Ομολογώ πως με εξέπληξε το γραπτό της κ.Δήμητρας Αγγελίδου με αποσπάσματα από τη ζωή της με τον αγαπημένο της σύζυγο Αλέκο, τις προσπάθειές τους, τους αγώνες τους, τα πιστεύω του. 

Την ευχαρίστησα που μου το εμπιστεύθηκε και την συμβούλευσα να τα εκδώσει, έτσι όπως ήταν τόσο ζωντανά και αληθινά. Με έχει εκπλήξει ο αγώνας της ερίτιμου κυρίας να κρατήσει «ζωντανό» τον αγαπημένο της, αξιόλογο σύζυγο. Έμοιαζε σαν την εικόνα μιας γυναίκας που προσπαθεί, την ώρα τη δική της, να ξαναδεί την ταινία της ζωής της. 

Την ώρα που τέλειωνε με το δύσκολο ρόλο της μητέρας που πρέπει να επωμισθεί, όσο μπορεί, και το ρόλο του πατέρα, την φαντάζομαι να ρίχνει τον προβολέα της μνήμης, στη ζωή της με τον Αλέκο. Αν είχε την ικανότητα να ζωγραφίσει τις στιγμές τους, θα είχε γεμίσει τους τοίχους του σπιτιού τους με εικόνες αληθινής ζωής. Αντί γι’ αυτό, στο μικρό σημειωματάριο της, έγραφε ότι ζωντάνευε από τη γεμάτη ζωή που έζησε με τον Αλέκο και που ζει και σήμερα ζωντανεύοντας ότι έχει σχέση με τον άνδρα της. 

Μοιάζει με μια κάποια μορφή συχνού, αν όχι συνεχούς μνημόσυνου, αυτό που κάνει η κ. Αγγελίδου. Ξεκίνησε με το Ίδρυμα, όπου κάθε χρόνο μας έφερνε «κοντά» στον Αλέκο Αγγελίδη και μετά από 22 ολόκληρα χρόνια, μας χαρίζει το βιβλίο του «Αλέκος Αγγελίδης 1927-1993» με… δημοσιεύσεις και ομιλίες του για θέματα που τον πονούσαν και… Παραθέτω λίγα απ’ ότι μας λέει η ίδια στον πρόλογο του εν λόγω βιβλίου: «Θεωρώ απαραίτητο, όσο μου είναι κι εμένα δυνατό, να γίνουν γνωστά μερικά απ’ τα πάμπολλα άρθρα και ομιλίες του αγαπημένου εκλιπόντα συζύγου μου Αλέκου. Έγραψε χιλιάδες σελίδες κειμένων, συμπεριλαμβανομένων και 22 βιβλίων, πολλά άρθρα, ποιήματα και άλλα. 

Η επιλογή που έκανα στα κείμενα που συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτό το βιβλίο είναι με θέματα που θεωρώ πάντα ενδιαφέροντα. Όταν για κάποια χρόνια επιστρέψαμε στην Κατερίνη, έγραφε στις εκεί εφημερίδες για τα κακώς κείμενα που έβλεπε, προτείνοντας πάντα και τις επιδεχόμενες διορθώσεις τους. Οι τίτλοι που χρησιμοποίησε ήταν : «Γιατί και ως πότε»; «Απίστευτα και όμως αληθινά» και «δεν βαριέσαι βρε αδερφέ»; Και με υπότιτλους για κάθε θέμα. Πολλά απ’ αυτά, τα κακώς κείμενα διορθώθηκαν με δική του επέμβαση. Να αναφέρω εδώ ότι τις ομιλίες του τις έκανε χωρίς χαρτί, όπως έγραψαν και σε εφημερίδες της Κατερίνης «…σωστή μυσταγωγία και χωρίς χαρτί». Ήταν μια ατέλειωτη δεξαμενή μνήμης και γνώσεων και πολλοί απορούσαν πως τα θυμόταν όλα με τόσες λεπτομέρειες και με ρωτούσαν αστειευόμενοι «καλά, τα καταπίνει σε χαπάκια»; 

Σκοπός της ζωής του ήταν , όπως έλεγε, να ξεσκεπάσει καταχωνιασμένες πικρές αλήθειες της Ιστορίας μας, που, μαζί με τις ένδοξες, πρέπει να μαθαίνουμε, για να διδαχτούμε τουλάχιστον απ’ τα σφάλματά μας. Πάντα έλεγε, πως η Ιστορία μας είναι τόσο παραποιημένη που πρέπει να ξαναγραφεί. Συνήθως έγραφε με μολύβι και όλα τα δακτυλογραφούσα. Δυστυχώς, όσα έγραψε όταν είχε πάρει τον δικό του υπολογιστή, το 1991 και είχε γράψει μέχρι το 1993 που πέθανε, χάθηκαν, γιατί μας χάλασε. Και, παρά τις προσπάθειες πολλών ειδικών, δεν καταφέραμε να περισώσουμε. Κι’ είχε και κάποιες εφευρέσεις….

Η παρουσίαση του βιβλίου, που διενεμήθη δωρεάν, έγινε την περασμένη Κυριακή στη φιλόξενη αίθουσα της Ποντιακής Κοινότητας. Την παρουσίαση έκανε ο κ. Θύμιος Χαραλαμπόπουλος, μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων Αυστραλίας. Τον συντονισμός είχε η κ. Αικατερίνη Μπαλούκα. Περικοπές του βιβλίου διάβασε η κ. Ρένα Φραγκιουδάκη και το όμορφο απόγευμα μνήμης έκλεισε με τις ευχαριστίες της κ. Δήμητρας Αγγελίδου. Εντύπωση προκάλεσε ο επίλογος του βιβλίου που δεν είναι άλλος από το ποίημα του Αλέκου Αγγελίδη «Το μνήμα μου» το οποίο και αναδημοσιεύουμε: Διαβάτη που περαστικός το μνήμα μου αντικρίζεις/ και το θωρείς στοχαστικός, με δέος το ατενίζεις,/στάσου και σκέψου μια στιγμή και κρίνε τη ζωή σου/ και δες απ’ τα εγκόσμια σαν τι παίρνεις μαζί σου. Όσο μπροστά του στέκεσαι την ανθρωπιά αγγίζεις/ μα σαν τα νότα του διαβείς, την πλάτη της γυρίζεις./ Μ’ αυτό που τώρα ένιωσες, αγάπη και συμπόνια, /κράτα το, σφίξτο στην καρδιά στα υπόλοιπά σου χρόνια./ Βγες πια απ’ το απύθμενο της ύλης σου το έλος./ Ζήσε μ’ αγάπη κι ανθρωπιά, γιατί, ιδού το τέλος.