Τα πράγματα εξομαλύνθηκαν, ηρέμησαν και διευθετήθηκαν. Η συντροφιά μας, πέντε όλοι κι όλοι, αποφάσισε να μην ξαναμιλήσει για πολιτικά θέματα. Είχαμε «σφαχτεί» την περασμένη Πέμπτη, όταν ως θέμα της απογευματινής μας συζήτησης ήταν τα του Τσίπρα φορολογικά καμώματα. Τι άλλο μπορούσε να περιμένει κάποιος από πέντε ηλικιωμένους, εκ των οποίων δύο ακραιφνείς κομμουνιστές, από αυτούς που δεν έμαθαν ακόμη πως πέθανε ο Στάλιν, δύο νεόκοποι Συριζαίοι που «χτυπιόντουσαν» να αφήσουμε το τίμιο παλικάρι να δούμε τι θα κάνει και ένας φασίστας που πίστευε πως μόνο ένας δικτάτορας θα μπορούσε να μας σώσει. 

Για να μη τη διαλύσουμε τελείως την παρέα, συμφωνούμε και ορκιστήκαμε πως δεν θα ξαναμιλήσουμε καθόλου για πολιτικά, εσωτερικού, εξωτερικού συμπεριλαμβανομένων και τα της Ελλάδος και της Κύπρου. Αν χρειαστεί να πατήσουμε τον όρκο μας για λόγους έκτακτης ανάγκης και εξαιρετικών περιπτώσεων, θα τεθεί θέμα ψηφοφορίας και θα διοριστεί ένας από εμάς πρόεδρος που θα έχει τις δικαιοδοσίες που είχε η τέως πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, Ζωή Κωνσταντοπούλου. 

Στη προηγούμενη συνάντηση, η πλέον συγκινητική στιγμή, ήταν αυτή της εξομολόγησης του Κώστα του φασίστα. Ήταν εναντίον των κινητών τηλεφώνων και κορόιδευε όποιον κρατούσε το «μηχάνημα του σατανά και της αποβλάκωσης». Απαγόρευε στα παιδιά του και στα εγγόνια του να εμφανίζονται στο σπίτι του κρατώντας κινητό τηλέφωνο. 

Ξαφνικά… Ω Θεέ μου! Τι συνέβη; Ο Κώστας με κινητό στο χέρι, καλώδια με ακουστικά στ’ αυτιά του και να μιλάει ακατάπαυστα. «Φίλοι μου αγαπημένοι γεια σας και χαρά σας. Εξακολουθώ να θεωρώ αυτό το τερατούργημα μηχάνημα του σατανά και της μεγίστης αποβλάκωσης. Το τηλέφωνο που κρατώ δεν δουλεύει και τα ακουστικά είναι διακοσμητικά. Περπατούσα και παραμιλούσα και ο κόσμος με κορόιδευε. Τώρα, εξακολουθώ να περπατάω και να παραμιλάω και ο κόσμος νομίζει ότι τηλεφωνάω». Τέλος τα πολιτικά. Τέλος οι καυγάδες. Τι προτείνετε για σημερινό θέμα συζήτησης;

Ο Βαγγέλης, ο ρομαντικός προτείνει: Να θυμηθούμε κάποιο όμορφο φιλί που λάβαμε στη ζωή μας. Να κλείσουμε τα μάτια, να ξεδιπλώσουμε τη κορδέλα της μνήμης και να θυμηθούμε κάποιο φιλί που μας συγκίνησε, που μας συντάραξε παλιότερα ή πρόσφατα. Οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους τέσσερεις αντέδρασαν. Σε μερικούς θύμισε σενάριο ελληνικού κινηματογράφου τη δεκαετία του πενήντα. Δεν προλάβαμε να τελειώσουμε τα κοροϊδευτικά γέλια και τα πειράγματα και ο Βασίλης, ο φαινομενικά μεγαλύτερος απ’ όλους μας, άρχισε την «εξόρυξη» της μνήμης για να βγάλει ένα από τα… φιλιά της ζωής του. 

«Θα σας πω, με λίγα λόγια, για ένα πολύ γλυκό φιλί που μου το έδωσε ο δικός μου άγγελος (έτσι νόμιζα)και θηλυκός Ιούδας μου. Τη λάτρευα, το ήξερε κι έδειχνε πως ένοιωθε το ίδιο για μένα. Ο πατέρας της και ο αδελφός της ούτε ν’ ακούσουν για μένα και την οικογένεια. Δεξιός ο πατέρας χωροφύλακας ο αδελφός. Αντίθετα πολιτικά στρατόπεδα από γεννησιμιού μας. Τη σκέψη να την ζητήσω σε γάμο την αποκλείσαμε κι’ οι δύο γιατί ξέραμε την απάντηση. Να την κλέψω και να μείνουμε στην Ελλάδα; Ξέραμε πως και στου διαβόλου την τρύπα να κρυβόμασταν θα μας έβρισκαν. Δική της ιδέα να έλθω στην Αυστραλία. Δίπλα στο μαγγανοπήγαδο είμαστε. Οι κουτσούμπες ανεβοκατέβαιναν κι έριχναν το νερό στ’ αυλάκι να ποτιστεί η γη και ότι φύτρωνε στα σπλάχνα της. 

Την άλλη μέρα έφευγα. Μ’ αγκάλιασε, κόλλησε το στόμα της στ’ αυτί μου και ψιθύρισε: «Θα πας, θα τα ετοιμάσεις και σε τρεις-τέσσερεις μήνες θα βρίσκομαι κοντά σου. Μόλις φύγεις θα ησυχάσουν. Καληνύχτα. Καλό ταξίδι ». Έπιασε το κεφάλι μου στα χέρια της και με φίλησε. Δεν έφυγε για μήνες η γλυκιά φλόγα των χειλιών της από το στεγνό μου στόμα. Πάλεψα. Κάθε εβδομάδα την έπαιρνα τηλέφωνο και της έλεγα τα νέα. Είχαν περάσει τέσσερεις μήνες όταν την πήρα να της πω πως είχα τη γεύση των χειλιών της στο στόμα μου και πως σε δύο εβδομάδες θα ήταν όλα έτοιμα για να ξεκινήσει. Δεν πρόλαβα να μιλήσω. Μου ζήτησε να μην ξανατηλεφωνήσω γιατί την …Κυριακή παντρεύεται. «Δεν μπορώ να περιμένω άλλο. Κουράστηκα» είπε. Μια πικρή γεύση έμεινε από τότε στα χείλη μου. Δεν έχει φύγει. Οι περισσότεροι έδειξαν πως τους άρεσε η… πονεμένη, αληθινή ιστορία του Βασίλη. Ποίος έχει σειρά; Δεν νομίζω πως προλαβαίνουμε για άλλη ιστορία. Ας το αφήσουμε για την άλλη εβδομάδα. Εγώ έχω την ιστορία μου για ένα φιλί από τη μάνα μου. Το τελευταίο της. Όταν λέμε το πιο γλυκό φιλί, δεν είναι απαραίτητο να είναι ερωτικό. Σωστό απάντησε ο Κώστας ο.. φασίστας. Τον λέμε έτσι για να τον πειράξουμε. Κοιτάζοντας το άπειρο, με μάτια που έμοιαζαν… υγρά κι’ ένα αδιόρατο χαμόγελο, μουρμούρισε: «Εμένα το πιο όμορφο, γλυκό, αγνό φιλί, μου το έδωσε η εγγονή μου όταν ήταν τριών χρονών. Και να σκεφτείτε πως ήταν και είναι ανάπηρο, αυτό που λένε… παιδί με ειδικές ανάγκες. Τις ικανότητες, τις πολλές, αυτές της ψυχούλας της, δεν τις μέτρησαν. Ίσως δεν τις πρόσεξαν.