπου η ανεργία στις τάξεις των νέων φτάνει το 50%.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, περί τους 160.000-180.000 απόφοιτοι πανεπιστημίων έχουν φύγει από την Ελλάδα.
Η Endeavor Greece, εταιρία που ασχολείται με την καινοτομία, αναφέρει ότι 200.000 άτομα έχουν εγκαταλείψει τη χώρα τα τελευταία 5 χρόνια. Το 71% των Ελλήνων που έφυγαν είχαν προορισμό κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Το υπόλοιπο 29% κατευθύνθηκε στην Αυστραλία, τον Καναδά, τις ΗΠΑ, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ασία.
Περίπου ένα εκατομμύριο δουλειές χάθηκαν τα τελευταία 6 χρόνια. Οι περισσότερες ήταν σε κλάδους που παλιότερα τροφοδοτούσαν την καταναλωτική κίνηση των προηγούμενων ετών.
Το χειρότερο, η φυγή επιστημόνων θα έχει τεράστιες συνέπειες για το μέλλον της χώρας. Οι περισσότεροι από όσους έφυγαν δεν πρόκειται να γυρίσουν, αν σκεφτεί κανείς ότι η οικονομία συνεχίζει να βρίσκεται σε κάμψη.
Και στην καλύτερη εντούτοις περίπτωση, που θα καταφέρει να βγει από το τέλμα, το δυναμικό που θα χρειάζεται για να επανεκκινήσει την οικονομία δεν θα είναι εκεί. Θα έχει φύγει ή θα ετοιμάζεται να φύγει.
ΑΠΟΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
“Η εικόνα, το καλοκαίρι, βέβαια, μπορεί να σε αποπλανήσει, ιδιαίτερα φέτος που ο τουρισμός έσπασε ρεκόρ. Οι πλαζ είναι γεμάτες από λουόμενους, οι καφετερίες και τα εστιατόρια, το ίδιο. Υπάρχει ζωή και κίνηση παντού. Μόνο όταν σταθείς κάπου και μιλήσεις με ανθρώπους που γνώριζες πριν μερικά χρόνια, βλέπεις συχνά τη διαφορά. Οικογένειες που ζούσαν άνετα, σήμερα αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης. Συχνά συμβαίνει να είναι και τρεις άνεργοι σε μια οικογένεια. Υπάρχει ένας προβληματισμός για το σήμερα, και πολύ λίγη ελπίδα για το αύριο.
Οι άνθρωποι αισθάνονται προδομένοι από τους πολιτικούς”, καταλήγει ο Σάββας Γρηγορόπουλος.
Δεν θα κλείσει εντούτοις η συζήτηση μαζί του, πριν πει πόσο τον πληγώνουν τα ερημωμένα κτίρια, στις πόλεις, αλλά και στην επαρχία: “Πάω συχνά στην Ελλάδα. Το όνειρο μιας ολόκληρης ζωής έχει πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, που οι επισκέψεις μου εκεί είναι πιο συχνές και έχω δημιουργήσει ένα κύκλο φίλων. Πονάω σήμερα και στη θέα των άδειων κτιρίων. Εκεί που άλλοτε ο χώρος έσφυζε από ζωή, βλέπεις πόρτες κλειστές, σπασμένα κάποτε τζάμια και χορταριασμένα προαύλια. Διερωτάσαι αν ποτέ θα ξαναζωντανέψουν”.
“Από τα θετικά της κρίσης, εκτιμά η συμπάροικος Ελένη Παπαγγέλου -μόλις επέστρεψε από διακοπές στην Ελλάδα- είναι ότι οι άνθρωποι είναι πολύ πιο ευγενείς, σε προσέχουν περισσότερο και σε εξυπηρετούν με μεγαλύτερη προθυμία. Από τα μεγάλα ξενοδοχεία, μέχρι τα μαγαζιά μόδας. Είναι μια αλλαγή που τη δέχεσαι ευχάριστα και σίγουρα παίζει θετικό ρόλο και στην προώθηση του τουρισμού από τον οποίο έχει τόση ανάγκη η χώρα μας.
Να πούμε εδώ, ότι η κρίση δεν φαίνεται στα τουριστικά νησιά, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Οι επισκέπτες, συχνά είναι περισσότεροι από τους ντόπιους και υπάρχει μια ατμόσφαιρα χαράς και ζωηρής διάθεσης για διασκέδαση. Οπότε δεν μπορείς να βγάλεις συμπεράσματα για τις επιπτώσεις της κρίσης. Αυτές φαίνονται όταν περάσεις με διεισδυτική ματιά, στο κέντρο των πόλεων και δεις άδεια μαγαζιά ή συζητήσεις με ανθρώπους που έχουν χτυπηθεί από τις αλλαγές των τελευταίων χρόνων”.
ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΗ
“Εκείνο το οποίο διαπίστωσα από την επίσκεψή μου στη σημερινή Ελλάδα είναι ότι υπάρχει προσγείωση” λέει ο Χάρης Καψάλης, ο οποίος επισκέφθηκε την Πελοπόννησο και έμεινε τον περισσότερο χρόνο στο μαγευτικό Ελαφονήσι.
“Αναφέρομαι κυρίως στις τιμές και στις απαιτήσεις των ντόπιων. Είναι σαν να τους έχει κάνει η κρίση, κατά κάποιο τρόπο, πιο λογικούς. Εξυπηρετείσαι καλύτερα με πολύ λιγότερα από πριν για να περάσεις καλά. Μπορεί, μάλιστα να πει κανείς ότι, σε πολλές περιπτώσεις, συμφέρει περισσότερο να τρως έξω, παρά να ψωνίζεις και να μαγειρεύεις στο σπίτι.
Τα ξενοδοχεία επίσης, με εξαίρεση τα πολύ τουριστικά νησιά, είναι πάμφθηνα σε σύγκριση με το τί χρέωναν πριν την κρίση.
Στο Ελαφονήσι, για παράδειγμα, σε ξενοδοχείο πέντε αστέρων πληρώνεις σήμερα 70 ευρώ τη βραδιά, ενώ πριν έξι χρόνια η τιμή ήταν 140 και 150 ευρώ.
Εκείνο φυσικά που διαπιστώνεις, όταν μείνεις λίγο περισσότερο, είναι ότι οι άνθρωποι των πόλεων υποφέρουν περισσότερο από ό,τι εκείνοι που ζουν στην επαρχία. Αυτό είναι κάτι που φαίνεται σ’ όλη την Ελλάδα. Άνεργος και στο κέντρο, είναι ό,τι χειρότερο. Αντίθετα στα χωριά οι άνθρωποι βρίσκουν τον τρόπο να επιβιώσουν και να βοηθήσουν κι’ εκείνους που μειονεκτούν γιατί, οι περισσότεροι, έχουν τα λαχανικά, τα φρούτα, τα αυγά, το κρέας και το ψάρι στα νησιά. Είναι μία άλλη κατάσταση.
Λέγοντας όμως αυτό, θα πρέπει να προσθέσω ότι, πάνω απ’ όλα απασχολεί σήμερα τους οικογενειάρχες, το μέλλον των παιδιών τους. Η οικονομική ανάκαμψη, ως φαίνεται, θ’ αργήσει πολύ ναρθεί. Μέχρι τότε ο περισσότερος κόσμος ζει στην ανασφάλεια και στην αγωνία για το αύριο”, καταλήγει ο Χάρης Καψάλης.