Την αύξηση του Φόρου Αγαθών και Υπηρεσιών (Goods and Services Tax – GST), εξετάζει η κυβέρνηση Turnbull, σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Herald Sun», η οποία ισχυρίζεται ότι το Υπουργείο Οικονομικών βρίσκεται ενώπιον τεσσάρων εναλλακτικών επιλογών.
Μία από αυτές, η πιο δραστική, θα δει τον GST να ανέρχεται από το 10% στο 15%, καθώς και να επεκτείνεται στις υπηρεσίες υγείας, την εκπαίδευση και τα νωπά τρόφιμα. Άλλη πρόταση θέλει την αύξηση, όχι όμως και την επέκταση του φόρου σε άλλες υπηρεσίες, τρίτη εξαιρεί από την επέκταση μόνο τα τρόφιμα, ενώ η πιο ήπια διατηρεί τον φόρο στις υπάρχουσες υπηρεσίες, αυξάνοντάς τον στο 12,5%.
Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα σχέδιο που είχε ήδη εκπονήσει η προηγούμενη κυβέρνηση, υπό τον Tony Abbott, το οποίο θα υιοθετήσει ο Malcolm Turnbull, εντάσσοντάς το στην προεκλογική ατζέντα του κόμματός του, ώστε να εγκριθεί από τους ψηφοφόρους στις εκλογές του 2016, μαζί με μία σειρά άλλων φορολογικών μεταρρυθμίσεων, όπως φοροαπαλλαγές για τα μεσαία εισοδήματα και αλλαγές στο σύστημα επιδότησης παιδικών σταθμών.
ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΠΟΡΩΝ
Μία επέκταση του GST στο 15%, θα επιφέρει αλυσιδωτές αυξήσεις στην τιμή μίας σειράς προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, ανεβάζοντας τα έξοδα του μέσου νοικοκυριού κατά $2915 το χρόνο. Από την εφαρμογή του μέτρου, η κυβέρνηση φιλοδοξεί να συγκεντρώσει περί τα 24,5 δισ. δολάρια.
Στόχος της κυβέρνησης είναι να αξιοποιήσει τα έσοδα που θα προκύψουν για να καλύψει τα έξοδα των τομέων της εκπαίδευσης και της υγείας. Για το σκοπό αυτό, είναι μάλλον απίθανο να επιλεγεί η εκδοχή της αύξησης στο 12,5% – αυτή που παρουσιάζεται ως πιθανότερη εκδοχή είναι η αύξηση στο 15%, η επέκταση του φόρου στην υγεία και την εκπαίδευση, αλλά η εξαίρεση των νωπών τροφίμων.
Σύμφωνα με την «Herald Sun», μία από τις επιλογές που εξετάζονται είναι η κατανομή των εξοικονομηθέντων πόρων από κοινού στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και στις Πολιτείες, ώστε να επιβληθούν μέτρα ελάφρυνσης των χαμηλότερων οικονομικών στρωμάτων. Η σκέψη αυτή έχει βρει σύμφωνους ορισμένους πολιτειακούς πρωθυπουργούς, με την πλειονότητα να θεωρεί ότι το θέμα πρέπει να τεθεί υπό ευρεία διαβούλευση, ενώ ο πρέμιερ της Βικτώριας, Daniel Andrews, παραμένει αντίθετος, προτείνοντας την αύξηση της εισφοράς στο Medicare, ως ισοδύναμο μέτρο εξοικονόμησης πόρων.
ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ
Σύμφωνα με την εφημερίδα, η κυβέρνηση προσανατολίζεται εξάλλου στη μείωση της επιδότησης παιδικού σταθμού για οικογένειες με ετήσιο εισόδημα ανώτερο των 230 χιλιάδων δολαρίων (τώρα το κράτος καλυπτει το 50% της δαπάνης). Οι μειώσεις θα γίνουν μεγαλύτερες για τις οικογένειες με εισόδημα μεγαλύτερο των 300 χιλιάδων, οπότε και το κράτος θα καλύπτει το 30% των εξόδων.
Στόχος της κυβέρνησης είναι οι πόροι που θα εξοικονομηθούν να αξιοποιηθούν για την ανακούφιση των χαμηλότερων οικονομικά στρωμάτων, χρηματοδοτώντας την αύξηση της κρατικής εισφοράς στο 85% για τις οικογένειες με εισόδημα μικρότερο των 65 χιλιάδων, υπό την προϋπόθεση να εργάζονται οι γονείς, τουλάχιστον οκτώ ώρες ανά δεκαπενθήμερο. Οι λεπτομέρειες του σχεδίου παραμένουν υπό εξέταση, ωστόσο η κυβέρνηση διατείνεται ότι όλα τα στρώματα θα επωφεληθούν, καθώς κάθε οικογένεια θα λαμβάνει τουλάχιστον 30 δολάρια την εβδομάδα για τα έξοδα παιδικών σταθμών.
Το νέο σύστημα, το οποίο θα προβλέπει την εφαρμογή ‘δικτύου ασφαλείας’ για τις οικογένειες με χαμηλό εισόδημα, θα επιβληθεί από τον Ιούλιο του 2017, αντικαθιστώντας το υπάρχον ανταποδοτικό πρόγραμμα. Από την μεριά του Εργατικού Κόμματος τονίζεται ότι η νέα πολιτική ευνοεί τις οικογένειες με υψηλά εισοδήματα, επιβαρύνοντας τις λιγότερο ευκατάστατες. Σημείο αιχμής για την κριτική της αντιπολίτευσης είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με το νέο πρόγραμμα, οι επιδοτήσεις θα γίνονται βάσει ενός κεντρικά υπολογισμένου ελάχιστου κόστους και όχι βάσει των πραγματικών εξόδων που κάνει μία οικογένεια. Αυτό σημαίνει ότι οι οικογένειες που αναγκάζονται να στείλουν τα παιδιά τους σε ακριβούς παιδικούς σταθμούς – π.χ. σε περιοχές στο κέντρο της πόλης – θα αναγκαστούν να καταβάλουν περισσότερα από την τσέπη τους.