Συζήτηση στην ηλικιωμένη συντροφιά, έντονη και σοβαρή. Στην αρχή φώναζαν όλοι μαζί και δεν συμφωνούσε κανένας με κανέναν. Σύνηθες φαινόμενο. Τελικά, ο Θανάσης, ο γηραιότερος, συμπτωματικά και ο σοβαρότερος, με την βαριά και επιβλητική φωνή του, έβαλε τα πράγματα στη… σειρά τους, δηλώνοντας ότι θα δώσει στον καθένα την ευκαιρία να εκθέσει τις απόψεις του κατόπιν κληρώσεως. 

Έκοψε, προσεκτικά, οκτώ ισομεγέθη χαρτάκια και έγραψε, καλλιγραφικά, τα ονόματα όλων. Τούς τα ξαναέδωσε για να ελέγξουν και να βεβαιωθούν για τη σωστή εγγραφή των ονομάτων και τους παρακάλεσε να τα τοποθετήσουν μέσα στο καπέλο του. Με το χέρι του υψωμένο και με ύφος που δεν επιδεχόταν διακοπές και φωνασκίες, τους τόνισε με καθαρή δυνατή, οξύμωρη της ηλικίας του φωνή: «Το θέμα μας, απ’ ό,τι κατάλαβα, είναι το αν θα πρέπει να πωληθούν οι περιουσίες των συλλόγων μας και που, κατά τη γνώμη σας, θα πρέπει να διατεθούν τα χρήματα που θα αποφέρουν οι πωλήσεις. Μπορούν ορισμένα από τα ακίνητα να αξιοποιηθούν όπως είναι και ευρίσκονται. Ο καθένας, μόλις έλθει η σειρά του, θα εκθέσει τις απόψεις του για δέκα λεπτά και μετά θα συζητήσουμε τις εφικτές, επικρατέστερες απόψεις και καταλήγοντας θα αποφασίσουμε για τις περαιτέρω κινήσεις μας. Τραβήξτε ένα χαρτάκι από το καπέλο». 

Άπλωσε ο σβέλτος της παρέας το χέρι στο καπέλο, έβγαλε ένα χαρτάκι και το έδωσε υποτακτικά στον Θανάση. Ορίστε, κύριοι, το χαρτάκι γράφει το όνομα του Φώτη και τον παρακαλώ για δέκα λεπτά μάξιμουμ, να εκθέσει τις απόψεις του επί του θέματος. Ο Φώτης κοίταξε το ρολόι του και ξεκίνησε την αγόρευση: « Εγώ συμφωνώ με τις απόψεις που έχουν ακουστεί το να δοθούν τα χρήματα, ό,τι πάρουμε από την πώληση των ακινήτων, όλα ή ένα μέρος, στην Κοινότητα. Θα γίνει δυνατή και μεγάλη, θα είναι για όλους και θα είναι υπολογίσιμη από όλους. Θα μπορεί να διαθέσει μια αίθουσα για όλα τα μέλη του συλλόγου που θα της δώσει το συγκεκριμένο ποσό, έτσι τιμής ένεκεν που λένε. Θα μπορούσε να δώσει τα χρήματα και να ζητήσει από το συμβούλιο της Κοινότητας να τα διαθέσει για την επέκταση του σχολείου ή για κάτι άλλο συγκεκριμένο και πραγματοποιήσιμο. Χωρίς να λέω πολλά, γιατί ο χρόνος τελειώνει, αξίζει να πουληθούν τα κτίρια των συλλόγων που σβήνουν σιγά-σιγά και να δοθούν στην Κοινότητα. Αυτά είχα να πω».

Το δεύτερο χαρτάκι είχε το όνομα του Βαγγέλη, ο οποίος και άρχισε αμέσως να αγορεύει στο στυλ κατήγορου: «Και ποιος θα θυμάται τους Κρητικούς, τους Θεσσαλονικείς, τους νησιώτες ή τους στερεοελλαδίτικες, αν πουληθούν όλα τα ακίνητα και δοθούν όλα τα χρήματα στην Κοινότητα ή σε ένα φορέα μόνο. Γιατί να μη χτίσουν οι σύλλογοι, ας πούμε της Πελοποννήσου, με τα χρήματα που θα μαζέψουν από τις πωλήσεις των ακινήτων τους ένα γηροκομείο. Ένα γηροκομείο που θα περιθάλπει, θα φροντίζει, πρώτα, αυτούς που έλκουν τη καταγωγή από τους Νομούς των συλλόγων που… το έχτισαν, δηλαδή τα μέλη αυτών των συλλόγων. Μας χρειάζονται γηροκομεία, δεν νομίζετε; Και στο κάτω-κάτω της γραφής, θα μπορούν να λένε αύριο ή μετά 10 χρόνια τα παιδιά μας ή τα εγγόνια μας ότι αυτό το γηροκομείο το έχτισαν οι…Σπαρτιάτες, οι Αρκάδες και οι Καλαματιανοί. Κι εγώ αυτά είχα να πω. Σκεφτείτε τα. Ευχαριστώ».

Αρκετοί, ποσοστιαία, ήταν αυτοί που φάνηκε πως συμφώνησαν με τον Βαγγέλη δεν το σφράγισαν όμως και δεν χειροκρότησαν, περιμένοντας την δική τους σειρά. Η σειρά του Γιώργου, του επαναστάτη, όπως τον είχε βαπτίσει η συντροφιά, μια και τελείωνε την αναφορά του σε οποιοδήποτε θέμα με το σλόγκαν «Μία επανάσταση θα μας σώσει». 

«Γεώργιε, σε ακούμε» του είπε ο κ. Θανάσης, για να ξεκινήσει. 

« Γηροκομεία έχουμε και δεν μας χρειάζονται άλλα, κατά τη γνώμη μου. Αν δείτε, αν υπολογίσετε πόσοι πεθαίνουν κάθε ημέρα από μας, θα δείτε ότι αδειάζουν θέσεις στα γηροκομεία. Μπορούμε να διαθέσουμε τα χρήματα από τις πωλήσεις των περιουσιών των συλλόγων μας και να φτιάξουμε παιδικούς σταθμούς, νηπιαγωγεία, για τα εγγόνια μας και τα εγγόνια των παιδιών μας. Θα μας συγχωράνε. Θα βρούμε τρόπο να θυμούνται την καταγωγής των γονιών ή των παππούδων και γιαγιάδων τους. Φίλοι μου, νηπιαγωγεία, παιδικοί σταθμοί, να τα βρουν οι απόγονοί μας και να τιμούν τη μνήμη μας και τον τόπο καταγωγής μας. Κι’ εγώ τούτα τα λίγα είχα να πω. Κι’ εδώ χρειάζεται μια επανάσταση για να σωθούν τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας». Από τον Αποστόλη, που πήρε τώρα τη σκυτάλη, ακούστηκε κάτι πρωτότυπο: «Αν ήταν στο χέρι μου, θα έπειθα τους συλλόγους να πουλήσουν τις περιουσίες και ν’ αγοράσουμε ένα Νεκροταφείο. Θα είχε απ’ έξω μια μεγάλη ταμπέλα Ελληνικό Νεκροταφείο. Να θαφτούμε, όσοι μείναμε, όλοι μαζί, ο ένας δίπλα στον άλλο και να γράφουμε στο σταυρό εκτός από το όνομά μας και τον τόπο καταγωγής μας».

Ο Γρηγόρης μίλησε για ένα Αθλητικό Κέντρο και ο Σοφοκλής για ένα Κέντρο Ιστορίας που θα διδάσκει στα μικρά παιδιά τη Μυθολογία μας και στα μεγαλύτερα την Ιστορία μας. Από τον μάγκα της παρέας ακούστηκε το βαρύγδουπο: «Περιουσίες και λεφτά έχουμε, αν βρούμε και λίγο μυαλό ίσως δουλέψει και σωθούμε».